Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δήμητρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δήμητρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Ροδιές της Περσεφόνης και του φθινοπωριού...


"Απόξω απ΄ την αυλή του βρίσκεται χτήμα τρανό, εκεί δίπλα,
τέσσερα στρέμματα, που ζώνεται με φράχτη γύρω γύρω·
και μέσα εκεί ψηλά κι ολόχλωρα φυτρώνουν δέντρα πλήθος:
εκεί αχλαδιές, μηλιές χρυσόκαρπες, ρογδιές φυλλομανούνε,
εκεί συκιές γλυκές κι ολόχλωρες ελιές θωρείς ολούθε."
(Ομήρου Οδύσσεια η112-6, απόδοση: Κακριδή-Καζαντζάκη)


Κι είναι κοντά δυο μήνες τώρα που 'θελα να γράψω για τούτες τις ροδιές του φθινοπώρου κι ίσα που προλαβαίνω να τις εντάξω στην εποχή τους, τώρα που τα φορέματα της φύσης είναι ακόμη ταιριαστά με τη μορφή του χρυσορόδινου καρπού τους. Κρίμα θά'τανε να φανούν παράταιρες, σε λάθος ώρα, τούτες οι ροδιές, οι θλιμμένες αρχόντισσες, που τόσα κρυμμένα μυστικά και λόγια φυλάσσουν στο μικρό τους σπέρμα. "Αυτός της έδωσε όμως κρυφά να φάει από ροδιά γλυκό σα μέλι σπόρο, για να μη μείνει πάντοτε κοντά εκεί και δίπλα στη σεβαστή τη Δήμητρα τη μαυροφορεμένη..." (Ομηρικός Ύμνος είς Δημήτραν, 371-4, απόδοση: Θ.Μαυρόπουλος).

"ῥοιῆς κόκκον ἔδωκε φαγεῖν μελιηδέα λάθρῃ"
(Ομηρικός Ύμνος εις Δημήτραν, 373)

Διηγείται ο Ι.Θ.Κακριδής ("Ελληνική Μυθολογία"-Τόμος Α'): Δήμητρα είχε γεννήσει στο Δίαν μια μοναχοκόρη, την Περσεφόνη... Κάποια μέρα, ο Πλούτωνας, ο θεός του Κάτω Κόσμου, έτυχε να ρίξει τα μάτια πάνω της και την αγάπησε. Επειδή καταλάβαινε πως η μητέρα της δεν θα την χωριζόταν εύκολα ούτε θα την άφηνε να περάσει τη ζωή της στα αραχνιασμένα σκοτάδια του Άδη, αποφάσισε να την κλέψει. [...] Η Δήμητρα, κλεισμένη τώρα στο ναό της, εξακολουθεί να αρνιέται να γυρίσει στους άλλους θεούς, γιατί δε μπορεί να τους συγχωρέσει που της στέρησαν την κόρη. Άλλη χρονιά τόσο δίσεχτη σαν αυτή δεν εγνώρισε ποτέ ο κόσμος' άδικα οι ξωμάχοι οργώνουν και σπέρνουν' η θεά δεν αφήνει να φυτώσει τίποτε. Οι άνθρωποι πάνε να αφανιστούνε όλοι από την πείνα....Μπροστά στην επιμονή της ο Δίας καταλαβαίνει πως η μόνη λύση που απομένει είναι να δεχτεί ο Πλούτωνας ν'αφήσει τη γυναίκα του ν'ανέβει στο φως κοντά στη μητέρα της. Στέλνει λοιπόν τον Ερμή στον Άδη.... Ο Πλούτωνας αποκρίνεται πως δε θα παρακούσει.....πριν όμως την αποχαιρετήσει, της δίνει με τη βία, και κρυφά από τον Ερμή, να φάει ένα σπυρί ρόδι... η Δήμητρα υποψιάζεται κάποιο δόλο... -Μήπως πριν ξεκινήσεις ο Πλούτωνας σου έδωκε να φας κάτι;....αν ναι, τότε είσαι καταδικασμένη το ένα τρίτο του χρόνου να το περνάς στον Κάτω Κόσμο... Η κόρη αποκρίνεται... ένα σπυρί ρόδι...."



Τέλος Σεπτέμβρη μάζεψα τα ρόδια της ροδιάς, Οκτώβρης ήταν ο μήνας για να τους συνομιλήσω. Μα όλα τούτη τη χρονιά, με σέρναν παραπίσω. Σαν ο Σεπτέμβρης να στάθηκε εκεί δα, άλλες 30 μέρες, σαν να μετάθεσε τον διπλανό του στο έμπα του Νοέμβρη. Τόσο πολύ, που όσο κι αν κρυάδιασε στο βουνό, παλτό δεν έχω θυμηθεί να βγάλω απ'το ντουλάπι! Έτσι και το αντάμωμα με την πρωτεύουσα πήρε παράταση ένα μήνα. Κοίτα να δεις, που τώρα το παρατηρώ, χρόνια τώρα η συνάντηση αυτή λάμβανε χώρα μες στον Πυανεψιώνα των προγόνων, την εποχή των καρπών της ροδιάς και της βίαιης αρπαγής, την εποχή των αρχαίων Θεσμοφοριών... Κι εγώ πάντοτε εκεί ν'αφήσω ένα λουλούδι σε κείνους που μου άρπαξε ο Πλούτωνας...

Διαβάζουμε στον Αθανάσιο Σταγειρίτη ("Ωγυγία ή Αρχαιολογία"-Γ΄τόμος): "Θεσμοφορία. Ήτον της Δήμητρος εορτή πανταχού εορταζομένη... και μάλιστα εις τας Αθήνας...


Ρόδι, λοιπόν, από το μσν. ροϊδιν, από το αρχ. ροϊδιον, υποκοριστικό του ροιά, ροδιά.  Το ομηρικό "ροιά":  "ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι" (η115)

"Αναφέρεται έκπαλαι ως αυτοφυούμενος και καλλιεργούμενος πολλαχού της Ελλάδος υπό τα ονόματα Ρόα, Ροιά, Σίδη ή Σίδα. [...]το Σίδη ή Σίδα φαίνεται να ήνε ιθαγενές και αρχαιότερον, πελασγικόν ίσως....Υπό το όνομα τούτο ήτο γνωστή η Ροιά παρά τοις Βοιωτοίς (και τοις Κρήταις), εις το τμήμα της χώρας των οποίων αυτεφύετο ο θάμνος ούτος ως μαρτυρεί και το χωρίον του Αθηναίου ("Δειπνοσοφισταί" ΙΔ 650-1)..." μας πληροφορεί ο Π.Γ.Γεννάδιος εις το "Φυτολογικόν Λεξικόν" του.



Ανήμερα των Αρχαγγέλων, των Ταξιαρχών. Πρόλαβα το πρωί ν'ανάψω ένα κερί στην εκκλησιά που βαφτίστηκα -σαν νά'τανε σε μιαν άλλη ζωή τότε που ζούσα σ'αυτή την πόλη, σ'αυτή τη γειτονιά... Μπήκα την ώρα της Μεγάλης Εισόδου. Κοντοστάθηκα με συγκίνηση... Κι ύστερα "....και υπέρ του άδικα δολοφονηθέντος αδελφού ημών Κωνσταντίνου..."... Άναψα ένα κερί ακόμη...

Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς
Σφυρίζοντας σε θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σκιρτάει στο φως σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της
Με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο
Ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου;
(Οδυσσέας Ελύτης, "Η τρελή ροδιά")

Βγήκα στη λεωφόρο να πάρω ένα ταξί για το Νεκροταφείο... να προλάβω και το επόμενο ραντεβού... Πουθενά ταξί! Απεργία. Κι άρχισα να βαδίζω τρέχοντας κι υπολογίζοντας με αγωνία: "Αν φτάσω σε μισή ώρα, θα προλάβω... Μετά θα τρέξω ως μια στάση του μετρό...μάλλον θα προλάβω... πρέπει να προλάβω!"

Όταν στους κάμπους που ξυπνούν τα ολόγυμνα κορίτσια
Θερίζουνε με τα ξανθά τους χέρια τα τριφύλλια
Γυρίζοντας τα πέρατα των ύπνων τους, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που βάζει ανύποπτη μες στα χλωρά πανέρια τους τα φώτα
Που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονόματά τους, πέστε μου
Είναι η τρελή ροδιά που μάχεται τη συννεφιά του κόσμου;
(Οδυσσέας Ελύτης, "Η τρελή ροδιά")

Φουριόζα με δυο μάτσα φρεσκότατα χρυσάνθεμα και δυο τριαντάφυλλα βρέθηκα στο οστεοφυλάκειο. "Πού είναι τα κεριά;" απόρησα. Πλησίασα το μεταλλικό κουτί, να βγάλω την περσινή ενθύμιση, ν'αποθέσω τα φετινά τριαντάφυλλα, να πω δυο λόγια... Δίπλα μου μια γυναίκα. Πήγα στα καντηλάκια που σιγοκαίγαν δίπλα στην είσοδο κι έψαχνα για θυμιατό. Η γυναίκα, βγαίνοντας, κοντοστάθηκε εκεί. Τη χαιρέτησα. Είδα πως κρατούσε στα χέρια ένα κουτί από ζαχαροπλαστείο. "Να σας προσφέρω ένα γλυκό;" Πριν καν απορήσω, κατάλαβα... "Να μου προσφέρετε...καλή ανάπαυση νά'χει..." 

