Ανοιξιάτικα...

Καλοκαιρινά....

Φθινοπωρινά...

Χειμερινά...

Παντός καιρού...

Μυθολογικά...

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

Χριστούγεννα στο Βυζάντιο...

 Έθιμα των Χριστουγέννων και του Δωδεκαήμερου των βυζαντινών...

 ... αποσπάσματα από το έργο του σπουδαίου παλαιού βυζαντινολόγου μας Φαίδωνος Κουκουλέ (1881-1956):

 


"Ἡ ἑορτή τῆς τοῦ Χριστοῦ γεννήσεως, ἑορτή των γεννεθλίων καλουμένη καὶ κατὰ τον Χρυσόστομον, "πασῶν ἑορτῶν σεμνοτάτη καὶ μητρόπολις πασῶν", δὲν θὰ εἶναι ἴσως εἰς πολλοὺς γνωστὸν ὅτι ὡς αὐτοτελὴς ἑορτὴ δὲν ἑορτάζετο κατὰ τοὺς πρώτους χριστιαννικοὺς αἰῶνας. Τότε, κατὰ τὴν ἔκτην Ἰανουαρίου, ἀπὸ τοῦ τέλους τῆς τρίτης ἐκατοταντετηρίδος, ἑορτάζετο μόνον ἡ ἑορτή τῆς Ἐπιφανείας, μετ' αὐτῆς δὲ συνεορτάζετο καὶ ἡ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ

Ὡς ἰδιαιτέρα ἡμέρα ἑορτῆς ὡρίσθη ἡ τῶν Χριστουγέννων τὸ πρῶτον κατὰ τὸν Δ' μ.Χ. αἰῶνα ὑπερμεσοῦντα ἐν τῆ δύσει, ὅτε καὶ ἀπεφασίσθη ὡς ἡμέρα τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου νὰ ὁρισθῆ ἡ 25η Δεκεμβρίου, μετὰ πολλὰς συζητήσεις [...] Ὡρίσθη δὲ τότε ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων ὑπό τῆς ἐκκλησίας, ἐπιθυμούσης νὰ αντικαταστήση διὰ Χριστιανικῆς ἐθνικὴν ἑορτήν, τὴν τοῦ ἀηττήτου ἡλίου, ἑορταζομένην τὴν ἡμέραν ἐκείνην.

Είς τὴν Ἀνατολὴν ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων είσήχθη κατὰ τὸ τελευταῖον τέταρτον τοῦ Δ' μ.Χ. αἰῶνος, ὡς βεβαιοῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐν ὁμιλίᾳ του γενομένη ἐν Ἀντιοχείᾳ κατὰ το 386. [...]

Ὁπως ἄν ἔχη ἅπαξ εἰσαχθεῖσα ἡ ἑορτή, ἐπεκράτησε χάρις εἰς τὰς ἐνεργείας πεφωτισμένων ἱεραρχῶν καὶ κυρίως τοῦ Χρυσοστόμου, εἶτα δὲ καὶ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, οὖτινος ὁ πρῶτος ἐν Κωνσταντινουπόλει λόγος κατὰ τὴν 25η Δεκεμβρίου τοῦ 380 ἤρχισε διὰ τοῦ: "Χριστὸς γεννᾶται δοξάσατε, Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε, Χριστὸς ἐπὶ γῆς ὑψώθητε"


Οἱ Βυζαντινοὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων φαίνεται ὅτι ἐντὸς τοῦ ναοῦ ἐσχημάτιζον σπήλαιον καὶ ἐν αὐτῶ ἐτοποθέτουν στρωμνὴν, ἐφ' ἦς ἐτοποθέτουν παῖδα, τὸν Ἰησοῦν παριστάνοντα. Περὶ τούτου σαφῶς κατὰ τον ΙΒ'αἰῶνα μαρτυρεῖ ὁ Θεόδωρος Βαλσαμών [...] Θὰ ἦτο δ' ἡ συνήθεια αὔτη πολὺ παλαιοτέρα, ὡς συμπεραίνω ἐκ λόγον, ὅν ἐξεφώνησε ο Χρυσόστομος τῆ 20η Δεκεμβρίου του 386 [...] 

Κατὰ τοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους υπῆρχε συνήθεια ἵνα εἰς τὴν λεχώ, πρὸς τόνωσιν καὶ διὰ νὰ παραγάγη ἀρκετὸν γάλα δίδουν τὸ λεγόμενον λοχόζεμα*, ζωμὸν δῆλα δὴ ἐντὸς τοῦ ὁποῖου εἶχεν ἀναδευθῆ ἑψημένη σεμίδαλις καὶ "ἕτερά τινα εἴδη", ἥτοι βούτυρον καὶ μέλι. 

Τὸ λοχόζεμα τοῦτο συνήθιζαν οἱ πρόγονοί μας νὰ στέλλωσιν εἰς φιλικὰς οἰκίας τὴν ἑπομένην τῶν Χριστουγέννων, πρὸς τιμὴν τῶν λοχείων τῆς Παναγίας (πβ: Μαγειρέματα του Δωδεκαήμερου και "τα σπάργανα της Παναγιάς".. ) , ὡς ἔλεγον, ἔθιμον τὸ ὅποῖον δὲν ἐνέκρινεν ἡ ἐκκλησία [...]

Κατὰ τὰς μεγάλας ἑορτάς, συνήθεια ἐπεκράτη νὰ καλλωπίζονται αἱ οἰκίαι καὶ νὰ στολίζονται τὰ ὑπέρθυρα αὐτῶν πρὸς δὲ νὰ καθαρίζονται καὶ οἱ δρόμοι. Τοῦτο ἐγίνετο καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν γενεθλίων, ὁπότε, κατὰ διαταγὴν τοῦ ἐπάρχου τῆς πόλεως, οὐ μόνον καθαρισμὸς τῶν ὁδῶν ἐγίνετο, ἀλλὰ καὶ στολισμὸς διαφόρων κατὰ διαστήματα στηνομένων στύλων μὲ δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου καὶ ἄνθη τῆς ἐποχῆς. 


Κατὰ τὰς ἑορτὰς τοῦ Δωδεκαημέρου γνωρίζομεν, ὅτι οἱ Βυζαντινόπαιδες, περιερχόμενοι τὰς οἰκίας, ἀπό βαθείας πρωϊας μέχρι δείλης ὀψίας, μετὰ αὐλῶν καὶ συρίγγων ἔλεγον τὰ κάλανδα. Περὶ καλανδιστῶν κατὰ τὰ Χριστούγεννα κατὰ τὸν ΙΒ' αἰῶνα μαρτυρεῖ ὁ Ι.Τζέτζης γράφων:

"Καὶ ὅσοι κατ' ἀρχίμηνον τὴν Ἰανουαρίου 

καὶ τῆ Χριστοῦ γεννήσει δὲ καὶ Φώτων τῆ ἡμέρα,

ὁπόσοι περιτρέχουσι τὰς θύρας προσαιτοῦντες

μετὰ ὠδῶν καὶ ἐπωδῶν καὶ λόγους ἐγκωμίων.", 

ἐξ ὧν στίχων πληροφορούμεθα ὅτι πλὴν τῶν εὐχετικῶν ἐπὶ τῆ ἡμέρᾳ ἀσμάτων, οἱ παῖδες ἀπήυθυνον καὶ ἐγκώμιο πρὸς τοῦς ἐνοίκους, ἀνάλογα πρὸς τὰ σημερινά:  "Πολλά'παμε τ'ἀφέντη μας, ἀς ποῦμε τῆς κυράς μας" (βλ.:Έθιμα και παραδόσεις του Δωδεκαήμερου της παλιάς Αθήνας (Χριστούγεννα & Πρωτοχρονιά) και: Πηλιορείτικα καλησπερίσματα! ) ἐν ἐπωδαῖς καὶ τὴν ἀμοινήν των ζητοῦντες ὡς γνωρίζομεν ἐξ ἀναλόγων ἀγυρτικῶν ἀσμάτων.

Σημειωθήτω ὅτι ἔλεγον τὰ κάλανδα οὐ μόνον παῖδες, ἀλλὰ καὶ ἐνήλικοι, καὶ δὴ καὶ ἄνθρωποι τῆς ὀρχήστρας, οἵτινες μέχρι βαθείας νυκτὸς περιφερόμενοι καὶ καλανδίζοντες δὲν ἀπήρχοντο, ἄν δὲν ἠμοίβοντο. Καὶ δὲν ἦσαν, δυστυχῶς, οὗτοι οἱ μόνοι ἐνοχλοῦντες. Ἐπειδὴ κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτὴν, ὡς καὶ κατὰ τὰς ἑπομένας τοῦ Δωδεκαημέρου, ἐγίνοντο αἱ μεταμφιέσεις (π.β. :μωμόεροι και ρουγκατζιάρια (πανάρχαια δρώμενα του Δωδεκαήμερου) ), διὰ τοῦτο καὶ μετημφιεσμένοι, ἠσβολωμένον ἔχοντες τὸ πρόσωπον, ἔκρουον τὰς θύρας διὰ φωνῶν καὶ ἀστεϊσμῶν, ἐνοχλητικοὶ εἰς τοὺς οἰκοδεσπότας γινόμενοι. 

 


Ἐν ἡμέραις μεγάλων ἑορτῶν καὶ εὐχαρίστων γεγονότων συνήθεια ἐπεκράτη ἐπιτρέποντος τοῦ βασιλέως, νὰ γίνονται ἱπποδρομικοὶ ἀγῶνς περὶ οὗς κυριολεκτικῶς ἐμαίνοντο οἱ Βυζαντινοι' διὰ τοῦτο κατὰ τὴν ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων ἐτελοῦντο ἱπποδρομικοὶ ἀγῶνες ἐν τῶ ἱπποδρόμῳ, ἐπὶ παρουσία τοῦ βασιλέως καὶ μεγάλου πλήθους θεατῶν. [...]

Τὴν λαμπρὰν καὶ περίδοξον τῶν Χριστοῦ γενεθλίων ἡμέραν τιμῶντες οἱ βασιλεῖς ἔδιδον κατ'αὐτὴν ἐπίσημον ἐν τοῖς ἀνακτόροις γεῦμα, εἰς ὅ, προσκαλούμενοι ἄρχοντες ἀλλὰ καὶ ξένοι ἀντιπρόσωποι καὶ δώδεκα πένητες, κατὰ τὸν τύπον τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, ἔτρωγον οὐχὶ καθήμενοι ἀλλ' ἀνακεκλιμένοι, κατ' ἀρχαίαν συνήθειαν, ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν ἐγειρόμενοι καὶ ἐπευφημοῦντες τὸν βασιλέα, ἐν ὧ κατὰ χρονικὰ διαστήματα οἱ καλλίφωνοι χοροὶ τῆς Ἀγίας Σοφίας καὶ τῶν Ἀγίων Άποστόλων έψαλλον: "ἡ γέννησίς σου, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν ἀνέτειλε τῶ κόσμῶ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως." 