Στη μέρα που απ’ τη ζήλια της στολίζεται μ’ εφτά λογιώ φτερά
Ζώνοντας τον αιώνιον ήλιο με χιλιάδες πρίσματα
Εκτυφλωτικά, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που αρπάει μια χαίτη μ’ εκατό βιτσιές στο τρέξιμό της
Ποτέ θλιμμένη και ποτέ γκρινιάρα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που ξεφωνίζει την καινούρια ελπίδα που ανατέλλει;
(Οδυσσέας Ελύτης, "Η τρελή ροδιά")

Μες στη βιασύνη μου -που δε θά'θελα νά'ναι βιασύνη ώρες σαν και τούτες- μέ'πιασε και το άγχος "Ν'άνάψω τούτο το κερί με τη θήκη την πλαστική ή μήπως πάρουμε καμιά φωτιά;". Το άναψα. Το "καπελάκι" του πύρωσε μεμιάς. Δίστασα. Κοίταξα προς τα έξω. Η γυναίκα είχε καθήσει στο παγκάκι απέναντι. "Συγγνώμη, να σας κάνω μια ερώτηση;" της μίλησα... Κι ύστερα ρώτησε εκείνη "Ποιόν έχεις εδώ;", "Τον πατέρα μου...", "Εγώ το γιο μου, παλληκάρι 26 ετών..."... Ένας κόμπος στάθηκε στο λαιμό μου. "Αν θες πήγαινε να τον δεις...να εκεί δεξιά πάνω... " είχε τη φωτογραφία... "Τί να σας πω....δε χωρούν λόγια σ'αυτό..." ψέλλισα... "Γιόρταζε σαν σήμερα... για αυτό και τα γλυκά..."... Όλα τ'άλλα ξαφνικά σβήσανε... αν θα προλάβω, πώς θα προλάβω, τί θα προλαβω.. τα ραντεβού, οι υποχρεώσεις... η επιστροφή στο χωριό... Τούτη η εικόνα, της μάνας με τα γλυκίσματα στο χέρι έξω από ένα οστεοφυλάκειο, για το παιδί που χάθηκε και γιόρταζε σαν σήμερα, μέρα των Αρχαγγέλων, τα κάλυψε όλα μεμιάς... κι ακόμη και σήμερα, τώρα, τούτη ακριβώς τη στιγμή, με ακολουθεί....

Πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά που χαιρετάει στα μάκρη
Τινάζοντας ένα μαντίλι φύλλων από δροσερή φωτιά
Μια θάλασσα ετοιμόγενη με χίλια δυο καράβια
Με κύματα που χίλιες δυο φορές κινάν και πάνε
Σ’ αμύριστες ακρογιαλιές, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που τρίζει τ’ άρμενα ψηλά στο διάφανον αιθέρα;
(Οδυσσέας Ελύτης, "Η τρελή ροδιά")

Η Δήμητρα, η Γη-μητέρα, αναζητούσε απεγνωσμένα την Κόρη της που βίαια άρπαξε ο άρχοντας του Κάτω Κόσμου. Ποιός να γιατρέψει τη θλίψη της; Μαράζωσε η πλάση κι ο πατέρας θεών κι ανθρώπων έδωσε εντολή στον αρχάγγελό του Ερμή να τη ζητήσει πίσω. Ο Πλούτωνας, όμως, της έδωσε ένα σπόρο ροδιάς, καταδικάζοντάς την να ξαναγυρίσει κοντά του. Κι έτσι η Περσεφόνη ξαναγυρνά κάθε φορά στο βασίλειό του αφού χαρεί το φως και τις αγκάλες της μάνας της. Γράφει ο Α.Σταγειρίτης ("Ωγυγία ή Αρχαιολογία") πως κάποιοι την αλληγορούν "εις την Σελήνην", κάποιοι στο "κάτωθεν αφώτιστο ημισφαίριο", ή "εις τον σπόρον". Ο Ορφέας, όμως, αλληγορεί αυτήν "και εις την γην, ή εις την υπόγειον καρποφόρον δύναμιν, λέγων "Φερσεφόνεια' φέρεις γαρ αεί και πάντα φονεύεις".".
Σημειώνει κι ο νεοπλατωνικός Πρόκλος ("Εις τον Κρατύλον Πλάτωνος", 173): "Η Περσεφόνη πήρε το όνομά της ή επειδή διακρίνει τις μορφές και χωρίζει τη μια από την άλλη, καθώς ο φόνος δηλώνει υπαινικτικά την αναίρεση, ή επειδή χωρίζει εντελώς τις ψυχές από τα σώματα με την επιστοφή προς την άνω περιοχή, πράγμα που για όσους το αξιώνονται είναι ο κατεξοχήν ευτυχής φόνος και θάνατος." (απόδοση: φιλολογική ομάδα Κάκτου)

Πανύψηλα με το γλαυκό τσαμπί που ανάβει κι εορτάζει
Αγέρωχο, γεμάτο κίνδυνο, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπάει με φως καταμεσίς του κόσμου τις κακοκαιριές του δαίμονα
Που πέρα ως πέρα την κροκάτη απλώνει τραχηλιά της μέρας
Την πολυκεντημένη από σπαρτά τραγούδια, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που βιαστικά ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά της μέρας;
(Οδυσσέας Ελύτης, "Η τρελή ροδιά")

Ρόδι, λοιπόν, σύμβολο ζωής και θανάτου, σύμβολο γένεσης και φθοράς... Κι ακόμη σήμερα την Πρωτοχρονιά, με την αλλαγή του χρόνου, σπάμε ένα ρόιδο στο κατώφλι του σπιτιού, να μας φέρει καρπό πλούσιο σαν τα πολλά του σπέρματα, ν'αυγατίσει τον οίκο με γεννήματα καλά. Κάποτε κι οι νύφες, μπαίνοντας στολισμένες στο καινούριο τους σπιτικό πετούσαν στη θύρα ένα ρόδι, σύμβολο γονιμότητας και καρποφορίας, κι οι γεωργοί ανακατεύαν τα σπυριά του με το σπόρο του χωραφιού (βλ.: του Άη-Γιώργη του φτωχού, του Μεθυστή, του Σποριάρη.. ) Κι από την άλλη, για τις αγαπημένες ψυχές που φύγαν από κοντά μας, με σπόρι ροδιού στολίζουμε το στάρι που προσφέρεται για την ανάπαυσή τους (κόλλυβα)

Σε μεσοφούστανα πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταυγούστου
Πέστε μου, αυτή που παίζει, αυτή που οργίζεται, αυτή που ξελογιάζει
Τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα σκοτάδια της
Ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά
Πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων
Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;
(Οδυσσέας Ελύτης, "Η τρελή ροδιά")

"Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας είναι η τρελή ροδιά;"  Σήμερα ήθελα να πάρω μιαν ανάσα. Τόσους μήνες αγκομαχώ. Σήμερα αποφάσισα να πάρω μιαν ανάσα, λοιπόν. Να κουβεντιάσω με τα σπόρια της ροδιάς, να προσπαθήσω να φανταστώ τα κρυμμένα μυστικά τους... Σήμερα αποφάσισα να μην τρέχω να προλάβω, να μην πάρω αποφάσεις, να μη σηκώσω τηλέφωνα επίμονα κι ενοχλητικά... απλά να ταξιδέψω, ν'αφουγκραστώ τις ιστορίες τους. Δυό μήνες τώρα προσμένουν να μου πουν... Όχι πως θα καταλάβω, μα αρκεί που θα νιώσω τα κρυφά παθήματά τους, αρκεί που θα πορευτώ λιγουλάκι μαζί τους... Λένε πως τούτη η ροδιά βλάστησε από το αίμα του Διονύσου, που τον διαμέλισαν οι Τιτάνες κατ'εντολήν της Ήρας, κείνο τον Διόνυσο που μετέπειτα αναστήθηκε. Γέννημα του Διός και της Περσεφόνης κατά τα Ορφικά: "Διὸς καὶ Περσεφονείης ἀρρήτοις λέκτροισι τεκνωθείς" (Ορφικός Ύμνος είς Διόνυσον). Κι άλλοι λένε πως η Αφροδίτη ήταν εκείνη που την πρωτοφύτεψε... Με γονιμότητα, αίμα, θάνατο συνδέουν τον καρπό της, με καρποφορία και πλούτο, αλλά και με τον Πλούτωνα... Σύμβολο ευγονίας, αλλά και νέκρωσης ο ερυθρός του σπόρος...σύμβολο, ίσως, και κάποιας υπόσχεσης, κάποιας δέσμευσης, κάποιας κάπου κάποτε επιστροφής... 



Σημειώνει ο Παυσανίας στα "Κορινθιακά" (17,4) για το άγαλμα της Ήρας, προστάτιδας του γάμου: "Το δε άγαλμα είναι της Ήρας καθημένης εις τον θρόνον. Είναι μεγάλου μεγέθους, κατασκευασμένον από χρυσόν και ελεφαντοστούν, και είναι έργο του Πολυκλείτου. Εις την κεφαλήν δε φέρει στέφανον, επί του οποίου υπάρχουν γλυπτικαί παραστάσεις εικονίζουσαι τας Χάριτας και τας Ώρας. Εις το ένα χέρι κρατεί ρόδι και εις το άλλο σκήπτρον." Κι ύστερα προσθέτει και μυστικά σιωπά: "Εκείνο το οποίο λέγουν δια την σημασίαν του ροδιού είναι μυστήριον και ας μου επιτραπή να μην ομιλήσω σχετικώς"... (απόδοση: Δ.Λαμπίκη). Στα "Ες τον Τυανέα Απολλώνιον" (Δ, XXVIII) του Φιλοστράτου αναφέρεται: "Έδωσε επίσης εξήγηση και για το χάλκινο άγαλμα του Μίλωνα και τη μορφή του.....Με το αριστερό του χέρι κρατάει ρόδι... [...] Ο Απολλώνιος είπε...."Για να γνωρίσετε το νόημα του αγάλματος , μάθετε ότι κάποτε αυτό τον αθλητή οι Κροτωνιάτες τον όρισαν ιερέα της Ήρας. Δε χρειάζεται να εξηγήσω το νόημα του διαδήματος, αφού ήταν ιερέας. Όσο για τη ροδιά, είναι το μόνο από τα φυτά που φυτρώνουν για χάρη της Ήρας...."."(απόδοση: φιλολογική ομάδα Κάκτου)
Ενώ στους "Δειπνοσοφιστές" (Γ' 27) του Αθηναίου, η Αφροδίτη - θεά του έρωτα, της αναπαραγωγής, της γονιμότητας τούτη- είναι εκείνη που φύτεψε τούτο το δένδρο, τη ροδιά, σύμφωνα με ένα απόσπασμα του Ερίφου από τη "Μελιβοία":

"-Αλλά ιδού ωραία ρόδια.
-Πόσο είν' ευγενικά.
-Γιατί λένε πως στην Κύπρο
αυτή η ίδια η Αφροδίτη
φύτεψε αυτό το δέντρο,
που πολύ το αγαπά."
(απόδοση: Σ.Αλεξιάδου)

Σημειώνει κι ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πρόκλος ("Εις Πλάτωνος Πολιτεία"): "Η φθινοπωρινή εποχή είναι της Αφροδίτης' γιατί κατ'αυτήν γίνεται η καταβύθιση των σπόρων στη γη και αυτό το έργο είναι της Αφροδίτης, να σμίγει δηλαδή τα γόνιμα και να οδηγεί σε επαφή την αιτία της γέννησης (γι' αυτό λοιπόν και ο μύθος λέει ότι την Κόρη την άρπαξαν αυτή την εποχή, επειδή η Κόρη είναι επικεφαλής της ζωογονίας όλων των επιμέρους, προσθέτοντας ότι επειδή έβαλε τον Σκορπιό στο ύφασμα, ο οποίος έχει λάβει το ενδιάμεσο αυτής της εποχής, υπέστη την αρπαγή)." (απόδοση: φιλολογική ομάδα Κάκτου)

Κι ύστερα πάλι, φύτρα θανάτου, στου Παυσανία τα "Βοιωτικά" (25,1): "Πλησίον εις τας Νηίστας πύλας των Θηβών είναι μνήμα του Μενοικέως, του υιού του Κρέοντος' ούτος ηυτοκτόνησε με την θέλησίν του εξ αιτίας του χρησμού των Δελφών, όταν ήλθον από το Άργος ο Πολυνείκης με τον στρατόν του. Επάνω εις το μνήμα του Μενοικέως είναι φυτρωμένη μια ροδιά' όταν δε ωριμάσει ο καρπός της, εάν τον σχίσης, ευρίσκεις το εσωτερικόν όμοιον με αίμα...." (απόδοση: Ν.Μπαξεβανάκης). Αντίστοιχα και κατά τον Φιλόστρατο ("Εικόνες" 2, 29) και στον τάφο του Πολυνείκη, γιου του Οιδίποδα, οι Ερινύες είχαν αφήσει να φυτρώσει μια ροδιά που, επίσης, όταν άνοιγες τους καρπούς της, έσταζαν αίμα... 
Αλλά ο Κλήμης Αλεξανδρεύς ("Προτρεπτικός" 2,19, 1.3.4.) μας αναφέρει ξεκάθαρα πως πίστευαν ότι η ροδιά βλάστησε από τις σταγόνες του αίματος του Διονύσου: " αἱ θεσμοφοριάζουσαι τῆς ῥοιᾶς τοὺς κόκκους παραφυλάττουσιν ἐσθίειν· τοὺς γὰρ ἀποπεπτωκότας χαμαὶ ἐκ τῶν τοῦ Διο νύσου αἵματος σταγόνων βεβλαστηκέναι νομίζουσι τὰς ῥοιάς". 
Καρποί που στάλαζαν αίμα, αίμα που γένναγε καρπούς...
Καρποί με μυστικά κρυμμένα, στολισμένοι με μύθους μακρινούς κι απόκρυφους...

"Κι ήταν και δέντρα αψηλοφούντωτα, που έγερναν τον καρπό τους
απάνω του· αχλαδιές, χρυσόκαρπες μηλιές, ρογδιές θωρούσες,
θωρούσες και συκιές μελόγλυκες κι ελιές δροσιά γεμάτες.
Μα κάθε που άπλωνεν ο γέροντας τα χέρια να τα πιάσει,
ξεσήκωνε τους κλώνους ο άνεμος ως τα ισκιωμένα νέφη."
(Ομήρου Οδύσσεια η115, απόδοση: Κακριδή-Καζαντζάκη)

ΣΗΜ.: Και μην ξεχνάμε: Καρποί με θεραπευτικές ιδιότητες, όπως πλείστα γεννήματα της πλάσης. Ο Διοσκουρίδης ("Περί ύλης ιατρικής" Ε' 26) αναφέρει τον "ροϊτη οίνον" που παρασκευάζεται ως εξής: "Αφού πάρεις ώριμα ρόδι χωρίς κουκούτσια και στύψεις τον χυμό των σπυριών τους, φύλαξέ τον, ή, αφού τον βράσεις έως ότου να μείνει το ένα τρίτο, έτσι φύλαξέ τον. Κάνει καλό στις εσωτερικές καταρροές και στους πυρετούς με διάρροια. Κάνει καλό στο στομάχι, σφίγγει την κοιλιά και είναι διουρητικό." (απόδοση: φιλολογική ομάδα Κάκτου). Αλλά και γενικότερα, αναφερόμενος στη ροδιά καταγράφει διάφορες ιδιότητες του φυτού (Α' 110), όπως ότι "κάθε ρόδι είναι ζουμερό και ευστόμαχο....το ξινό βοηθά τις καούρες κι είναι διουρητικό..." κι άλλα πολλά, όπως και για τα άνθη του φυτού που "είναι στυπτικά και ξηραντικά και συσταλτικά και συγκολλητικά των αιμορραγούντων ελκών....Το αφέψημά τους είναι καλό για πλύσεις των ούλων με φλεγμονή.... και ως επουλωτικό μέσα σε κατάπλασμα". Όσο για το αφέψημα των ριζών θεωρείται ως ταινιοκτόνο και παρασιτοκτόνο. Αλλά, φυσικά, ο καρπός του ροδιού δε θα μπορούσε να μην είναι και αφροδισιακός και, καθώς δείχνουν οι νεότερες έρευνες, είναι και αντικαρκινικός, προστατευτικός του καρδιαγγειακού συστήματος, και, γενικότερα, λίαν ωφέλιμος για την υγεία μας! 

ΣΗΜ.2η: Πέρα από την γνωστή "γρεναδίνη" ο χυμός ροδιού συμπυκνώνεται με βρασμό και μετατρέπεται σε υπέροχο κι υγιεινό πετιμέζι ή μπορεί να προστεθεί σε ξύδι κρασιού μαζί με μέλι, ιδανικό για σαλάτες ή άλλα μαγειρέματα. 

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Σεπτέμβρης...