Ἐκ σεβασμοῦ πρὸς τὴν ἱερότητα τῆς ἡμέρας, οἱ βασιλεῖς ἀπηγόρευον νὰ συλλαμβάνεταί τις κατ'αὐτὴν καὶ νὰ φυλακίζεται διὰ μικρὰ παραπτώματα, ἐκτὸς ἄν εἶχε περιπέσει εἰς σοβαρὸν ἔγκλημα, στἐλλοντες δὲ διαταγὰς, ἐκέλευον νὰ απολύωνται τῶν φυλακῶν οἱ δι' ἐλαφρὰ παραπτώματα ἔγκλειστοι."

(Φαίδων Κουκουλές, "Βυζαντινῶν βίος καὶ πολιτισμός", τόμος Στ', εκδόσεις Παπαζήση)


Υ.Γ. * Περισσότερα για το "λοχόζεμα" (από τον τόμο Δ' του έργου του Φαίδωνος Κουκουλέ "Βυζαντινών βίος και πολιτισμός"): 


 


Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

Προσμένοντας με τις ορτανσίες του Δεκέμβρη....

Κι εκεί που λες πως ξεθωριάσανε και χάσανε τα ροδαλά χρώματα της ανθοφορίας τους, εκεί που χλωμές και γκριζαρισμένες ετοιμάζονται, θαρρείς, να υποδεχθούν το φθινόπωρο των εποχών αλλά και της δικής τους εφήμερης ζωής κι αποφασίζεις να τις ξεχάσεις και να τις προσπερνάς μέχρι τον ερχόμενο Γενάρη τον κλαδευτή...

Καθώς ξέφυγες από τις πνιγηρές φυλλωσιές του Νοέμβρη, όταν φάνηκε τ'αγεράκι του  Δεκέμβρη να τσιτσιδώνει με αναίδεια και θράσος τα αιωνόβια δέντρα και να σκορπά τα ξερά πλατανόφυλλα σωρό στα καλντερίμια κι άρχισες κι εσύ ν'ανασαίνεις -κι ας είσαι παιδί του καλοκαιριού... Καθώς ξεχείλισε το κομπόδεμα με τις τρύπιες δεκάρες στο ιδρωμένο μαντήλι σου κι ισοζύγιασε λιγάκι το κορμί, ημέρεψαν οι ανάσες και κόπασε η ανείπωτα οδυνηρή τρικυμία, δυνάμωσε κι η ματωμένη γροθιά που πεισματικά γρατζουνούσε το βυθό του πιθαριού και κίνησες ξανά να βγεις στο μονοπάτι....

 

Στην αρχή τρεμουλιάζοντας πάλευες να ξανακερδίσεις τη δύναμή σου και το μπαλάντσο σου κι ύστερα να πασχίσεις πιο θαρρετά κι επίμονα λες και σε πήραν οι μήνες στο κατόπι κι έπρεπε να πατσίσεις τα χρεώγραφα! Κάθε δεκάρα να την ανταλλάξεις με μια μικρή νίκη, για κάθε στιγμή πόνου μια μικρή ζωγραφιά! Καινούριο μαντήλι, τούτη τη φορά μουσκεμένο από τις μικρές νίκες σου...

Σαράντισες και βγήκες με το κλαδευτήρι στην παλάμη και την απόφαση να καταφέρεις να εξαλείψεις, να επισκευάσεις και να επαναφέρεις σιγά-σιγά...

"Θα κλαδέψεις και τις ορτανσίες;"

"Όχι από τώρα! Όχι τέτοια εποχή..."

Θαύμασες, όμως, τις κρεβατιές τόσο όμορφα φρεσκοκλαδεμένες -αν και σε συνεπήρε η τόση βιασύνη σου για ομορφιά- και μετρούσες στο νου τα τσαμπιά που θα γεννοβολούσαν το ερχόμενο καλοκαίρι... 

Οχτώ ντουζίνες τριανταφυλλιές καθεμιά με το δικό της κούρεμα. Μην τις αγγίξει άλλο χέρι, μοναχά το δικό σου. Καθεμιά έχει τα γούστα της! Αλλά οι περισσότεροι δεν νιώθουνε. Σαν των γιατρών τα πρωτόκολλα. "Κάθε τρίχα της κεφαλής μας διαφέρει", λέει η μάνα μου. Και "κάθε τριανταφυλλιά", συμπληρώνω. "Όπως και κάθε άνθρωπος με κάθε αρρώστια..."

Η μια θέλει γερό κλάδεμα, η άλλη ίσα-ίσα, άλλη να την αφήσεις ψηλή γιατί της κρύβουν τον ήλιο κι άλλη να μην της πειράξεις όλα τα τρυφερά βλαστάρια γιατί είναι γέρικη και δυσκολεύεται να πετάξει ξανά δυνατό κλαρί από το ροζιασμένο σκληρό παλιό κορμί της. Έχει να κάνει, λοιπόν, με το νταμάρι, με τα χώματα, με τη θέση του ήλιου και τη σκιά, με τα χρόνια που κουβαλά, με το ιδιαίτερο το σκαρί της, τις αρρώστιες της, ίσως ακόμα και τα χούγια της ψυχής της!... κι αν, καμιά φορά, λαθεύω κι εγώ, την αφουγκράζομαι καλύτερα την επόμενη χρονιά και σιγά-σιγά τη φέρνω στα ίσια της και την γιατροπορεύω...

 

"Τις ορτανσίες;"

"Άσε τις ορτανσίες. Αν τις κλαδέψω από τώρα, θα πετάξουν βλαστούς που θα τσουρουφλιστούν στις παγωνιές του χειμώνα. Άσε που ακόμη οι οδηγίες τους είναι ασαφείς ' δε δίνουν σήμα να σε πληροφορήσουν τί να κρατήσεις και τί να διώξεις..."  

Μα, δεν είναι μονάχα τούτος ο λόγος...

Γκρίζα κεφάλια γερτά στις πράσινες φυλλωσιές. Μουντές κι αγέλαστες. Τις προσπερνάς και καθαρίζεις το υπόλοιπο τοπίο από ξερόφυλλα, αγριόχορτα, λαίμαργα κι "άχρηστα" κλαδιά, μαραμένα λουλούδια και πανιασμένα από το κρύο οπωροκηπευτικά. Κι απομένουν αυτές με το μουσκεμένο κεφαλάκι τους απ'τις βροχές να βαραίνει και πότε να σκαλώνει ανάμεσα σε κλαδιά, πότε ν'ακουμπά μισοτσακισμένο στην ξερολιθιά....

Παραμένουν, λοιπόν, αγαπημένα μου τα χρώματα τα βασικά: το καθαρό γαλάζιο της θάλασσας και τ'ουρανού, το βαθύ κόκκινο του αίματος και της άγριας ανεμώνας, το φωτεινό κίτρινο του ήλιου και της φυλλωσιάς που κάτω από τις ξέμακρες ακτίδες του υποδέχεται το χειμώνα...

 

Και, νάσου το ματωμένο κόκκινο του πάθους και της γιατρειάς να σταλάζει στους γκρίζους κροτάφους της ξεθωριασμένης γέρικης ορτανσίας! Νά, τα χρυσοκίτρινα φορέματα να χρωματίζουν την παλιά ανιαρά ολοπράσινη φορεσιά της! Ιδού, να γεννιούνται καινούρια χρώματα με τις πινελιές του παγωμένου Δεκέμβρη! Κι όσο το συλλογίζεσαι: να σου θυμίζουν κείνες τις μικρές νίκες που συνεχίζεις να μαζεύεις ματωμένο κομπόδεμα στο μουσκεμένο μαντήλι...

Θαρρείς μάθανε πως έρχονται Χριστούγεννα και θέλησαν να στολιστούν κι αυτές γιορτινά, προσμένοντας και τούτες τον ερχομό του Θείου Βρέφους...

Καλά κι ευλογημένα Χριστούγεννα!

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Έθιμα και παραδόσεις του Δωδεκαήμερου της παλιάς Αθήνας (Χριστούγεννα & Πρωτοχρονιά)

Κάλαντα, Αθήνα 1950-60-Βούλα Παπαϊωάννου
 

Συνήθως, όταν αναφερόμαστε σε έθιμα και παραδόσεις ο νους μας πάει στην ύπαιθρο και στην επαρχία. Έτσι σπάνια κανείς πετυχαίνει αναφορές για τα της πρωτευούσης. Προφανώς γιατί τα περισσότερα σβήσανε νωρίς... Ας πάρουμε μια "λαογραφική γεύση", λοιπόν, από τον εορτασμό του Δωδεκαημέρου στην παλιά Αθήνα από την πένα του Δημητρίου Καμπούρογλου (1852-1942) και τα σπουδαία έργα του "Αἱ παλαιαὶ  Άθῆναι" και "Ἰστορία τῶν Ἀθηναίων -Τουρκοκρατία" (τρίτομο):

Νικηφόρου Λύτρα-Τα κάλαντα (1872)

"Τὸ Δωδεκαήμερον ἤρχιζεν ἀπό τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων καὶ ἐτελείωνε τὴν παραμονὴν τῶν Φώτων. Κατ' αὐτὸ ἰδίως ἐσωρεύθησαν αἱ πλεῖσται θρησκευτικαὶ προλήψεις, δοξασίαι, δεισιδαιμονίαι καὶ ἐορτασμοί. Ἐλέγετο δὲ κοινῶς "τοῦ Κολοβελονίου" ' διότι κατ' αὐτὰς τὰς ἠμέρας ἤρχοντο οἱ καταχθόνιοι οὖτοι Δαίμονες [...] " ("Η ιστορία των Αθηναίων", τόμος Γ'")

(Δ.Γρηγορίου Καμπούρογλου, "Η ιστορία των Αθηναίων", τόμος Α'")


 "Τότε ἐπέρχεται η στρατιὰ τοῦ Βάκχου, ἠ ὁποία ἀοράτως κρυφοζῇ εἰς τοὺς δρυμοὺς καὶ εἰς τὰ κάρκαρα [...], τότε τὰ μεσάνυχτα τῆς παραμονῆς ἐπέρχοναι κατὰ τῆς πόλεως διὰ νὰ παρενοχλήσουν ἰδίως τοὺς αὐστηροὺς τηρητὰς  τοῦ νἐου θρησκεύματος: τὶς γρῃές. Ἅν δὲ εἰσέρχονται διὰ τῆς καπνοδόχης, τοῦτο συμβαίνει, διότι ἡ πορτίτσα εἶναι ἀσφαλῶς κλεισμένη καὶ Σταυρὸς διὰ κατραμίου εἰς τὸ ὑπέρυθρον σχηματισμένος. [...] Καὶ ἐν τούτοις τὸ ὄρθιον καὶ εἰδικὸν ξύλον τὸ ὀποῖον τοποθετεῖ ἡ γραῖα εἰς τὴν παραφωτιὰν, δίδουσα κ' εἰς αὐτὸ τοῦ Καλικαντζάρου το ὄνομα: Κολοβελόνη ἐν Ἀθήναις ἀποκαλουμένου -ὡς ἀπεδείξαμεν ἀλλοτε [...] πρόκειται περί τῆς αὐτῆς λέξεως, ἀφοῦ καὶ αὐτὸ τὸ αἰχμηρὰ φύλλα ἔχον δένδρον: ὁ Κέντρος λέγεται καὶ Κάντζαρος- τὸ ξύλον αὐτὸν τῆς παραφωτιὰς καιόμενον δημιουργεῖ πολύτιμον τέφραν τὴν ὁποίαν ἐπιμελῶς περισυλλέγουσα ἡ γρῃὰ ραντίζει μὲ αὐτὴν τὸ ἀμπελάκι της." ("Αι παλαιαί Αθήναι")