Ήθελα να σου πω, πως κι αν πια δυστυχώς δεν πολυπιστεύω πως θα δούμε άλλη βελτίωση και πως τα "υποδέλοιπα" μάλλον θα μου κατσικωθούν για μια ζωή, θέλω να του δώσω μια ευκαιρία ακόμη, ένα πρόσθετο μήνα περιθώριο και για λόγους ψυχολογικούς φυσικά -να κρατηθώ στο αισιόδοξο, σάμπως ποιά άλλη εναλλακτική έχω;- και για να περάσει για τα καλά κι ο Σεπτέμβρης -περίεργος μήνας δύσκολος, να δω πως θα κυλήσουν τα πράγματα, πως θα εξελιχθεί το μέσα μου, το έξω μου, το εντός και το επί τα αυτά... Κι ύστερα ξέρω πως θα με ρώτησεις γιατί νά'ναι περίεργος ο Σεπτέμβρης και πώς τον ξεχωρίζω έτσι μέσα απ'το σωρό. Κι επειδή σου κόβει σ'όλα τα επίπεδα, και φυσικά και "μεταφυσικά" και σ'αυτή τη διάσταση και στην άλλη και στην παράλλη, θα ρισκάρω την απάντηση κι ας είσαι επιστήμονας, γιατί κάπου μέσα σου θα το καταλάβεις. Όχι απόλυτα, αλλά όσο χρειάζεται. Όσο δηλαδή το καταλαβαίνω κι εγώ που σ'άλλονε να μ'άκουγα να τα έλεγα θα φοβόμουν πως ξεφουρνίζω σωρό ασυναρτησίες και πως θα τον πιάνανε στην καλύτερη τα γέλια, αν δεν με κοιτούσε και παράξενα σαν νά'μουνα κομματάκι λοξή!
Είναι που ταυτίζομαι, βλέπεις, με τη φύση όσο περνούν τα χρόνια -ή, τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται- κι όπως και να το κάνεις τούτοι οι μήνες της μετάβασης, σαν τον Μάρτη της άνοιξης έτσι και τον Σεπτέμβρη του φθινοπωριού, την ταλαιπωρούν. Έτσι κι εμένα. Με το έμπα της άνοιξης κοιλοπονά... δεν είναι κι εύκολο να ετοιμάζεσαι να γεννοβολάς πλάση ολάκερη χωρίς σταματημό! Να μην ξεχνάς ούτε κείνο το τοσοδούλικο κρινάκι στην άκρη του γκρεμού! Όλα να τα φέρεις στο φως, όλα τα τα προκάμεις, με τη σειρά τους, με τα χρώματα και τ'αρώματά τους, με τους φίλους και τους εχθρούς τους, τους τόσους όσους χρειάζονται ώστε να προλάβουν όλα τους ν'ανασάνουν, ν'αντικρύσουν το χαμόγελο του ήλιου του άνακτα έστω για μια φορά και να παραδόσουν τη σκυτάλη στα επόμενα και στα διπλανά τους. Απ'την ανάστροφη κι ο Σεπτέμβρης! Μεταβατική περίοδος, βλέπεις, κι αυτή. Δεν είναι σαν το χειμώνα που ησυχάζει, λαγοκοιμάται και κλωσσάει, μερόνυχτα ατέρμονα, τη σπορά. Κι αν λένε πως η Δήμητρα το χειμώνα στεναχωριέται που ο Πλούτωνας της άρπαξε τη θυγατέρα και στέκεται θλιμμένη και μουτρωμένη, πεισμώνει και γίνεται στείρα και μελαγχολική, είναι που της κακοφαίνεται που χάθηκαν έξαφνα τα παιδιάστικα γέλια του καλοκαιριού και που όλη τούτη τη φούρια της την εαρινή και τα βάσανά της να τα κοσμήσει όλα καθώς πρέπει και γιορτινά δεν τα υπολόγισε ο άρχοντας του Κάτω Κόσμου και τα παράχωσε σιγά-σιγά και λιγουλάκι στα μουλωχτά μέσα της, στη μήτρα της τη σεβαστή και την αρχέγονη, να βρει τη δύναμη να τα επωάσει ξανά, να στήσει το γκρίζο καμβά, να βουτήξει τ'ακροδάχτυλα στο πέπλο της Ίριδας και να τα χρωματίσει και πάλι από την αρχή. Είναι τούτη η μελαγχολία του χειμώνα όπως όταν κοιτάζεις ώρες το λευκό χαρτί κι οι λέξεις που ζητάς χάνονται και δε φανερώνονται... Σαν τις ακτίδες του ήλιου που κρύβονται πίσω από τα φουσκωτά σύννεφα. Αλλά γνωρίζεις πως είναι εκεί κι ώσπου να προβάλει η ανοιξη, θα φανούν κι αυτές. Για αυτό σου λέω, το χειμώνα η Δήμητρα ησυχάζει, φυλάει μέσα στη μήτρα τη θυγατέρα της και προσμένει πότε θα της φανερωθεί. Δεν είναι τότε που τα βάζει με θεούς κι ανθρώπους κι αναζητά απελπισμένη σ'όλη την πλάση να τη ματαβρεί. Λάθος το καταλάβαμε. Τέλη Σεπτέμβρη της την άρπαξε ο Χθόνιος θεός, τέλη Σεπτέμβρη που μεστώνουνε τα ρόδια. Δεν το θυμάσαι πως της πρόσφερε ζουμερό καρπό ροδιάς για να την ξεγελάσει και να την παρασύρει στα δώματά του; Πότε άλλοτε λοιπόν; Για αυτό σου λέω, άσε να περάσει και τούτος ο μήνας κι εκείνος που τον ακολουθεί για σιγουριά, και βλέπουμε... Είναι περίεργος μήνας και δύσκολος.
Άσε που τούτο το μήνα, άντε και τον επόμενο -τώρα που γίνηκαν όλα αχταρμάς- θα μαζέψουμε τη σοδειά μας. Μήνας καρποσυλλογής! Όλα κείνα που γεννοβολούσε η πλάση την άνοιξη, όλα τα τρυφερά βλαστάρια τα εαρινά, τώρα θα δώσουν τον καρπό, τον στέρεο καρπό. Όχι τον τρυφερό κι εφήμερα αναλώσιμο του καλοκαιριού, αλλά κείνον της υπομονής που μαθαίνει σιγά-σιγά να προστατεύεται, που φτιάχνει μέρα με τη μέρα του καλοκαιριού την πανοπλία του για να προλάβει να μεστώσει για τα καλά ώστε να επιβιώσει για όλο το χειμώνα. Δε βλέπεις τα καρύδια; Πράσινη χλαμύδα που σε ξεγελά κι από κάτω κέλυφος σκληρό στο χρώμα της γης, μήτρα σκληρή, και παραμέσα ο καρπός - λευκό, κάτασπρο γάλα που παίρνει σχήμα και μορφή αργά, όλες κείνες τις μέρες του καλοκαιριού που εσύ χαμογελάς και γεύεσαι τα τρυφερά ροδάκινα, μέχρι να δυναμώσει, να ψηθεί, να βγει στο φως στέρεο, κι άμα φροντίσεις σωστά, να μείνει ατόφιο όλο το χειμώνα που ακολουθεί, να σε στυλώνει.
Περίεργος μήνας ο Σεπτέμβρης. Κι όλα τούτα πρέπει να τα προλάβω. Να είναι όλα έτοιμα, ταχτοποιημένα για το χειμώνα που έρχεται. Κι εγώ μαζί! Είναι εκείνη η ταύτιση με τη φύση, που λέγαμε... Δεν είμαι έτοιμη ακόμη. Ακόμη συλλέγω καρπούς. Ρόδια, καρύδια, κυδώνια και ξινόμηλα... Τα ξύλα για τη φωτιά τα βόλεψα. Στεγνά -ιδρώσαν όλους τούτους τους μήνες- στοιβιασμένα, προφυλαγμένα από τη βροχή και το χιονιά, να μπορώ ν'ανάψω τη φλόγα. Με τους καρπούς δεν ξεμπέρδεψα ακόμη. Κάποιοι βιάζονται, κάποιοι καθυστερούν, άλλοι προέκυψαν τζούφιοι και βγαίνω στη γύρα ξανά! Άσε να περάσει ένας μήνας ακόμη και βλέπουμε. Να ξεσοδέψω. Για να μπορέσω να δω πως θα πορευτώ. Τί θα κρατώ στα χέρια μου...
Είναι και το άλλο, μην ξεχνάς. Δύσκολη τούτη η άνοιξη, περισσότερο από άλλες. Κι όταν είναι δύσκολα τότε που ανθίζει η πλάση, θέλεις νά'ναι εύκολα τώρα που ξεψυχά; Μη γελιόμαστε. Θέλει προσοχή. Φύτρωσαν και τόσα αγκάθια στο χωράφι φέτος αντάμα με τα εαρινά αγριολούλουδα, κι αν τώρα ο καιρός τα αποκοίμισε και μοιάζουν και τούτα αποκαμωμένα, ράθυμα κι όχι τόσο επιθετικά, εγώ πρέπει να βρω τρόπο να τα ξεπατώσω! Πριν φύγει το φθινόπωρο, πριν γίνουν τα ξερά βλαστάρια τους λίπασμα ξανά στη γη. Τροφή για την επόμενη άνοιξη. Κι αυγατέψουν και θεριέψουν και μου στερήσουν τα χρώματα για άλλη μια φορά... Πολύ δύσκολος μήνας και παράξενος, σου λέω...
Και μέσα σ'όλα τούτα κρασί δεν έφτιαξα. Κοιτάζω την κληματαριά. Στραβή χρονιά και για κείνη. Καρποί λιγοστοί, ταλαιπωρημένοι, ρώγες λαμπερές μπερδεμένες με τζούφιες κι άρρωστες. Και εγώ ζητώ από τούτες τις ρώγες να κάνω καλό κρασί! Με πέντε χούφτες κακομοιριασμένα τσαμπιά ακόμη πιστεύω πως κρασί θα φτιάξω και φέτος! Κι ας μην έχει ούτε η γειτονιά! Κι ας μη δέχομαι ούτε τα αγοραστά, των εμπόρων, παρά μονάχα τούτα τα ντόπια, γνώριμα νταμάρια, χωρίς φάρμακα θαυματουργά κι επίφοβα κι ας κουβαλούν και ρώγες άρρωστες. Τούτες τουλάχιστον φαίνονται, τις βλέπω μπροστά μου. Θα τις ξηλώσω μια-μια. Εγώ που δεν έχω καμιά υπομονή, αποχτώ. Εδώ απέχτησα μ'άλλα κι άλλα. Πιο δύσκολα, πιο επώδυνα, πιο τρομακτικά... Ακόμη πιστεύω πως θα βρω. Βλέπεις τρέλα που με δέρνει; Θα μου πεις, εδώ ελπίζω πως θα νικήσω άλλα κι άλλα, ξέρεις εσύ. Αυτό κι αν είναι τρέλα...
Λοιπόν, θα ξετρυπώσω κάπου. Θα ζαλικωθώ σαν το γομάρι στα "καλντρίμια" και θα τα συγκεντρώσω εδώ. Και ρώγα-ρώγα θα ξεδιαλέξω μόνο τις λαμπρές.  Ώρες ατελείωτες... Και θα μπούνε στο βαρέλι. Μαζί με το ευλογημένο τσαμπί απ'του Σωτήρος. Και θα πάρουν βράση. Πρωί και βράδυ θα τις ακούω να σιγομιλούν, να μουρμουρίζουν. Θα τις ανακατώνω με το ξύλο κι αυτές θα μου τραγουδούν. Σειρήνες του Σεπτέμβρη κι αυτές, τί νομίζεις;  Είναι η στιγμή που το ερωτεύομαι, όταν μουστώνω και το ακούω καθώς βράζει να σιγοτραγουδά... Κι όσο περνούν οι μέρες το τραγούδι θα λιγοστεύει, θα καταπαύει. Το φως της λαμπάδας μες στο βαρέλι δε θα σβήνει πια, θα αρχίσει να "γαλαζιάζει" που μού'πε κείνος ο παππούς και τόσο μ'άρεσε! Κι ύστερα θα μένει ολόφωτο, πύρινη φλόγα αναμμένη. Άλλο οξυγόνο δεν αποζητά πια. Ο βρασμός κόπασε, ο μούστος μεταμορφώθηκε. Τώρα θέλει να ησυχάσει, να κοιμηθεί. Να σφαγιστεί και να απομείνει στη δροσιά του φθινοπωριού να ξεδιαλύνει σιγά-σιγά από όσα το βαραίνουν και το εμφανίζουν θολό, να περισυλλέξει τ'αρώματα που ζητά και να καθαριστεί, να διαφανέψει, για να στάξει ύστερα, αργά-αργά, όσο μια χοντρή κλωστή, όσο ένα υφάδι, διαυγές και λαμπερό μες στο γυαλί...
Πόση ομορφιά τούτη η διαδικασία... Για να ευφραίνει, όλη τη χρονιά, τις ταλαίπωρες και δέσμιες ψυχές μας... να τις ελευθερώνει... να δραπετεύουν κι αυτές απ'το κορμί.. Μήνας του Διόνυσου ο Σεπτέμβρης, πώς να μην είναι διαφορετικός; Του φθινοπώρου, της Περσεφόνης και της Μάνας Γης που την χάνει και την αποζητά. Των καρπών και της ζύμωσης του κρασιού. Μήνας του Σταυρού -Σταυρωτή τον ονόμαζε κάποτε ο λαός μας- τότε που πιάνουν -καθόλου τυχαία κι αυτό- οι παλιακές νοικοκυρές το καινούριο προζύμι της χρονιάς με το βασιλικό της εκκλησίας... Ένατος στη σειρά αλλά φαντάζει πρώτος για τα σχολεία, την εκκλησιαστική χρονιά και κάποτε και για τους αγρότες. Κι όμως έβδομος ορισμένος αρχικά, όπως μαρτυράει και το όνομά του: από το σεπτό επτά με τη δασεία, το σεβαστό, το ιερό σε κάποια "γράμματα", τότε που λογίζαμε πρωτοχρονιάτικο το Μάρτη, τον πρώτο της άνοιξης, τον αφιερωμένο στο θεό του πολέμου Mars ή Άρη, του πολεμοχαρή και καταστροφικού θεού, πού'χε γιους κι ακόλουθους πιστούς στη μάχη το Φόβο και το Δείμο (τρόμο)... Περίεργο... Με το έμπα του Μάρτη ξεκίνησε, θυμάσαι;... Ακόμα πιο περίεργο... κόρη του υπήρξε και η Αρμονία... Τούτη που ολάκερη η πλάση αποζητά... Τούτη που ο μύθος έπλασε μάνα της μάνας του Διονύσου...
Είδες πόσα πολλά αναλογούνε στο Σεπτέμβρη; Πολύτιμος μήνας. Ξεχωριστός. Μήνας που τα πράσινα αρχίζουν να γίνονται πορτοκαλιά, κι η μέρα πιο λιγοστή απ' την νύχτα... Παράξενος μήνας, δύσκολος... Άσε, λοιπόν, να δούμε λίγο ακόμη...

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

Αλωνάρης... (καθώς διαβαίνουμε τον Ιούλιο)

Πάει και ο Ιούνιος, ο Θεριστής... "Ό,τι σπείρεις, θα θερίσεις!" λέει ο λαός."Σπέρνεις ανέμους, θα θερίσεις θύελλες!" Ενίοτε, βέβαια, μια χαρά σπέρνεις τους σπόρους σου, αλλά το χωράφι είναι γεμάτο κρυμμένα ζιζάνια κι ο αγώνας δρόμου για να τα ξεπατώσεις σε εξαντλεί, οι καιρικές συνθήκες είναι κι αυτές εναντίον σου, ο φθονερός γείτονας σε σαμποτάρει (*) και έτσι βρίσκεσαι με μια συγκομιδή χειρότερη κι από θύελλα! Και μπήκαμε στον Αλωνάρη, στην καρδιά του καλοκαιριού, όπου το θερμόμετρο ανεβαίνει κι ήρθε η ώρα να διαχωριστούν "δια της τριβής" οι σπόροι των δημητριακών "από του περιβλήματος", κοινώς να κάνεις ένα καλό ξεδιάλεγμα και, με κόπο πάντα φυσικά, να συγκεντρώσεις τον όσο πολύτιμο καρπό και να πετάξεις όλα τ'άχρηστα. Ακόμη κι αν ο καρπός είναι ελάχιστος, καλύτερα να μείνεις νηστικός και να τον φυλάξεις για την επόμενη σπορά, καθώς η Περσεφόνη θα έχει ήδη κατηφορίσει στα παλάτια του Άδη.
Κι αν το γνωμικό "προστάζει":"το Μάη πίνε το νερό, το Θεριστή το ξύδι, τον Αλωνάρη το κρασί να γίνεις παλληκάρι", αφού το μπουγέλωμα το φάγαμε και ξύδι μπόλικο μας τρατάρανε, μένει να δούμε αν θα γίνουμε παλικάρια!