καλικάντζαροι

"Τότε, ὅλες ᾑ ψυχαὶς, καλαὶς καὶ κακαίς, εἶναι στὴ γῆ - λύμα τὰ δαιμόνια. ᾙ καλαὶς βλέπουν τοὺς συγγενεῖς των ποῦ τοὺς ἔχουν ἀποθυμίσῃ καὶ ᾑ κακαὶς εἶναι οἱ κολοβελόνηδες. Εἴχαν δὲ καὶ ἄσβυστο-ἀκοίμητο- καντῆλι διὰ τῂς ψυχαὶς καὶ δεν ἐνυκτέρευον ' μιὰ πεθερὰ ὄμως δὲν 'μποροῦσε νὰ βλέπῃ τὴ νύφη της νὰ κάθεται τὸ βράδυ σταυροχεριασμένη καὶ τῆς λέει "ἔλα νύφη νὰ ξεμματίσωμε κουκιὰ" καὶ καθήσανε στὴν παραφωτιὰ ' μόνε βλέπουν εὐθὺς καὶ κατεβαίνουν ἀπό τὰ κεραμίδια δύο ἄγριοι κολοβελόνηδες' ὁ ἕνας κρατοῦσε ματσοῦκι καὶ ὁ ἄλλος καλάμι. Καὶ ἐκεῖνος ποῦ κρατοῦσε τὸ καλάμι ἐδειρε τὴ νύφη χωρὶς νὰ πονέσῃ καὶ πολὺ, καὶ ὁ ἄλλος ποῦ κρατοῦσε τὴν ματσοῦκα κατασκότωσε τὴ γρηὰ στὸ ξύλο. Κατὰ τὴν ἐκτέλεσιν ταύτην τῆς ποινῆς ἐτραγώδουν διὰ φωνῆς δαιμονιώδους τὸ ἆσμα:

"Παρωρίταις εἴμαστε,

παράωρα γυρίζομε

κουκκιὰ δὲν ξομματίζομε.

Βάρα τὴ γρηὰ μὲ τὴ ματσοῦκα

καὶ τὴν νειὰ μὲ τὴν καλάμα.""

("Η ιστορία των Αθηναίων", τόμος Γ' & Α"')

Κάλαντα, Αθήνα 1950-Κωνσταντίνος Μεγαλοκονόμος

 

" Τὸ κατὰ τὴν παραμονὴν τῶν Χριστουγέννων ψαλλόμενον ὑπὸ τῶν παίδων ἐν Ἀθήναις ᾇσμα δὲν εἷναι τὸ γνωστὸν: "Καλὴν ἐσπὲραν ἄρχοντες, κ.τ.λ.", ἀλλ' ἕτερόν τι ἔχον οὕτω: 

Χριστόγεννα, πρωτόγεννα, πρώτη γιορτὴ τοῦ κόσμου,

ὀποῦ 'γεννήθη ὅ Χριστὸς νὰ σὠσῃ τοὺς ἀνθρὠπους.

Στὸ μέλι ἐγεννήθηκε, στὸ γάλα ἀναθράφη.

Τὸ μέλι τρῶν' οἱ ἀρχοντες, τὸ γάλα οἱ ἀφεντάδες.

.............................................................................

Καὶ βάλε τὸ χεράκι σου στὴν ἀργυρῆ σου τσέπη' 

ἀν εἶναι χίλια, δός μάς τα, κι' ἀν εἶν' καὶ δυὸ χιλιάδες

ἀν εἶναι τρεῖς καὶ τέσσαρες, κι' αὐτὰ μὴν τὰ λυπᾶσαι.

Σ'αὐτὸ τὸ σπῆτι ποὔρθαμε πέτρα νὰ μὴ ραϊσῃ

κι' ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ χρόνους πολλοὺς νὰ ζήσῃ." *

 ("Η ιστορία των Αθηναίων", τόμος Α'")

[* π.β. : ευχετήρια κάλαντα Φώτων στο Πήλιο- "καλησπερίσματα" ]

κάλαντα-μοιρασιά, Αθήνα 1950-Δημήτρης Χαρισιάδης

"Τὴν ἥμέραν τοῦ Ἀγίου Βασιλείου κατ' ἐξαίρεσιν δὲν ἐσκούπιζον, ἔκρυπτον μάλιστα τὴν σκοῦπα, τὸ θυμάρι ὅπως τὴν ἔλεγον, καὶ οὔτε ἀνέφερον τὸ ὄνομὰ του. 

Ἐπήγαινον δὲ εἰς τὴν ἐκκλησίαν, κρύπτοντες εἰς τὰ θυλάκιά των ἔν ρόδι καὶ ἐπιστρέφοντες ἐσπαζον τοῦτο εἰς τὸ μέσον τῆς αὐλῆς λέγοντες: "Χρόνια πολλὰ κι' εὐτυχισμένα".

Τὴν μεσημβρίαν ἔκοπτεν ὁ οἰκοδεσπότης τὴν βασιλόπητταν εἰς τὰ τέσσερα σταυροειδῶς. 

Μετὰ τὸ τέλος τοῦ φαγητοῦ τὸ τραπέζι ἐστρώνετο ἐκ νέου καὶ ὅστις τοὺς ἐπεσκέπτετο ἐλάμβανε κάτι ἐξ αὐτοῦ, συνήθως γλύκισμα.

Δῶρα ἄλλα πλὴν χρυσῶν νομισμάτων δὲν ἐδίδοντο. Χάριν τῆς ἐπικρατούσης κατὰ την ἡμέραν ταύτην ἐλευθεριότητος ἔλεγον τὴν παροιμιώδη ἔκφρασιν, "Ὀ Άϊ Βασίλης κάμπος μὲ τὰ λουλούδια"." ("Η ιστορία των Αθηναίων", τόμος Γ'")

 

Σπυρίδωνος Βικάτου - Χριστουγεννιάτικο δένδρο (προ 1932)

("Η ιστορία των Αθηναίων", τόμος Α'")

 

"Πολὺ χαρακτηριστικὴ εἷναι ἡ πρὸς τὸν Γεννάρην -Καλαντάρην- ἀπευθυνομένη ἰδίως προσφώνησι:

Κατὰ τὸ δεῖπνον δηλ. τῆς παραμονῆς τὰ κορίτσια τοῦ σπιτιοῦ τὴν πρώτην μπουκιὰ ποῦ ἔβαζαν εἰς τὸ στόμα των τὴν ἀπέσυρον μὲ τρόπον καὶ τὴν ἐφύλαττον μὲ προσοχή. Οἱ γεροντότεροι προσποιοῦντο ὅτι δὲν ἀντιλαμβάνοντο τοῦτο. Ὅταν δὲ ἐπήγαιναν νὰ κοιμηθοῦν αἱ κόραι, ἐτοποθέτουν τὴν μπουκιά των αὐτὴν κάτω ἀπὸ τὸ προσκέφαλόν των. Μὲ τὸ πρῶτον ὄνειρον -αὐτὸ ἧτο σημαντικὸν καὶ μυστηριῶδες- ἐξυπνοῦσαν, ἔπαιρναν τὴν μπουκιὰ ποῦ ἦτο κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι των, ἄνοιγον τὸ παράθυρον, τὴν ἐπετοῦσαν καὶ προσφωνοῦσαν ὡς ἐξῆς:                           

Ὥ Γεννάρη Καλαντάρη

καὶ καλὰ καλαντισμένε!

Ἐκεῖ στὴ Γέννα ποῦ θὰ πᾷς καὶ κεῖ ποῦ θὰ γυρίσῃς,

ἐκεῖ 'ναι ᾑ Μοίραις τῶν Μοιρῶν καὶ ἡ δική μου ἡ Μοῖρα.

Ἄν εἶναι πλούσια καὶ καλή, πές της νἀρθῇ να μ'εὕρῃ,

κι' ἄν εἶναι καὶ πεντάφτωχη, πάλι νἀρθῇ νὰ μ' εὕρῃ."

("Αι παλαιαί Αθήναι")

 

κουραμπιέδες -Βούλα Παπαϊωάννου

(Σημ. Τα κείμενα του Καμπούρογλου αφορούν, προφανώς, εποχές παλαιότερες εκείνων που απεικονίζουν οι φωτογραφίες (από το αρχείου Μουσείου Μπενάκη). Βέβαια εκείνα τα χρόνια δεν ήταν έτσι ραγδαία η εξέλιξη και οι αλλαγές στον κοινωνικό βίο, στα ήθη και στα έθιμα...)

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

Άγιος Μόδεστος, ο προστάτης και θεραπευτής των ζώων


 Για τον Άγιο Μόδεστο, προστάτη των ζώων έχω κάνει στο παρελθόν άλλες δύο αναρτήσεις, εδώ:

Άγιος Μόδεστος, ο προστάτης των ζώων

και εδώ:

 `Αγιος Μόδεστος, ο προστάτης των ζώων...

Είναι, όμως, τόσο πλούσια τα λαογραφικά στοιχεία που διαρκώς ανευρίσκω για τα έθιμα που λαμβάνουν χώρα κατά την ημέρα της γιορτής του (η μνήμη του εορτάζεται στις 16 ή στις 18 Δεκεμβρίου*) και τόσο ενδιαφέρουσα έως και συγκινητική, πολλές φορές, η σχέση και αλληλοεξάρτηση του λαού μας με τα οικόσιτα ζώα του (με τα οποία συμβίωνε επί χιλιετίες) η οποία διαφαίνεται μέσα από τούτες τις παραδόσεις που, φέτος, θα του αφιερώσω μία ακόμη, ως συμπληρωματική των παλαιοτέρων.


Ξεκινάω από καταγραφές που αφορούν το Πήλιο, από το σπουδαίο λαογράφο μας Γιώργο Θωμά και τη μελέτη του "Ο πολιτισμός του Πηλίου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας" (Τα κείμενά του είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα: http://www.stavromana.gr/000menu.html):

"Στον αγιασμό για τα ζώα, του Αγίου Μοδέστου:

Πανηγυρική σύναξη, αντρών κυρίως, παρατηρούνταν σε όλα σχεδόν τα προαύλια των μητροπολιτικών ναών του Πηλίου και κατά τη «γιορτή των ζώων» το πρωινό του Αγίου Μοδέστου (18 Δεκεμβρίου). Είταν συνήθως οι ιδιοκτήτες (ή οι παραγιοί) μουλαριών, αλόγων (σπάνια και γαϊδουριών) και βοδιών (στα ποιμενικά χωριά του ΒΑ Πηλίου και γιδοπρόβατων), που οδηγούσαν ως εκεί τα ζώα τους να τ’αγιάσει ο παπάς(1). Γινόταν βέβαια πρώτα η λειτουργία κι ύστερα διαβαζόταν ο αγιασμός στο νάρθηκα του ναού ή στη μέση της ζωοσύναξης, αν το επέτρεπε ο καιρός. Με τον αγιασμό ραντίζονταν άνθρωποι και ζώα, ενώ ο παπάς και το άλλο εκκλησίασμα εύχονταν να είναι γερά και να ζήσουν τα τετράποδά τους. Έπαιρνε επίσης ο καθένας λίγο αγιασμό κι έβρεχε μ’αυτόν το στάβλο. Στην Άλλη Μεριά πήγαιναν στην εκκλησία και τις «κουλούρες των βοδιών» -όσα βόδια τόσες κουλούρες- να τις διαβάσει ο παπάς. Τις έπαιρναν κατόπι και τις κάρφωναν στα κέρατα των βοδιών τους, για να τις δώσουν στο τέλος να τις φάνε τα ίδια.