(*) Σημειώνει ο Φίλιππος Βρετάκος ("Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των"): "Την πρώτη ημέρα του αλωνισμού συνηθίζετο εις πολλά μέρη της Ελλάδος να αφήνουν οι αγρόται εις την μέσην του αλωνιού όρθιον ένα δεμάτι σίτου, την τελευταίαν δε ημέραν αυτού να σταυρώνουν τον σωρόν του σίτου με το πτύον (φτυάρι) ή τον λιχνιστήρα, πέριξ δε του σταυρού να χαράσσουν ένα κύκλον, επειδή επίστευον ότι έτσι ασφαλίζουν τους καρπούς από την βασκανίαν ή από κάθε άλλην κακήν επήρειαν." Κατόπιν, καρφώναν το φτυάρι ή το λιχνιστήρα στο μέσο του σωρού και τελούσαν "καταχύσματα", δηλαδή λαμβάναν καρπό απ'το σωρό και τον έριχναν στο φτυάρι ή στο λιχνιστήρα κι ευχόντουσαν "και του χρόνου" να μπήξουν το φτυάρι τους στο σωρό του σίτου. Αυτή η διαδικασία, γινόταν από την αρχαιότητα, καθώς, όπως τονίζει κι ο Ν.Γ.Πολίτης ("Λαογραφία", Γ') αναφέρεται ήδη από το Θεόκριτο (για περιοχή της νήσου Κω) στα "Ειδύλλιά" του:
"Άραγε μας κεράσατε τέτοιο ποτό, ω Νύμφες,
στης Αλωίδας Δήμητρας πλάι εις το βωμό της;
Ας μπήξω πάλι στο σωρό ένα μεγάλο φτυάρι
κι αυτή γελώντας να κρατεί στάχυα και ανεμώνες."
("Θαλύσια"στ.154-7, απόδοση Ν.Νικολάου)

Ακόμη, αναφέρει ο Φίλιππος Βρετάκος, πως οι σχολιαστές βεβαιώνουν ότι το έθιμο τούτο ήταν παλαιότατο, ανάγοντες την πρώτη αρχή αυτού εις τον Τριπτόλεμο."Ειώθασι γαρ εκτρίψαντες τους καρπούς και σωρούς ποιήσαντες το πτύον πήσσει" και"Όταν δε λικμώνται και σωρεύωσι τον πυρόν (το σίτο), κατά μέσον πηγνύουσι το πτύον (φτυάρι) και την θρινάκην (το γεωργικό εργαλείο προς λίκνιση του σίτου, το λιχνιστήρα) κατέθεντοΤην δε αιτίαν είχον εκ Τριπτολέμου." (Σχολ.Θεοκρ.Ζ, 155-156). "Εν Κω παρέμεινεν η συνήθεια αύτη μέχρι και σήμερον."
Και προσθέτει ο Γ.Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"):"Χαρακτηριστικό είναι στην περίπτωση αυτή το προσκύνημα του σιταριού, που βρίσκουμε στ'αλωνιστικά έθιμα των Κρητικών του Λασιθίου. Εκεί:
"άμα 'πολιχνίσουνε τον καρπό, τόνε σταίνουνε σωρό. Του κάνουνε ένα σταυρό στη μέση και κατόπιν ένα στεφάνι [κύκλο] γύρω γύρω. Ύστερα καρφώνουνε την παλάμη στη μέση στο σταυρό με το χέρι της , κι είναι η χούφτα [το πλατύ μέρος] επάνω. Κάνουνε ύστερα τρεις μετάνοιες και πιάνουνε μια χαχαλιά καρπό, τον προσκυνούνε και ύστερα τόνε χύνουνε πάνω από την παλάμη. Ξανακάνουνε τρεις μετάνοιες κι αρχίζουνε να σακιάζουνε τον καρπό."
Η περιγραφή όσων τελούνται στο τέλος του αλωνισμού στα χωριά της Εύβοιας (που μας διέσωσε ο Γ.Δροσίνης (1)) είναι απήχηση των Θαλυσίων (2)της αρχαίας γιορτής για τη συγκομιδή των καρπών. Στις Γούβες της Ευβοίας, λέγει, αφού βάλουν το "λιώμα" σε ένα μακρουλό και ψηλό σωρό, που λέγεται "λαμνί",
η οικοδέσποινα κρατούσα λάγηνον προσφέρει ύδωρ είς ένα έκαστον, ίνα νιφθεί, κι εκείνος νιπτόμενος ραντίζει το γέννημα και το αλώνιον κύκλω, ευχόμενος και του χρόνου! Εν τέλει δ' η οικοδέσποινα πλαγίως κρατούσα την λάγηνον, δρομαίως περιτρέχει τον σωρόν, χωρίς να πέση ουδέ σταγών ύδατος κατά γης, ευχομένη και αυτή να γίνει του χρόνου τόσος ο σωρός, όσος είναι ο κύκλος, τον οποίον έκαμε.
Με το νίψιμο των χεριών όσων περευρίσκονται στον αλωνισμό και με τον ραντισμό της σοδειάς με νερό, καθώς και με την εικονική διαγραφή μεγάλου κύκλου γύρω από τον σωρό, και τη σοδειά ασφαλίζουν από την επίδραση του κακού, αλλά και την καλή χρονιοά για τον ερχόμενο χρόνο προμαντεύουν. Με τις ίδιες προφυλάξεις γίνεται στο τέλος "το μέτρημα και το σήκωμα του σωρού". [...]

Τέλος ως έκφραση ευχαριστιών και θυσία προς το πνεύμα της βλάστησης πρέπει να θεωρηθεί προσφορά του πρώτου ψωμιού της συγκομιδής, προσφορά που απευθύνεται είτε στη νύμφη του νερού είτε στον ξένοιαστο τζίτζικα. Ιδού οι σχετικές ειδήσεις. Στα Τοπόλια της Δυτικής Κρήτης
άμα θερίζουν, από τον πρώτο καρπό που θα ζυμώσουν κάνουν ένα κουλούρι και το πάνε στη βρύση και το κρεμούν στην κουτσουνάρα [κρουνό] της βρύσης, που τρέχει το νερό, για να τρέξουνε ετσά τα καλά και στο σπίτι. Όποιος πάει πρώτος να γεμίσει παίρνει το κουλούρι.
Η ίδια συνήθεια συναντάται και στον Δρυμό της Μακεδονίας. Στο Σαμόκοβο της Ανατ.Θράκης:
την πρώτη πίτα, που ζυμώνουν από το νέο ψωμί, τη λένε τζιτζιροκούλικο, γιατί ανήκει στο τζίτζιρα, που τραγουδεί, κατά την λαϊκήν δοξασίαν:
Θερίσετ' αλωνίσετε,
δεματοκουβανήσετε
κι εγώ το κουλικάκι μου
θέλω να μου το δώσετε.
Στη Λακκοβίκια της Μακεδονίας το:
τζιτζιρόκλικο το φέρουν αι γυναίκες εις την βρύσιν ή εις φρέαρ. Εκεί δε, αφ' ου το βρέξουν με νερόν της βρύσης, το διανέμουν εις τους παρατυχόντας, οι οποίοι εύχονται τα βέλτιστα."


(1):

(2): Θαλύσια:"ιερά, εκ του θάλλω (= βλασταίνω, ανθίζω), θυσία ευχαριστήριος δια το θέρος, προσφορά των απαρχών της γεωργίας, γινομένη κατ'αρχάς εις πάντας τους θεούς (μετέπειτα δε εις μόνην την Δήμητρα, πρβλ Θεοκρ.Ειδ.7,3)" ("Ομηρικό Λεξικό"Πανταζίδη)


ή, σε απόδοση Ι.Πολυλά:
"Ότι η χρυσόθρονη Άρτεμις πληγή τους είχε στείλει 
ότι απαρχές του θερισμού δεν πρόσφερεν εκείνης
ο Οινεύς' κι εχαίροντο οι θεοί την εκατόμβην όλοι,
αλλ'όχι η κόρη του Διός...."

Ενώ, στην πορεία της ιστορίας, οι απαρχές των σιτηρών προσφέρονταν στη θεά Δήμητρα, οπως καταγράφει κι ο Θεόκριτος:
"Γιορτάζαν τα Θαλύσια, τη Δήμητρα τιμώντας..."
"Πάμε για τα Θαλύσια από το δρόμο τούτο'
Εκεί τραπέζι κάνουνε οι δυο μας οι φίλοι,
την ευτυχία αρχίζοντας, για το πολύ το μέτρο,
που η πεπλοφόρα Δήμητρα έδωσε στη σοδειά τους."
(Θεοκρίτου, "Θαλύσια"απόδοση: Ν.Νικολάου)

Επανερχόμαστε στον Ιούλιο, που εκτός από "Αλωνάρης" ή "Αλωνιστής" είναι και"Χορτοθέρης" ή "Χορτοκόπος" αλλά και "Γυαλιστής" ή "Γυαλινός" (με παρετυμολογία του γυαλίζω= ωριμάζω, επειδή κατ' αυτόν αρχίζουν να γυαλίζουν οι ρώγες των σταφυλιών και να ωριμάζουν τα φρούτα), καθώς και "Χασκόμηνας" ή"Φουσκόμηνας", επειδή ωριμάζουν τα σύκα. Ο Ιούλης λέγεται και "Αϊλιάς" λόγω της γιορτής του Προφήτη Ηλία, αλλά και "Αϊκήρυκος""Αγιαμαρίνα" κι "Αη-Μιλιανός" λόγω των εορτών των ομώνυμων αγίων στο διάβα του. Κάποιοι, μάλιστα, στα ορεινά, τον λένε και "Θεριστή" σαν τον Ιούνη, γιατί εκεί συχνά εξακολουθεί ο θερισμός, λόγω των διαφορετικών καιρικών συνθηκών. (Μες στο μήνα τούτο, μεταξύ άλλων, γιορτάζει ο Άη Λιάς, η  Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Παντελεήμονας, οι Άγιοι Ανάργυροι, η Αγία Κυριακή, ο Άη Προκόπης, η Αγία Μαρίνα....)