Οι κάτοικοι του Βένετου ωστόσο δεν αρκούνταν μόνο σ’αυτό τον αγιασμό. Άναβαν φωτιές και περνούσαν όλα τα ζώα τους (μουλάρια, γαϊδούρια, γίδες, πρόβατα κλπ.) μέσ’ απ’ τις φλόγες(2).

Στη συνοικία «Κουκουράβα» της Μακρινίτσας, ίσως και σε άλλες περιοχές, η εκδήλωση διατηρούσε τις προεκτάσεις της: Κάποιες νοικοκυρές που είχαν ζώα, έβραζαν σε καζανάκια φασόλια με ρύζι ή ρεβύθια με κοπανισμένο σιτάρι και πρόσφερναν από δυο πιάτα σ’ όλα τα σπίτια της περιοχής, «για το καλό των ζώων τους» και «για το καλό της μέρας». Συνήθιζαν επίσης μερικές γυναίκες να ρίχνουν και αγιασμό σ’αυτά τα φαγητά, απ’αυτόν που διάβαζε ο παπάς την ίδια μέρα(3).

Στην Τσαγκαράδα και την περιοχή της ο γιορτασμός των ζώων συνδυαζόταν και με γλέντι. Ύστερ’ απ’ τη λειτουργία (συλλείτουργο) στο ναό του Αγίου Στεφάνου, παρέες-παρέες οι άντρες, επισκέφτονταν τα σπίτια, όπου οι νοικοκυρές τούς κερνούσαν τσίπουρο με λουκουμάδες, που έφκιαναν επίτηδες. Κάποιες παρέες έπαιρναν και τα λαλούμενα μαζί και πήγαιναν όλοι τραγουδώντας στο δρόμο, μεταφέροντας το τραγούδι και την ευθυμία τους και μέσα στα σπίτια. Το μεσημέρι έτρωγαν σ’ένα απ’αυτά, κι ύστερα συνέχιζαν τις επισκέψεις τους έως το βράδι(4).

Η πρώτη (χρονικά) περιγραφή της εκδήλωσης στο Πήλιο έγινε στα 1893 από το Ζωσιμά Εσφιγμενίτη στο περιοδικό του «Προμηθεύς» (Ιανουάριος 1893): «...ἀλλά καί ἐν τῶ νομῶ Λαρίσης ὑπάρχουσι πολλαί ἐκκλησίαι ἐπί ὀνόματι τοῦ ἁγίου Μοδέστου, ἀλλά τί πρός τοῦτο, ὅπου γίνεται καί ἀγρυπνία καί ὅλα τά ζῶα των μικρά καί μεγάλα οἱ πατέρες (δηλαδή οι παπάδες) συνάζουν ἐκεῖ εἰς ἕν μέρος καί τά ἁγιάζουσιν ἀφοῦ κάμουν τόν ἁγιασμόν καί οὐ μόνον ἐν τῶ Ἁγίω Ὂρει ἀλλά καί ἐν Θεσσαλία ἐν τῆ ἐπαρχία Δημητριάδος εἰς ὅλας τάς κωμοπόλεις τῆς Ζαγορᾶς (δηλαδή του Πηλίου) καί ἐν τῶ μοναστηρίω ὀνομαζομένω τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἧς ἡ μνήμη εἶναι τῆ 23 Αὐγουστου, εἰς στό χωρίον ὀνομαζόμενον Δράκιαν κείμενον ἔξωθεν τῆς Ζαγορᾶς, πανηγυρίξεται ὁ ἅγιος Μόδεστος».
(1) Οι ίδιοι φρόντιζαν να στολίσουν πιο πριν με άνθη την εικόνα του Αγίου Μοδέστου της εκκλησίας.
(2) Από προσωπική έρευνα στο χωριό το 1981.
(3) Αποστολίας Νάνου-Σκοτεινιώτη, Μακρινίτσα, όπ.π., σελ. 110-111. Το έθιμο διατηρήθηκε έως τα 1930 περίπου.
(4) Από προσωπική έρευνα στα 1978. Το έθιμο διατηρήθηκε ίσαμε τα 1920-1925."

(Γιώργου Θωμά, "Ο πολιτισμός του Πηλίου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας")

 

Η Αποστολία Νάνου-Σκοτεινιώτη στο βιβλίο της "Μακρυνίτσα" μας ταξιδεύει σ'αλλοτινές εποχές:

"Σκόρπιες μνήμες. Παιδικές αναμνήσεις που ξεπετάγονται συχνά ηλιοπρόσωπες, για να σε πάνε πίσω, στα αστραφτερά κι ανέμελα της πρωτονιότης χρόνια, και να σου θυμίσουν ανθρώπους και "συνήθια" που χάθηκαν, που ξεχάστηκαν και ξεχνιούνται, ενώ διαβαίνει η ζωή κι ο πολιτισμός και το σήμερα ανηφορίζουν καλντιρίμι, κατακτούν το χωριό και σβήνουν την παλιά ομορφιά. 

Ένα απ'αυτά τα "συνήθια" ήταν κι η γιορτή του Άη-Μόδεστου άλλοτε στην Κουκουράβα. Πλάι στην εκκλησία της Αγίας Μαγδαληνής είναι και σήμερα ακόμη το παρεκκλήσι του Αγίου Μόδεστου. Ο Άγιος Μόδεστος, προστάτης των ζώων, γιορτάζεται οκτώ μέρες πριν απ'τα Χριστούγεννα, δηλαδή στις 18 Δεκεμβρίου και μάλιστα λέν' στο χωριό πως, ό,τι καιρό κάνει εκείνη την ημέρα κάνει και τα Χριστούγεννα.

Αυτή τη μέρα, λοιπόν, συνηθιζόταν στην Κουκουράβα ως μερικά χρόνια πριν απ'τον πόλεμο, να έρχονται έξω από το παρεκκλήσι όλα τα μεγάλα ζώα της συνοικίας (μουλάρια και άλογα) και να περιμένουν να τ'αγιάσει ο παπάς. Μετά τη λειτουργία στο παρεκκλήσι διαβαζόταν αγιασμός έξω στο νάρθηκα κι ο παπάς ράντιζε τα ζώα, και τα ευλογούσε. Ύστερα αυτοί που συνόδευαν τα ζώα συνήθως οι ιδιοκτήτες ή οι παραγιοί τα γύριζαν τρεις φορές γύρω από την εκκλησία και, αφού δέχονταν τις ευχές απ'όλους τους εκκλησιαζόμενους να τους ζήσουν και να είναι γερά τα ζώα τους, αποχωρούσαν.

Ήταν μεγάλο πανηγύρι για το παιδομάνι τα παλιά χρόνια ο ερχομός των ζώων στον Άη-Μόδεστο. Ο νάρθηκας της ανατολικής πλευράς γέμιζε από παιδιά που χάζευαν τα ζώα. Και εκείνα όλα καλοπεριποιημένα, καλοσαϊασμένα με τα καλά τους σαμάρια ή τη σέλα, που επάνω τους φάνταζαν οι καινούριες γιάμπολες (=είδος στρωσιδιού) και τα μιτάφια (=υφαντά από τραγόμαλλο), άλλα φρούμαζαν και χτυπούσαν τα πόδια κι άλλα αδιάφορα κουνούσαν τα αυτιά και την ουρά τους και περίμεναν υπομονετικά. Έξω απ'τον Άγιο Μόδεστο στην Κουκουράβα μαζεύονταν τριάντα-σαράντα άλογα και μουλάρια, που μπορεί να ήταν περισσότερα την εποχή που ευημερούσε η συνοικία. Κι όλα αυτά τα ζώα άκουγαν στα ονόματα: Αράπω, Γκεσούλι, Καράς, Ψαρής, Σουράς, Γερμανός, κλπ.

Μετά την εκκλησία ορισμένες νοικοκυρές απ'αυτές που στα σπίτια τους είχαν ζώα, ετοίμαζαν ένα ιδιαίτερο φαγητό σε μεγάλα τεντζερέδια ή καζάνια για κείνη την ημέρα. Έβραζαν φασόλια και μέσα έριχναν στο τέλος και ρύζι. Ή έβραζαν ρεβύθια και έριχναν μέσα κοπανισμένο σιτάρι. Ήταν δυο πιάτα πολύ πολύ νόστιμα, που όλοι τα περίμεναν στο χωριό. Γιατί ήταν συνήθεια τα πιάτα αυτά είτε φασόλια με ρύζι ή ρεβύθια με σιτάρι, να ροεύονται (=μοιράζονται) σ'όλα τα σπίτια σε δίσκους, ο απόγευμα της ημέρας τ'Άη Μόδεστου ή και την παραμονή. Δυο μεγάλες κουταλιές φασόλια με ρύζι στο πιάτο, πιπέρι επάνω και πλάι μια φέτα φρεσκοζυμωμένο ψωμί ή ρεβύθια καλοβρασμένα με ωραίο χυλωμένο σιτάρι πιπέρι και ψωμί.

Όπως είπε μια νοικοκυρά της Κουκουράβας 80 χρόνων, η κυρά Ευδοξία Λαχανίκα που πάντα στο σπίτι της είχαν ζώα, έριχναν μέσα στο φαγητό που μοίραζαν για τα ζώα και αγιασμό που έπαιρναν το πρωί από την εκκλησία μετά τη λειτουργία. Και μοίραζαν το φαγητό για το καλό των ζώων τους, που τους δούλευαν και τους ζούσαν και για το καλό της μέρας. [...]"

( Αποστολία Νάνου-Σκοτεινιώτη, "Μακρυνίτσα")


Για τη λατρεία του Αγίου Μοδέστου στην Κρήτη καταγράφει, μεταξύ άλλων, ο Νίκος Ψιλάκης στο ανεκτίμητης αξίας έργο του "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη" (εκδόσεις Καρμάνωρ):

"Στις λαϊκές εικόνες του ο Άγιος Μόδεστος εικονίζεται εν μέσω των ζώων. Η λαϊκή πίστη εκφράζει συναξαρικές διηγήσεις που θέλουν τον άλλοτε Αρχιεπίσκοπο Ιερουσαλήμων, γεννημένο στα χρόνια των διωγμών να κάνει πληθώρα θαυμάτων και να θεραπεύει τα ζώα. [...]

Τα συναξαρικά κείμενα φαίνεται να αποτελούν και στην περίπτωση της Κρήτης, υπόβαθρο των λαϊκών διηγήσεων και των παραδόσεων που ακούγονται, όπως συμβαίνει και αλλού. Μια μεγάλη ομάδα σχετικών παραδόσεων αναφέρεται σε θαυματουργικές ιάσεις ζώων και άλλες εστιάζονατι στη ζωή και στα θαύματά του. Λέγεται ότι ο Μόδεστος ανάστησε το κοπάδι ενός φτωχού βοσκού του οποίου όλα τα ζώα είχαν ψοφήσει από το χιόνι, ενώ παλιότερα συνήθιζαν να τάζουν στον Άγιο άρτους για να βοηθήσει στην εξημέρωση των βοδιών που προορίζονταν για το ζυγό! [...]

Ο πιο γνωστός ναός του Αγίου Μοδέστου στην Κρήτη ανήκει στην ενορία Βαγιωνιάς Μονοφατσίου. Και η γιορτή που γίνεται εκεί είναι από τις πιο χαρακτηριστικές ίσως και ολοκλήρου του ορθοδόξου κ΄σομου. η προσφορά ζώων και τα κάθε λογής τάματα συνθέτουν μια σπάνια λατρυετική εικόνα σε συνδυασμό με τους ευχαριστήριους άρτους, τη λιτάνευση της εικόνας, ακόμα και την τελετουργική περιφορά των ζώων γύρω από τον ναό. [...] Οι προσκυνητές από τη Βαγιωνιά και τα κοντινά χωριά άρχιζαν να κατάφτάνουν από το πρωί. Είκοσι περίπου από αυτούς έφεραν μαζί τους ζώα, άλλοι μέσα σε σκεπασμένα καλάθια, σε τσουβάλια, ή σέρνοντάς τα με σκοινιά. Τα περισσότερα ήατν κουνέλια και κοτόπουλα. Η λατρευτική εικόνα του Αγίου ήταν τοποθετημένη έξω από την είσοδο του ναού, κάτω από υπ΄σοτεγο που κατασκευάστηκε επειδή συχνά βρέχει την ημέρα της γιορτής. Μερικοί από τους προσκυνητές πήγαιναν στην εικόνα με τα ζώα, προσκυνούσαν χωρίς να τα αφήνουν από τα χέρια τους ή τα άφηναν για λίγο πάνω στο εικονοστάσι πριν τα παραδώσουν στην ενοριακή επιτροπή. Άλλοι περιέφεραν τα ζώα γύρω από την εκκλησία τρεις φορές και μετά τα παρέδιναν στον επίτροπο. Μερικοί από αυτούς αναρτούσαν χαρτονομίσματα στην εικόνα, πάνω από τα μεταλλικά τάματα στα οποία απεικονίζονατι κάθε λογής ζώα αλλά και άνθρωποι, και ανθρώπινα μέλη σημάδι πως τα τάματα που γίνονται στον Άγιο δεν αφορούν μόνο τα ζώα. Οι εορταστικοί άρτοι τοποθετήθηκαν κατά την επικρατούσα συνήθεια πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι για να ευλογηθούν. Ανάμεσά τους όμως υπήρχαν ασφράγιστα αρτίδια ασυνήθιστου ακανόνιστου σχήματος. Τα αρτίδια αυτά ζυμώνονται με συνεισφορά αλεύρου από πολλά σπίτια του χωριού. 

"Από παλιά συνηθίζουν να τάζουν τα ζώα τους στον Άγιο Μόδεστο και μερικοί τάζουν άρτους ζυμωμένους με αλεύρι από πολλά σπίτια. Από κάθε σπίτι παίρνουν ένα φλιτζάνι αλεύρι. Όσο αλεύρι μαζευτεί ζυμώνεται όλο. Πρέπει όμως να ζητήσουν αλεύρι από πολλά σπίτια για να μαζέψουν πολλές ντροπές."

Μετά τη λειτουργία ο επίτροπος έβγαλε στη δημοπρασία τα ζώα. Μέσα σε λίγη ώρα πουλήθηκαν όλα σε τιμές κατά πολύ ακριβότερες από τις πραγματικές. Οι πλειοδότες που ρωτήθηκαν ήξεραν πως πλήρωναν παραπάνω χρήματα, δεν αντιμετώπιζαν όμως τη συναλλαγή σαν εμπορική πράξη. Πίστευαν πως το ζώο που αγόρασαν δεν ανήκε σε κάποιον προηγούμενο ιδιοκτήτη, αλλά στον ίδιο τον Άγιο. Αιτιολόγησαν, μάλιστα, αυτήν την πεποίθηση τονίζοντας ότι το ζώο-τάμα παύει να αποτελεί κτήμα του ιδιοκτήτη του όχι από τη στιγμή που το παραδίδει στον επίτροπο του ναού, αλλά από τη στιγμή που γίνεται το τάξιμο. Απλώς, πιστεύουν, ο Άγιος το εμπιστεύεται στα χέρια του αφιερωτή για να το φροντίζει μέχρι να έρθει η ώρα της επίσημης (και τελετουργικής βέβαια) παράδοσης στα χέρια των ανθρώπων της εκκλησίας. Η πίστη αυτή ενισχύεται από μια μεγάλη σειρά παραδόσεων που ακούγονται όχι μόνο στην Κρήτη αλλά σε ολόκληρο το βαλκανικό χώρο και κάνουν λόγο για ζώα-τάματα τα οποία μεταβαίνουν μόνα τους στην εκκλησία σε περίπτωση που ο αφιερωτής αλλάξει γνώμη ή αποφασίσει να τα αντικαταστήσει με άλλα. Οι πλειοδότες θεωρούσαν ευλογία να έχουν στο σπίτι, στο στάβλο ή στο κοπάδι τους ζώα τα οποία αγοράστηκαν από τον Άγιο. [...]

Στον Άγιο Μόδεστο η πιο συνηθισμένη ευχή που απηύθυναν σε αυτούς ήταν: "Να βλέπει η χάρη του κι εσένα και το βιος και τα παιδιά σου." Στο τέλος μετά τη λειτουργία στρώθηκε πρόχειρο τραπέζι κάτω από το υπόστεγο με μπακαλιάρο, σουπιές και άλλα νηστίσιμα.[...]

Κατά την ημέρα της εορτής οι βοσκοί και οι κάτοικοι οικόσιτων ζώων βάζουν κάτω από την εικόνα μικρά σακιά με ρόβι, σιτάρι, κριθάρι ή άλλους καρπούς. Μετά τη λειτουργία τα παίρνουν, τα αποθηκεύουν και τα δίνουν στα ζώα τους. Πιστευούν ότι με αυτόν τον τρόπο μεταφέρουν την ευλογία του Αγίου.[...]" 

(Νίκου Ψιλάκη, "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη, εκδόσεις Καρμάνωρ)


 Για την Κρήτη μας πληροφορεί κι ο Δημήτριος Λουκάτος ("Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης"): 

 "Στην Κρήτη τηρούν αυστηρά την αργία του, με μια συγκινητική μέριμνα, να μην κουράσουν και τα ζώα, την ημέρα εκείνη. Σταματούν το όργωμα ή και τα βαριά κουβαλήματα, αν πρόκειται να ταλαιπωρήσουν τα ζώα και να θυμώσει ο άγιος."  

και, κατόπιν, αναφέρει μια πολύ ενδιαφέρουσα καταγραφή του φοιτητή του Ε.Ψωμά (το1980) στο χωριό Εξάντη Ρεθύμνης:  

"Στο Χωριό Αχλαδέ, γύρω στα 1930, κάποιος βγήκε να οργώσει με τα βόδια του, την ημέρα τ'αγίου Μόδεστου, στην πλαγιά. Εκεί που όργωνε αδιάφορος, ξεκόλλησε απ'την κορφή του βουνού ένας πελώριος βράχος και άρχισε να κατρακυλά προς τον άνθρωπο. Την τελευταία στιγμή ο βράχος πήδησε και ξανασκέλισε τα βόδια κι έπεσε, ίσα-ίσα, πίσω από το αλέτρι. Ο άγιος λυπήθηκε τα ζώα. Ο γεωργός φοβήθηκε, και μόλις εσώθηκε, αμόλησε τα ζώα κι εσταμάτησε το όργωμα... Το βράδυ στο χωριό διηγήθηκε τι έγινε, που όλοι το θεώρησαν θαύμα, και πιο πολύ που στάθηκε ο βράχος και δεν προχώρησε πιο χαμηλά. Από τότε, όλες οι οικογένειες κάνουν, στη γιορτή του αγίου, αρτοκλασίες."

(Δημήτριος Λουκάτος, "Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης", εκδόσεις Φιλιππότη)

Καθώς τα παλιότερα χρόνια που δεν υπήρχαν μηχανήματα και τρακτέρ οι γεωργοί στηρίζονται κατά κύριο λόγο στη βοήθεια των ζώων για την καλλιέργεια των κτημάτων τους και για τη γενικότερη επιβίωσή τους, ο Άγιος Μόδεστος δε θα μπορούσε να μην είναι κατ'επέκταση και προστάτης των γεωργών, όπως και των κτηνοτρόφων. Για αυτό και ο Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας") αναφέρει ότι ο Άγιος Μόδεστος λατρευόταν από τους γεωργούς και ότι ανήμερα της γιορτής του:

"όπως λέγουν, τότε "γιορτάζουν τα βόδια" και γίνεται, με κοινόν έρανο των γεωργών συλλείτουργο με κόλυββα και αγιασμό στην εκκλησία. Κόλυββα και αγιασμό δίνουν και στα ζώα που οργώνουν.

Στη Λήμνο οι ζευγάδες κάνουν κόλλυβα για τα ζώα τους, τα πηγαίνουν στην εκκλησία και τα διαβάζει ο παππάς. Στην ταγή για τα βόδια ρίχνουν κι αυτά τα κόλλυβα."

Στο Δρυμό της Μακεδονίας οι γεωργοί "υψώνουν" και το ύψωμα το δίνουν εις τα ζώα να το φάνε και τα εύχονται να ζήσουν χρόνια πολλά.

Στα Τελώνια της Λέσβου παίρνουν τον αγιασμό και πάνε στα χωράφια, για να γλιτώσουν από τις αρρώστιες, τις ακρίδες, απ'ούλα. Σκόλη τό'χουνε κείνη την ημέρα για να κάνουν μόδια πολλά."

 ( Γεώργιος Μέγας, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")

 
Εξάλλου, και το ίδιο το όνομά του - που λέγεται ότι του δόθηκε από κάποιον Ρωμαίο Συγκλητικό που τον υιοθέτησε και συνεπώς ετυμολογείται από το λατινικό modestus ως άνθρωπος του μέτρου, σεμνός (Δ.Λουκάτος) - πάντα θύμιζε στους γεωργούς μας το "μόδι" (μέτρο χωρητικότητας για τα σιτηρά) κι επομένως οι ιδιότητες τούτου του αγίου επεκτάθηκαν και ως προς την προστασία της καλλιέργειας και την αύξηση της συγκομιδής. Χαρακτηριστική η ευχή "Χίλια μόδια!" που συνήθιζαν να ανταλλάσσουν οι χωρικοί την ημέρα της γιορτής του. Προστάτης, λοιπόν, των ζώων, των γεωργών και των κτηνοτρόφων!