Οι βροχές τούτο το μήνα είναι σπανιότατες, αλλά αν συμβούν μπορεί να αποβούν και καταστροφικές, γι'αυτό ο λαός λέει:
"Τον Αλωνάρη έβρεχε στον ποντισμένο τόπο"
(σημ. Βρετάκου: ποντισμένος= ο επάρατος, ο δυστυχής)
ή και:
"Τον Αλωνάρη έβρεχε στον ποτισμένο τόπο." 
Ακόμη λέγεται:
"Τον Αλωνάρη δούλευε καλόν Χειμώνα νά'χεις!",
αλλά και
"Χιόνισε μες στο Γενάρη, νά οι χαρές του Αλωνάρη!"
"Που μοχτάει το χειμώνα, χαίρεται τον Αλωνάρη." 
Την επίσημη ονομασία του τη δώσαν προς τιμήν του Ιουλίου Καίσαρα, ενώ, στο περίπου, αντιστοιχούσε με το μήνα Εκατομβαιώνα των αρχαίων Ελλήνων, ο οποίος ονομαζόταν έτσι διότι κατ'αυτόν τελούνταν τα "Εκατόμβαια", θυσία δηλαδή εκατό βοών, προς τιμήν του "ηλιακού" Απόλλωνα.
Καλό μας μήνα!

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

καλόγεροι κι άλλα πανάρχαια έθιμα της αποκριάς..

Πλήθος τα έθιμα αυτών των ημερών της Αποκριάς, πλήθος τα έθιμα που, μάλιστα, έχουν ρίζες πανάρχαιες οι οποίες χάνονται στο βάθος του χρόνου. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα που λάβαινε χώρα στη Βιζύη της Θράκης, μας περιγράφει με το μοναδικό του τρόπο, ο ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός. Είναι το έθιμο των "Καλογέρων", το οποίο συναντάμε και σε άλλα μέρη της Ελλάδος, ακόμη και σήμερα, με κάποιες παραλλαγές κι απλοποιήσεις και με διαφορετικές ονομασίες. Αξίζει να διαβάσει κανείς την υπέροχη περιγραφή του Βιζυηνού στον παρακάτω σύνδεσμο:


Ένα βιβλίο, μια σπάνια ανατύπωση από τον ΙΕ τόμο του "Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού", εκδόσεων του 1950, που έπεσε στα χέρια μου ψάχνοντας σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο, καταγράφει πολύτιμες πληροφορίες για το έθιμο τούτο, στηριζόμενο στην περιγραφή του Βιζυηνού και όχι μόνο. Σάρωσα εδώ κάποιες μόνο από τις σελίδες του, αρκετές ίσως για μιαν ανάρτηση -αλλά δε μπορούσε να γίνει αλλιώς. Η εγγραφή, επομένως, δεν είναι μικρή και αφορά μονάχα όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται για όλα αυτά και είναι διατεθειμένος να αφιερώσει λίγο χρόνο ώστε να την αναγνώσει. Σημειώνει, λοιπόν, ο μεγάλος λαογράφος μας Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου:


Και ιδού η βασική περιγραφή του εθίμου:












Ο έτερος σπουδαίος λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας, σημειώνει σχετικά στο βιβλίο του "Ελληνικής γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας":

"[...] Αρχαιότατο, τέλος στοιχείο των διονυσιακών μύθων ήταν η καταδίωξη του θεού και ο φόνος. Οι κάτοικοι των Δελφών πίστευαν ότι ο Διόνυσος πεθαίνοντας μεταφερόταν στον ναό του Απόλλωνα. Αλλά ο θάνατός του ήταν απλώς η προϋποθεση της αναγέννησής του την άνοιξη. Σε όλα αυτά υπόκειται προφανώς η πανάρχαια πίστη στον "ενιαυτόν δαίμονα", δηλαδή στη βλάστηση, που επίσης πεθαίνει και ξαναγεννιέται μια φορά το χρόνο.

Το έθιμα των Καλογέρων, με αυτό ή άλλα ονόματα (ο Κούκερος, η Χούχουτος, ο Σταχτάς, ο Μπέης ή Κιοπέκμπεης, οι Πιτεράδες, κ.λ.π.) συναντάμε και σε άλλα χωριά της ανατολικής και βόρειας Θράκης, όχι βέβαια με την ίδια, όπως στη Βιζύη, θεατρική ανάπτυξη, αλλά με μιμικές πράξεις που δείχνουν, κάποτε ακόμα πιο καθαρά τον ευετηρικό σκοπό του. Κι εκεί ο Κούκερος (ή ο Μπέης ή ο Βασιλιάς) εκλεγμένος απ'τους προύχοντες, γυρίζει σ'όλο το χωριό με συνοδεία μεταμφιεσμένων, ντυμένος με δέρματα ζώων, με κουδούνια κρεμασμένα στο σώμα του και με φαλλόμορφο ραβδί στο χέρι. Σε ορισμένες περιοχές τον μεταφέρουν πάνω σε δίτροχη άμαξα που την κινούν νέοι' με τα πειράγματα και τις αισχρολογίες τους, αυτός και η ακολουθία του, θυμίζουν τον θίασο των "κομαστών" και τα "εξ αμάξης" των αρχαίων Αθηναίων στα "κατ'αγρούς Διονύσια", τους Χόες και τα Λήναια.


Δε λείπει από εκεί το όργωμα με νέους ή γυναίκες ζεμένες στο αλέτρι ή η σπορά σιταριού, κριθαριού, κ.λ.π. με άσεμνες συνήθως ευχές, αλλά σε μερικά χωριά ακολουθεί και μίμηση συνουσίας του Κούκερου και της Κουκερίνας, της γυναίκας του, με τον ξύλινο φαλλό (χωριό Ευκάρυο) του Αράπη και της Καdίνας (=γυναίκας) (χωριό Ορτάκιοϊ), επάνω στην οργωμένη και σπαρμένη με αυτόν τον τρόπο γη, ενώ στο Κωστί τα παλικάρια που ζεύονται στο ζυγό "άμα γλέπασι τις γυναίκες επέφτασι κάτω μπρούμυτα" και ο ζευγολάτης "έπαιρνε χώματα πε κει που κάθουντασ' οι γυναίκες και έλειφε τα παιδιά πα στο τσακάτι (στο μέτωπο)"."


Συνεχίζει ο Γεώργιος Μέγας:"Για τον άνθρωπο του λαού ισχύει το ρητό: Naturalia non sunt turpia (Τα φυσικά πράγματα δεν είναι αισχρά). Οι Αρχαίοι, από την εποχή του Ομήρου και του Ησιόδου, πίστευαν ότι η ερωτική ένωση της Δήμητρας με τον ήρωα Ιασίωνα "νειώ ένι τριπώλω", δηλαδή επάνω στο τρεις φορές οργωμένο χωράφι [Ομήρου, Οδύσσεια ε125], είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση του Πλούτου- όταν ακόμη ως Πλούτο θεωρούσαν τη σοδειά των δημητριακών."


και σε απόδοση στη νεοελληνική του Κώστα Δούκα:



Αξίζει, επίσης, να δείτε δύο καλοφτιαγμένα και πολύ ενδιαφέροντα βιντεάκια για τα σχετικά έθιμα της Αποκριάς στην Απείρανθο της Νάξου:


Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2009

του Άη-Γιώργη του φτωχού, του Μεθυστή, του Σποριάρη..

Σήμερα (3 Νοεμβρίου), ο λαός μας γιορτάζει τον   Άη-Γιώργη τον "μικρό" ή τον "φτωχό", όπως τον ονομάτισε, για να τον διακρίνει από τον Άη-Γιώργη, το "μεγάλο", τον Τροπαιοφόρο που την άνοιξη τον τιμά και τον πανηγυρίζει όλη η Ελλάδα. Ουσιαστικά, όμως, τη σημερινή ημέρα η εκκλησία μας μνημονεύει την ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Γεωργίου. Τούτος, λοιπόν, ο Αη-Γιώργης, ο "μικρός", κατέληξε και ξεχασμένος, πλέον καθώς επικρατεί η γιορτή του Απριλίου. Κι όμως, ο λαός μας είχε βρει και για αυτόν θέση στο γιορτάσι του, τότε που τις ημέρες τις χρωματίζανε κάθε λογής έθιμα και εποχιακές ασχολίες! Τον βάφτισε, λοιπόν, "Σποριάρη", μιας και σε πολλές περιοχές της χώρας μας γίνεται η σπορά τη μέρα της γιορτής του, αλλά και "Μεθυστή", καθώς σε κάποια μέρη του τόπου μας ανοίγουν τα βαρέλια με το καινούριο κρασί αυτή τη μέρα.


Αναφέρει ο λαογράφος μας, Δημήτριος Λουκάτος ("Τα φθινοπωρινά"):

"Ορόσημο για τα καινούρια κρασιά, πιο βιαστικό κι επίσημο, είναι, όπως είδαμε, ο άι-Δημήτρης. Όπου όμως υπάρχει εκκλησιά του άι-Γιώργη, προτιμούν αυτόν για τα κρασιά τους, πολύ περισσότερο όταν τον γιορτάζουν και τον Νοέμβρη. Π.χ. στην Κρήτη:

Πάντα τσι τρεις του Νοεμπριού και τσ' εικοστρείς τ' Απρίλη, πανηγυράκι γίνεται στ' Άι-Γιωργιού τη χάρη...