Θεόφιλου

Αλλά πολύτιμες πληροφορίες (πολλές από πονήματα του λαογράφου Στεφάνου Ημέλλου) για τον Άγιο Μόδεστο συγκεντρώνει και η Α.Οικονόμου στο άρθρο της "Πολιτισμικές και κοινωνικές όψεις της εξημέρωσης των ζώων στην ελληνική παραδοσιακή κοινωνία"

"...Η λαϊκή πίστη, εκτός από προστάτη και θεραπευτή των αροτριώντων ζώων, γιατί χωρίς αυτά δε μπορούσαν να καλλιεργήσουν τη γη, και κατ'επέκταση προστάτη των γεωργών και πρωτοκαλλιεργητή όπως πιστεύουν και στα Τελώνια της Λέσβου: "Αυτός ο Άγιος εκαλλιέργησε πρώτος τη γη. Ήταν πρωτοζευγάς. Κάθε ισνάφ' έχει τον αρχηγός τ'. Σε μας τον έχουνε οι ζευγάδες." (Ήμελλος, 1992)

Τον Άγιο Μόδεστο τον τιμούν με αργία, συλλείτουργα, κόλλυβα, παρασκευή άρτων τα οποία καλούνται ζευτά, προσφορά και τάξιμο ζώων και άλλες αναίμακτες προσφορές. Π.χ. στην Νάξο "του Αγίου Μοδέστου εκάνανε οι νοικοκυράδες ζευτά. Είναι προς χάρη του βοδιού. Κάνουνε δύο πούλοι και τσοι ενώνουν με ζύμες και τσοι πάνε στα βόδια και τα γλείφουνε... Ύστερα που το γλείφουνε το παίρνουνε στο σπίτι και το τρώνε. Τα ζευτά τα δίνουν και τα τρώνε τα βόδια, γιατί τα προστατεύει ο Άγιος." (Ήμελλος, 1992) [...] Στην Νάξο, που είναι ένα ιδιαίτερα αγροτικό νησί, χαρακτηριστική είναι η παρακάτω θρησκευτική παράδοση, η οποία αναφέρεται στην εξημέρωση των ζώων από τον Άγιο Μόδεστο: "Αυτά τα βούδια που λέμε την παλιά εποχή ήταν άγρια και δεν ημπορούσανε να τα ζέψουνε ούτε στ'αλώνι ούτε στο ζευγάρι. Επήγαινε ο διάβολος και τ'αγκύλωνε και δεν τ'άφηνε να κάνουνε δουλειά. Ετότε ο Άγιος Μόδεστος τον επικάλεσεν ο κόσμος και επήγε και τα σταύρωσε και τον έκανε ζυόλουρο και τό'βαλε στο ζυό και ζεύλες στο ζυό και έφτειαξε το σταυρό και στο ζυόλουρο και στις ζεύλες. Και έτσι εμερέψανε τα βούδια και έκανε ο άνθρωπος τις δουλειές. Μερέψανε προς χάρι του Αγίου Μοδέστου." (Ήμελλος 1992, 61)"
(Α.Οικονόμου, "Πολιτισμικές και κοινωνικές όψεις της εξημέρωσης των ζώων στην ελληνική παραδοσιακή κοινωνία", περιοδικό της ελληνικής κτηνιατρικής εταιρίας 2011)

 

"Ο ζευγάς"- Νώντας Ρεντζής

 Αλλά, σύμφωνα με τον Δημήτριο Λουκάτο και: 

"στη Λέσβο ιδιαίτερα επίστευαν (και πιστεύουν) ότι ο "ανθρώπινος" άγιος Μόδεστος ήταν πρωτοκαλλιεργητής της γης και πρωτοζευγάς. Για αυτό και οι ζευγάδες του νησιού τον έχουν προστάτη στο ισνάφι τους (προσωπική μου καταγραφή στο χωριό Τελώνια το 1940). Διαβάζω αργότερα στο βιβλίο Χρ.Ι.Τραγέλλη, "Τα λαογραφικά της Καλλονής Λέσβου", ότι κάθε χρόνο στη γιορτή του Αγίου, ένας πρωτοζευγάς του τόπου (με τη σειρά του) ετοίμαζε άφθονους ζεστούς λουκουμάδες (χειμώνας σε ελαιοπαραγωγικό νησί) και τους εμοίραζε στα σπίτια και στα καφενεία."

Στη Θεσσαλία τον τιμούσαν επίσης πολύ. Είχε δε και παλιό Μοναστήρι, στην Πύρρα των Τρικάλων (Κοκκίνης, 39). Στα χωριά της Καλαμπάκας, συγκέντρωναν οι κτηνοτρόφοι τα ζώα τους έξω από το χωριό (Καλομοίρα) κι ο παπάς τα ράντιζε με τον αγιασμό της ημέρας.

Και στην Κύπρο ο άγιος Μόδεστος προστατεύει τα ζώα. Στη γιορτή του νοικοκυρές κάνουν κόλλυβα και τα πάνε στην εκκλησία να ευλογηθούν. Απ'αυτά δίνουν στα ζώα τους να φάνε, για να γλιτώνουν τις αρρώστιες και για να δίνουν (οι αγελάδες και τα πρόβατα) περισσότερο γάλα. (Μαρία Παρασκευοπούλου, "Recherches sur les Fetes religieuses pop. de Chypre")" 

(Δημήτριος Λουκάτος, "Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης")

 
"Ο μικρός ζευγάς"- Έκτωρ Δούκας

Ο Γεώργιος Αικατερινίδης στο έργο του "Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες" σημειώνει πως για τον Άγιο Μόδεστο οι όποιες προσφορές είναι αναίμακτες και πως: 

"Η είδηση από την Λήμνο κάνει λόγο για προσφορές, από όσους έχουν τάξιμο, γιδιών και αρνιών, που εκποιούνται με τον συνηθισμένο τρόπο υπέρ της εκκλησίας. Με πιο εξασθενημένη τη θυσιαστική μορφή η κρητική αναφέρει προσφορές στον Άγιο, διαζευκτικά, γάλακτος ή αρνιών." (Γεωργίου Αικατερινίδη,
"Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες")

"Όργωμα"- Βάλιας Σεμερτζίδης
 

*Οι δύο διαφορετικές ημερομηνίες εορτασμού του Αγίου Μοδέστου (16 και 18 Δεκεμβρίου αντίστοιχα), ουσιαστικά αφορούν δύο ομώνυμους Αγίους, Πατριάρχες Ιεροσολύμων, και μια σύγχυση που επήλθε μεταξύ των προσώπων αυτών. Ο Δημήτριος Λουκάτος μας κατατοπίζει σχετικά: 

"Ο Άγιος Μόδεστος [...] έγινε ονομαστός για τη δραστηριότητα και τα θαύματά του. Ένα από τα θαύματα αυτά συνετέλεσε να θεωρείται έκτοτε ο Άγιος, προστάτης των ζώων και των κτηνοτρόφων. Σε κάποιον, λέει, μεγαλοκτηματία, γύρω από τα Ιεροσόλυμα, ψοφούσαν τα ζώα από δηλητηρίαση. Ο Άγιος Μόδεστος διαπίστωσε, ότι το κακό προερχόταν από φαρμακερό φίδι, που έπινε απ'το κοινό νερό και το εμόλυνε. Με την παρέμβαση του Αγίου, τα άρρωστα ζώα συνήλθαν, και το μεγάλο φίδι εξοντώθηκε (μια "δρακοντοκτονία" κι εδώ). [...] Στις παλιότερες ακολουθίες του Αγίου Μοδέστου που είχαν υπόψη την παραδοσιακή βιογραφία του, οι διάφοροι ύμνοι μιλούσαν για την ιδιότητά του, του θεραπευτή των ζώων. Η νεότερη όμως σύνθεση (1952) υμνεί άλλον Μόδεστο του 7ου αιώνα που τον λέγει απλώς "ποιμένα" της εκκλησίας [...] Παρ'όλον όμως τον παραμερισμό του παλιού συναξαρικού Αγίου το επίσημο Αγιασματάριο της Εκκλησίας κρατεί τη σχετική παράδοση και περιλαμβάνει ευχή "εις κτήνη", που υποτίθεται ότι την απαγγέλλει ο ίδιος ο Άγιος Μόδεστος (συνθεμένη από τον Νικόδημο Αγιορείτη περί το 1800) [...]

 "Κὑριε, ᾽Ιησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλεήμων πανάγαθος [...] Σὺ γὰρ εἶ ὁ καὶ δι’ ἐμοῦ τοῦ ἀναξίου δούλου σου, τὸν μὲν ὄφιν θανατώσας, τὸν τὴν πηγὴν τοῦ ὕδατος τῷ ἑαυτοῦ ἰῷ διαφθείραντα, τὰ δὲ ἐξ αὐτοῦ πιόντα ζῷα καὶ νεκρωθέντα, τῇ ζωοποιῷ δυνάμει σου ἀναστήσας [...] Ἐπάκουσον ταύτης μου τῆς δεήσεως καὶ ἀπέλασον πᾶσαν θανατηφόρον ἀσθένειαν καὶ βλάβην ἀπὸ τῶν Βοῶν, Ἵππων, Ὄνων, Ἡμιόνων, Προβάτων, Αἰγῶν, Μελισσῶν, καὶ τῶν λοιπῶν ζῴων τῶν εἰς χρείαν ὄντων τῆς ζωῆς τῶν δούλων σου, τῶν ἐπικαλουμένων σὲ τὸν δοτῆρα πάντων τῶν ἀγαθῶν καὶ τὸ ἐμὸν ὄνομα. Καὶ δός, Κύριε, πᾶσι τοῖς τὴν ἐμὴν μνήμην ἐπιτελοῦσι καὶ μετὰ πίστεως προστρέχουσι τοῖς λειψάνοις, εἰρήνην σταθεράν, πληθυσμὸν ζῴων, ἀφθονίαν σίτου, οἵνου καὶ ἐλαίου, ἐπὶ πᾶσιν δὲ ἄφεσιν ἀμαρτιῶν, σωμάτων ὑγείαν καὶ τὴν τῶν ψυχῶν αἰώνιον σωτηρίαν. Ναὶ, Κύριε, ᾽Ιησοῦ Χριστέ, τοῖς ἰδίοις σπλάγχνοις ἐπικαμπτόμενος, οἴκτειρον τὰ πάσχοντα ζῷα, τῇ δρεπάνῃ τοῦ θανάτου ἀγεληδὸν θεριζόμενα καὶ ὡς λόγον μὴ ἕχοντα, μόνοις τοῖς μυκηθμοῖς καὶ ταῖς γοεραῖς καὶ ἀνάρθροις φωναῖς τὸ πάθος καὶ τὴν ὀδύνην αὐτῶν ἐλεεινῶς ἐξαγγέλοντα, ὥστε καὶ τοὺς λογικοὺς εἰς συμπάθειαν τούτων ἕλκεσθαι. «Εἰ γὰρ δίκαιος οἰκτείρει ψυχὰς κτηνῶν αὐτοῦ» κατὰ τὸ γεγραμμένον, πῶς οὑκ οἰκτειρήσῃς ταῦτα, ὁ τούτων ποιητὴς καὶ προνοητὴς; Σὺ γάρ, εὔσπλαγχνε, καὶ τῶν ἐν τῇ κιβωτῷ ζῴων ἐμνήσθης, ὑπὸ τῆς οἰκείας χρηστότητος καὶ τῶν οἰκτιρμῶν σου νικώμενος. ῞Ινα, διὰ τῆς εὐεξίας καὶ τοῦ πληθυσμοῦ τῶν βοῶν καὶ λοιπῶν τετραπόδων ζῳων, καλλιεργῆται μὲν ἡ γῆ αὐξάνωσι δὲ οἱ καρποὶ καὶ ἀφθόνως οἱ δοῦλοί σου οἱ ὲπικεκλημένοι τὸ ὅνομά σου ἀπολαύωσι τῶν ἰδίων γεωργιῶν· ἐκ τούτων δὲ πᾶσαν αὐτάρκειαν ἕχοντες, περισσεύωσιν εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν· καὶ δοξάζωσι μέν, Σὲ τὸν χορηγὸν παντὸς ἀγαθοῦ [...]"

 


Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020

Άγιε Ελευθέριε, ελευθέρωσέ μας!

 


"Όπως γυρίζει ο τροχός του Δεκέμβρη, τώρα μας φέρνει τη γιορτή του Αγίου Ελευθερίου στις 15 και του Αγίου Μοδέστου στις 18. Ο πρώτος λένε, προστατέυει τις έγκυες γυναίκες και τους δίνει "καλή λευτεριά", δηλαδή "καλή γένννα" κι ο δεύτερος είναι ο Άγιος των γεωργών." (Βασίλης Λαμνάτος, "Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας", εκδόσεις Δωδώνη)

 


Ο Δημήτρης Λουκάτος συγκεντρώνει αρκετές παραδόσεις του λαού μας που αφορούν την μέρα τούτη και τον Άγιο Ελευθέριο:

"Είναι από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις Αγίου, που από μόνο το όνομά του (χωρίς κανένα συναξαρικό στοιχείο) έχει γίνει, στις λαϊκές δοξασίες, προστάτης στην κάθε έννοια "ελευθερίας" (παρετυμολογική εφαρμογή της λαϊκής "σημαντικής") των λέξεων, όχι μόνο από φυλακίσεις, αιχμαλωσία, καταδυνάστευση, αλλά, το ειδικότερο από την εγκυμοσύνη των γυναικών που πάντα θεωρήθηκε ένα δύσκολο και επικίνδυνο στάδιο απελευθέρωσης. 

"Καλή λευτεριά" 

ευχόμαστε στις έγκυες και 

"Αη Λευτέρη, λευτέρωσέ με, με το καλό" 

λένε οι ίδιες. 

Είναι ο Άγιος που μπορεί να δώσει κυρίως την ευτοκία.

Ο Ν.Γ. Πολίτης στην εκτενή "ανθρωπολογική" μελέτη του για την Ευτοκία ("Ωκυτόκια", περιοδ. λαογραφία, τομ.6, 1917-8, σελ.299-346) διαπιστώνει, ότι 

"είναι γενική καθ'όλην την Ελλάδα η πίστις, ότι η χάρις του Αγίου τούτου παρέχει εύκολον ον τοκετόν, δια τούτο αι επίτοκοι επικαλούνται την βοήθειαν αυτού, και τελεσφόρος θεωρείται η επίθεσις του εικονισματίου του επί των ωδινουσών".

 Και σημειώνει, ότι 

"εν Αθήναις, εις το παρά την Μητρόπολιν εκκλησίδιον του Αγίου, συρρέουσι, κατά την ημέραν της εορτής αυτού, αι έγκυοι και ανάπτουσι κηρία, προ της εικόνος αυτού, ομοίως δε και όπου αλλού υπάρχουσιν εκκλησίαι αφιερωμέναι εις αυτόν" (σελ.339-40). (σημ. Συνεχίζεται και σήμερα -1984- καθώς και στις νεότερες εκκλησίες Αγίου Ελευθερίου των Αθηνών, επίσης δε και στο Περιστέρι, στα Καμίνια, στο Χαλάνδρι στο Αμαρούσι.)

Ο Πολίτης δε δέχεται υπερβολικές απόψεις ότι η λατρεία του Αγίου Ελευθερίου αντικατέστησε την αρχαία θεότητα Ειλειθυία (βλ. Μια χιονισμένη καλημέρα...του Αγίου Ελευθερίου σήμερα ), επισημαίνει όμως ότι και στην αρχαιότητα οι έγκυοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη "ελευθερώνομαι", για τον αίσιο τοκετό και "ελευθέρια" έλεγαν τις ευχαριστίες τους στον θεό (σελ.342).

Ιδιαίτερες περιγραφές για την επίκληση του Αγίου Ελευθερίου από τις επίτοκες και για την αυστηρή τήρηση της αργίας της γιορτής του από σεβασμό και από φόβο ακόμα έχουμε σε όλες τις λαογραφικές περιγραφές για τα έθιμα του τοκετού. Ήδη ο Δ. Καμπούρογλου (πριν απ'τον Πολίτη) γράφει για τους παλιούς Αθηναίους: 

"Καλόν εθεωρείτο, όπως η εγκυμονούσα κάμει λειτουργίαν εις ερημοκλήσι, "ανοίξη 'ρημοκλήσι" (σημ. Υπάρχει και κάποια ευτοκική, ομοιοπαθητική μαγεία.). Ιδίως επροτιμάτο ο κατά τον ελαιώνα Άγιος Ελευθέριος. Την ημέραν της εορτής του την εφύλατταν πολύ αι γυναίκες και ουδέποτε "έπιαναν βελόνα στο χέρι". " (Δημ. Γρ. Καμπούρογλου, "Ιστορία των Αθηναίων- Τουρκοκρατία, τομ.3, εν Αθήναις 1896, σελ.62)

Από την Κύπρο, ο γιατρός Ν.Γ. Κυριαζής ("Δημώδης Ιατρική", Κυπριακά Χρονικά, τομ.4, 1926, σελ17-8) μας πληροφορεί: 

"Αι ωδίνουσαι όταν βασανίζονται άνευ αποτελέσματος, ή και αποκάμνουσι, επικαλούνται την βοήθειαν του Αγίου λέγουσαι: "Άη Λευτέρη μου, και 'πολευτέρωσέ με!". 

Σε άλλη περίπτωση, 

"όταν κοπεί το νερόν του μωρού" (διαρραγεί το θυλάκιον) αι περί αυτήν γυναίκες λαμβάνουσι κερί της εκκλησιάς, δια να επισπευθεί ο τοκετός, και το επικολλούσι αναμμένον (ελεύθερο ως ένα σημείο) εις την θύραν του δωματίου λέγουσαι: "Άη Λευτέρη μου, χαρίζω σου τόσον!" (δηλαδή να βοηθήσει να γίνει ο τοκετός ώσπου να καεί το λιγοστό κομμάτι- σαν να ήταν κλεψύδρα). Αν, εν τω μεταξύ δεν έχει συντελεστεί ο τοκετός, αφήνουσι και άλλο μέρος του κηρίου ελεύθερον, επιλέγουσαι το αυτό και ελπίζουσαι να έχουν και τον τοκετόν... μέχρις ότου καεί ολόκληρον."

Στην Κρήτη (από ανέκδοτα κατάλοιπα "Το παιδί της Κρήτης", Μαρίας Λιουδάκη, 1940), σε δύσκολο τοκετό, οι γύρω γυναίκες, ή η μαμή (1938) έτριβαν το ραχοκόκκαλο της επίτοκης και της έλεγαν, σαν ξόρκι, το παρετυμολογικό δίστιχο: 

"Άη Λευτέρη, λευτέρωσέ το, και Άγιε Φανούρη, φανέρωσέ το."

Στη Λέσβο: Οι ετοιμόγεννες τάζουν στον άγιο Λευτέρη λειτουργιές για τη γιορτή του. Το ίδιο κάνουν και οι μαμμές, για να τους βγαίνουν καλά οι γέννες. Το παιδί που γεννιέται ύστερα από κακή γέννα οι μητέρες τους το ονομάζουν Λευτέρη σαν αφιέρωμα για την έπειτα υγεία του. (Π. Νικήτα, "Το λεσβειακό μηνολόγιο", 1953)

Στα χωριά της Κορινθίας, οι ετοιμόγεννες ζητούν από την εκκλησία την εικόνα του Αγίου Ελευθερίου να την έχουν στην ώρα της γέννας στο σπίτι τους.

Γνωστό είναι, ότι και πολλά μαιευτικά ιδρύματα και κλινικές, σε όλη την Ελλάδα, αναγράφουν για τίτλο τους τον Άγιο Ελευθέριο. 

Ο Άγιος Ελευθέριος [...] γεννήθηκε στη Ρώμη στον 1ον χριστιανικό αιώνα. Ορφανός από πατέρα, με μητέρα την Ανθία, που την είχε κατηχήσει στο χριστιανισμό ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος, έγινε από νωρίς κληρικός ... Με τον διωγμό όμως του Αδριανού, ο Ελευθέριος εβασανίστηκε και εσφάχτηκε, μαζί του δε και η μητέρα Ανθία... 

Η Υμνογραφία του Αγίου λυρικότατα συντεθειμένη ... κάνει σε μία περίπτωση και μνεία της μεταθανάτιας ιδιότητάς του, του μαιευτικού βοηθού:

«Τῶν ἐπιτόκων γυναίων Πάτερ κηδόμενος, ἐλευθερίαν δίδως, τῷ Ναῷ σου φοιτώσαις….»

Το "ελευθέριος" έπαιξε το ρόλο του. Όχι μόνο για τις επίτοκες. Στη Χάλκη της Δωδεκανήσου υπάρχει εκκλησία Άγιος Ελευθέριος, που χτίστηκε το 1923, απ'τους Χαλκίτες ξενιτεμένους της Αιγύπτου, με τον υπαινιγμό να ελευθερωθεί το νησί τους και όλη η Δωδεκάνησος από τους Ιταλούς. " (Δημητρίου Λουκάτου, "Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Άνοιξης", εκδόσεις Φιλιππότη) 


Στη μελέτη του "Ωκυτόκια" ο Νικόλαος Πολίτης μας πληροφορεί ακόμη πως "εν Κρήτη πρωίας και εσπέρας θυμιατίζουσιν αι έγκυαι το εικόνισμα αυτού. Εν Κεφαλλονία εν δυστοκία ψάλλεται παράκλησις εις τον Άγιον, αν δ' η μήτηρ κινδυνεύση τεκούσα, δίδεται εις το βαπτιζόμενον το όνομα Ελευθέριος αν είναι άρρεν, Ελευθερία, εν είναι θήλυ, "επειδή εις τον φερώνυμον Άγιον αποδίδεται ως επί το πλείστον η από του κινδύνου σωτηρία και ο αίσιος τοκετός". [...]  

Ο Άγιος θεωρείται προστάτης και βοηθός των κυουσών, διότι το όνομά του υποτίθεται εμφαίνον ότι παρέχει εις τας εγκύους καλή λευτεριά, αίσιον τοκετόν, ότι λευτερώνει αυτάς. Ότι τοιαύτη σημασία είχε και εν τη αρχαία ελληνική η λέξη ελεύθερος και τα εν τούτοις παράγωγα συνάγεται μετά πιθανότητος εκ των εξής τεκμηρίων: Η θεσσαλική επιγραφή: "Άπλουνι Τεμπείτα Αισχυλίς Σατύρου ελευθέρια" φαίνεται ότι αναφέρεται εις ανάθημα γυναικός επί αισίω τοκετώ. Το παρ' Υγίνω όνομα της θυγατρός του Διός και της Ήρας Libertas αντί του Lucina, ως εικάζεται ο M. Schmidt, προέρχεται εκ μεταφράσεως του Ελευθερία. Η Άρτεμις παρά Λυκίοις ελέγετο Ελευθέρα, κατά τον Αρτεμίδωρον, εν επιγραφαίς δε των λυκιακών πόλεων Μύρων, Σούρας και Κυανέων αναφέρεται θεά Ελευθέρα." 

Ο Νικόλαος Πολίτης, αναφέρει, μάλιστα, και έναν υποτιθέμενο Άγιο Αύκουλα, ως "ανύπαρκτο Άγιο, πλασθέντα εν Λιβισίω της Λυκίας εξ επικλήσεως τους Αγίου Ελευθερίου. Ευχή των Λιβισίων: "Άη μου Λιφτέρη μου, λιφτίρωσι την, Αή μου Αύκουλα ηυκόλυνί την". Τα "Αύκουλα" (τα εύκολα, τα ευκολύνοντα τον τοκετόν) είναι το όνομα μοναστηρίου κειμένου προς Δ. του Λιβισίου, έχοντας δε δύο παρεκκλήσια του Αγίου Ελευθερίου. Το έτερον τούτον υποτίθεται ότι είναι του Αγίου Αύκουλα." (Ν.Γ. Πολίτης, "Ωκυτόκια", Λαογραφικά Σύμμεικτα Β')

Άγιος Ελευθέριος Μητροπόλεως 1862μ.Χ.*

*Στην ιστοσελίδα http://www.byzantineathens.com πληροφορούμαστε για το Ναό του Αγίου Ελευθερίου στην πλατεία Μητροπόλεως πως "ο ναός πιθανολογείται ότι έχει κτισθεί πάνω στα ερείπια ενός αρχαίου ναού, που ήταν αφιερωμένος στη Θεά του τοκετού Ειλειθυία" και πως, ενώ "αρχικά η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στην Παναγία τη Γοργοεπήκοο, το Γοργοπήκο του Αθηναϊκού λαού, δηλαδή τη Θεοτόκο που γρήγορα και αποτελεσματικά ακούει τις προσευχές των πιστών", το "1863 μ.Χ., ο ναός αφιερώνεται στον Άγιο Ελευθέριο με αφορμή την έξωση του Όθωνα και την λήξη της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα."

 Αλλά και ο Νίκος Ψιλάκης καταγράφει για την Κρήτη:

"Οι εγκυμονούσες προστρέχουν στις εικόνες του Αγίου Ελευθερίου για να τις ελευθερώσει, όπως και στου Αγίου Σπυρίδωνος επειδή φοβούνται τα κάθε λογής σπυριά. Και στις δύο περιπτώσεις η παρετυμολογία των ονομάτων καθορίζει το λατρευτικό πλαίσιο των εορτών. Τα έθιμα αυτά. όπως και η υποχρεωτική αργία των εγκύων κατά τις ημέρες των αγίων Ελευθερίου και Σπυρίδωνος, είναι πανελλήνια. Στα Χανιά η εορτή του Αγίου ελευθερίου ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Στο παλιό μοναστήρι στις Μουρνιές μαζεύονταν οι εκάστοτε εγκυμονούσες και από τη λατρευτική εικόνα του Αγίου κρέμονταν τάματα που μαρτυρούσαν την ιδιότητά του ως ελευθερωτή. Σ'αυτό τον ναό βαφτίστηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και, πιθανόν, οφείλει το όνομά του στην ευρύτατη διάδοση της λατρείας του αγίου Ελευθερίου ανάμεσα στους κατοίκους του ιστορικού χωριού. Η σύνδεση του ονόματος του αγίου με την ελευθερία φαίνεται να αποτελεί κλήρονομιά από την μακρινή αρχαιότητα. Στην αρχαία Κρήτη η θεά που ελευθέρωνε από τους πόνους του τοκετού ονομαζόταν Ελεύθια, άλλη ονομασία της θεάς Ειλειθυίας. Η λατρεία της θεάς των τοκετών ήταν διαδεδομένη στην Κρήτη, στα ιερά σπήλαια της Αμνισού και της Ινάτου." (Νίκος Ψιλάκης, "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρητη", εκδόσεις Καρμάνωρ)

Χρόνια πολλά και καλά!

και

Καλή Λευτεριά!

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020

Στις φυλλωσιές του Νοέμβρη...

Κοιτάζεις ζαλισμένα το φθινοπωρινό πέπλο που απλώνεται γύρω σου και συλλογίζεσαι, συλλογίζεσαι σε βαθμό εκνευριστικό. Πού είναι τώρα κείνη η θάλασσα να ξεπλύνει στο διάβα της τις σκέψεις και τις αγωνίες; Πού κρύφτηκαν τα πρασινογάλαζα νερά να βυθιστείς στην αλμύρα τους να σβήσεις τις κακώσεις και τα σημάδια του φόβου; 

- Και, θαρρείς, τί σκέφτεσαι; "Μια δεκάρα για τις σκέψεις σου, παιδί!". Πόσες δεκάρες έχεις μαζεμένες;

Δένεις σφικτά το κομπόδεμα σε ιδρωμένο μαντήλι, σαν κείνα τα πετσετικά που φύλαγαν το λιγοστό προσφάι του ξωμάχου. Δέκα ελιές μαύρες και ζαρωμένες, μια δράκα ζυμωτό σκληρό ψωμί και δυο σκελίδες σκόρδο. Νά'χεις να πορεύεσαι... Το κρατάς σφιχτά στην ροζιασμένη παλάμη και περπατάς, συνεχίζεις τον αγώνα. Οι φαγωμένες κροκάλες κραυγάζουν στα πληγωμένα πέλματα κι εσύ επιμένεις να προχωράς, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για να σταματήσεις. Στο γεφύρι σε πιάνει ίλιγγος και δεν έχεις πουθενά να κρατηθείς. Σταυροκοπιέσαι και περνάς βιαστικά, παραπατώντας ασυντόνιστα, τρεκλίζοντας σα γέρος μεθυσμένος.

Είναι απίθανο αν το συλλογιστείς πως σε μια μικρή στιγμή αλλάζουν κι ανατρέπονται όλα. Όλα τα δεδομένα και τα σταθερά, λες και κάποιος εισέβαλε στην ιματιοθήκη σου κρυφά να σου αλλάξει όλες τις φορεσιές της γκαρνταρόμπας! Κι άντε να βρεις εσύ τώρα ρούχο στα μέτρα σου! Κι άντε να πάρεις ανάσα, αν τύχει και σου είναι όλα στενά...

Τούτη την ανατροπή ακόμη κι αν την υποψιαζόσουν ή, κατά βάθος, την γνώριζες, κτήμα σου δε δέχτηκες να την κάνεις ποτέ και φορεσιές δεν κρατούσες στα μέτρα της. Το μυαλό μας ότι φοβάται το ξορκίζει! Το κλειδαμπαρώνει σε σκοτεινά κουτάκια και πετά στον υπόνομο το κλειδί, μην τυχόν μπει στον πειρασμό και τ'ανοίξει! Τί να το κάνεις;! Όσο βαθιά και να το καταχωνιάσεις, όταν ωριμάσει και θεριέψει θα φανεί! Θα σπάσει τις κλειδωνιές λες και τούτες είναι τσόφλι αυγού και κείνο εκκολαπτόμενος νεοσσός αποφασισμένος να φανεί στον κόσμο. 

 

"Αν δεν υπήρχε λίγο πόνος, αρρώστιες, κλπ, θα γίνονταν θηρία οι άνθρωποι' δε θα πλησίαζαν καθόλου το Θεό.", λέει ο φίλος μου ο Παϊσιος κι εγώ συλλογίζομαι κάτι μικρά παιδιά να μεγαλώνουν ξαπλωμένα στα πούπουλα χωρίς γρατζουνιά ούτε στο γόνατο, ούτε στην ψυχή... Και προσπαθώ να φανταστώ τον άνθρωπο χωρίς νά'χει νιώσει ποτέ πόνο κι αρρώστια, κι έτσι να λογίζει την πάρτη του για Θεό και τρομάζω.  Εδώ με τόσους πόνους κι αρρώστιες που μόνο με ταπείνωση καρτερείς κι η αυτή η ρημάδα κατάρα της έπαρσης και του εκκωφαντικού εγωισμού συνεχίζει ν'αυγατίζει και μαύρα πέπλα υφαίνει που μας τύλιξαν. (Είναι τόσο εύκολο αλλά και πόσο μάταιο έως κωμικό, αμπελοφιλοσοφώντας με τεχνάσματα σοφιστικά, με ανθρώπινες θεωρίες να επιμένεις να πλάθεις ιδανικές κοινωνίες να χορεύουν μονιασμένα κι αρμονικά σ'έναν κόσμο -τόσο εγωκεντρικό!- που εξακολουθεί εν φθορά να πορεύεται.)

- Και τώρα τί θα κάνεις; Τί παρηγορεί την ανημποριά; Η ελπίδα; Κι αν και τούτη δραπετεύσει χλευάζοντας; Πώς θα συνεχίσεις τη διαδρομή; Πώς θ'ανασάνεις ξανά τις πρασινογάλαζες ανταύγειες;

Ξαποσταίνεις να κολατσίσεις ατενίζοντας τον ουρανό. Στέλνεις μια σιωπηρή προσευχή εκεί που τα χρώματα χάνονται...

Φθινοπώριασε για τα καλά. Η μπόρα ακολούθησε τη γαλήνη. Οι δυνατοί βοριάδες τα σαρώνουν όλα στο διάβα τους. Οι Μοίρες άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου. Κι εσύ στο κατάρτι σφιχτοδεμένος βογγάς ακούγοντας τις Σειρήνες να τραγουδούν. Κι αναζητάς βαθιά μέσα σου τις κόρες της Μνημοσύνης, τις φημισμένες Μούσες του Ελικώνα, να φανούν και να τους παραβγούν, με κάποιο τρόπο επιβάλλεται να τις επισκιάσουν. Μπας και το πεντάγραμμο της ζωής σου, αλλάξει ρότα....

 Αναζητώντας απεγνωσμένα στο πιθάρι της Πανδώρας την ελπίδα:

"-Γέροντα, αυτό το άρρωστο παιδάκι... πολύ ταλαιπωρείται.

-Ε, σιγά-σιγά θα ξεπεράσει την αρρώστια του, αλλά θα του μείνει μια ευαισθησία, για να θυμάται την αρρώστια του, και αυτή η ευαισθησία θα το βοηθάει πνευματικά."

Αναζητώντας αγκομαχώντας την ελπίδα... 

Πόσο τρόμο κρύβει η τόση σιωπή; Όταν γνωρίζεις πια πως δεν έχει απολύτως κανένα νόημα να ακουστεί, πως δεν υπάρχει κανείς εδώ γύρω να τον ξορκίσει... Όταν κι εσύ αρνείσαι πεισματικά ν'ακούσεις τους παλμούς του... - μη δώσεις τροφή στο θηρίο και εκείνο σε καταπιεί. 

Κοιτάζεις ζαλισμένα το φθινοπωρινό πέπλο και ν'ανασάνεις βαθιά προσπαθείς, ανάμεσα στ'απανωτά τσιγάρα. "Θα περάσει κι αυτό..." λες, ενώ συνεχίζεις να ματώνεις χωρίς μιλιά, γρατζουνώντας πεισματικά του πιθαριού τον πάτο.