Ο καιρός στην Κρήτη είναι "καλός" και τον Νοέμβρη. Γι' αυτό και στα ξωκλήσια της του άι-Γιώργη (όπως π.χ. κοντά στο Ρέθυμνο) οι πανηγυριστές παίρνουν μαζί τους μπότσηδες ή νταμιτζάνες, με "νιο κρασί" και καλοπίνουν. (Α.Χατζηγάκη, Εκκλησίες της Κρήτης, Ρέθυμνο 1954)

Πιο τελετουργικά τα πράγματα στη Δωδεκάνησο. Σε περιγραφή του, από το χωριό Σπώα Καρπάθου, ο τώρα Πρωτοπρεσβύτερος στην ελληνική Αγία Τριάδα του Μόντρεαλ (Καναδά), Κωνσταντίνος Χαλκιάς, γράφει για το 1975: Μεταξύ των πολλών εθίμων, των διατηρηθέντων μέχρι σήμερον εις το χωριό μας, είναι και το άνοιγμα των κρασιών κατά την ημέραν αυτήν (3 Νοεμβρ.). Διό και ονομάζεται η ημέρα: τ' Άι-Γιωργιού του Μεθυστή... Είναι εξόχως λαμπρόν, αλλά και λίαν συγκινητικόν το θέαμα, καθ' ην στιγμήν καταφθάνουν εις την Τάβλαν (στο πανηγυρικό τραπέζι, με το άφθονο κρέας και τα φαγητά για όλους τους πανηγυριστές, από τον Δεσπότη και τους επισήμους, ως τους άγνωστους ξένους και τον παραμικρό χωριανό) αι γυναίκες του χωριού μας, με τις λαϋνες, τους μαστραπάδες και τις τσότρες, γεμάτες από κρασί, που πήραν από τα κιούπια και τα πανωπίθια (μεγάλα πιθάρια), που άνοιξαν για την εορτήν του αγίου Γεωργίου, πολιούχου του χωριού μας. Όλοι ανεξεραίτως οι προσκυνηταί είναι υποχρεωμένοι να γευθούν τα κεράσματα των γυναικών όλων, που, τα ευλογημένα, υπερβαίνουν πολλάκις τα 40-50! Άκεφος ή αμέθυστος, την ημέραν αυτήν, δεν είναι δυνατόν να μείνει κανείς εις τα Σπώα... (βλ.Νισυριακά Χρονικά-εκδ. Εταιρίας Νισυριακών Μελετών, τομ.5, Αθ.1976)"


Αλλά, όπως είπαμε, τούτος ο Άη-Γιώργης, εκτός από Μεθυστής, είναι και Σποριάρης. Έτσι, κάποιες συνήθειες της μέρας της εορτής του αποβλέπουν στην αφθονία της καρποφορίας. Καταγράφει ο γνωστός λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"), σχετικά:

"Στη Λάρδο της Ρόδου, για παράδειγμα,

οι γεωργοί βάλουν σε μια σκάφη το σπόρο και ανάφτουν τρία κεριά. Μέσα στο σπόρο ανακατεύουν διαφόρους καρπούς και λίγο σιτάρι, που το είχαν φυλαγμένο στο σακουλάκι της περασμένης αρχιχρονιάς. Από τη σκάφη αυτή βάλλουν λίγο σπόρο στο δισάκι και μαζί ένα ρόδι, που θα το φάγουν σαν 'ποσπείρουν. (Αν.Βρόντης, Λαογρ.ΙΑ', ΙΒ' 1934, 1938-48)).

Ιδιαίτερα το ρόδι, ως σύμβολο της αφθονίας, δεν λείπει από τη σποροσακούλα του γεωργού. Στην Επίδαυρο την ημέρα που θα σπείρουν

βαίνουν μέσα στο σακί το σπόρο (που βλογήθηκε του Σταυρού στην εκκλησία), ένα ρόιδο αλάκερο και το πρωί πρωί για να μην κάμουν κακό απάντημα, πάνε στο χωράφι. Ζεύουν τα βόδια και, πριν αρχινήσουν το σπόρο, παίρνουν το ρόιδο και το βαράν απάνω στο ενί (υνί) του αλετριού, ανακατεύουν κάμποσα σπειριά ρόιδο με τον σπόρο στην ποδιά τους, και τον πετάνε λέγοντας Καλά μπερκέτια! Άμα ρίξουνε μια σποριά, δηλαδή ένα στρέμμα, κάθουνται και τρώνε τ'άλλο ρόιδο κι ευκείωνται.(Ευαγγελίδης, Λαογρ.Γ', 1911)

Στα Βούρβουρα της Κυνουρίας

όταν πρωταρχίσουν να σπείρουν, βάζουνε μεσ' στο σπόρο καρύδια, ρώγες από σταφύλι κι ένα ρόιδο. Τα σπέρνουν μαζί με το σπόρο χάμω στη γη και λένε: Να γένει το γέννημα γλυκύ σαν το σταφύλι, τσουπωτό σαν το ρόιδο και αφράτο και άσπρο σαν το καρύδι.(Επετηρίς Βουρβούρων 1939) "


Και, προσθέτει, ο Δημήτριος Λουκάτος ("Τα φθινοπωρινά"):

"Όσο για το "Σποριάρη" άγιο Γεώργιο, τον έχουν ευλογητή (και ενθυμητή) της σποράς τους όλοι οι Δωδεκανήσιοι, και οι (νοτιότεροι) Κύπριοι.

"Μεταχριστιανικόν Τριπτόλεμον" ονομάζει τον Νοεμβριανό Άι-Γιώργη, ο παλιός Ρόδιος λαογράφος Αναστάσιος Βρόντης. Σκορπίζει, λέει, κι αυτός στους κόλπους της γης τα δώρα της Δήμητρας. Την ημέρα της γιορτής του οι Ρόδιοι χωρικοί βγαίνουν για σπορά:

Από το πρωί, νυχάτα, σηκώνεται κάθε νοικοκυρά και θυμιάζοντας (λιβανίζοντας) βάλλει τον σπόρο του σιταριού στο δισάκι, που χρησιμοποιούν οι γεωργοί στη σπορά. Μαζί με τον σπόρο βάλλουν ένα σκόρδο, κρομμύδι, καρύδι.... σησάμι, κι ακόμα ένα ρόδι, που το τρώγουν οι γεωργοί σαν αποσπείρουν, λέγοντας: "Όσα κλωνιά, τόσα κιλά (χωρητικότητας)". Στην εκκλησία, εκείνη την ημέρα, πηγαίνουν πεντάρτι (αρτοκλασία με 5 άρτους) που το φτιάχνουν με κοινόν έρανον σταριού (οι γειτόνισσες).

Και κάτι που προσέχουν ομοιοπαθητικά: Ίσαμε ν'αποσπείρουν, πολλοί από τους γεωργούς δεν ξυρίζουνται.

Στην Κύπρο, τ'άι-Γιωργιού του Σπόρου, εκτός από το ξεκίνημα της σποράς οργανώνουν ζωοπανήγυρη, την ημέρα αυτή, (κοντά στη Λάρνακα) και παρακαλούν τον άγιο να βρέξει για τα οργώματα και για το χορτάρι - τροφή των ζωντανών τους. (Κυπριακά χρονικά, τομ.4)."


* Και, μιας και αναφέρθηκε ο Τριπτόλεμος, ας τον θυμηθούμε κι αυτόν.. ας προστρέξουμε λίγο στην πολύτιμη ελληνική μυθολογία μας που πολλά πλούτη κρύβει.. Αναφέρει το "Λεξικόν των αρχαίων μυθολογικών, ιστορικών και γεωγραφικών κυρίων ονομάτων" υπό Νικολάου Λωρέντη (1837):









Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

περί σπόρων, υβριδίων, ύβρεως και Διός...

Είναι ακόμα εποχή που μαζεύω τους σπόρους των καλοκαιρινών μου φυτών για να τους φυλάξω για την επόμενη χρονιά, να τους φυτέψω πάλι την άνοιξη, να καρπίσουν ξανά το καλοκαιράκι.. Η διαδικασία είναι απλή.. επιλέγεις καρπούς που βρίσκονται όσο το δυνατόν πιο κοντά στη ρίζα, τους αφήνεις να ωριμάσουν καλά (για την ντομάτα αρκεί να κοκκινίσει και να μαλακώσει αρκετά, όχι φυσικά να σαπίσει.. για το κολοκύθι πρέπει να περιμένεις περισσότερο, να μεγαλώσει, να κιτρινίσει, να σκληρύνει, ν'αρχίσει να ξεραίνεται το κοτσάνι του), τους κόβεις, αφαιρείς το σπόρο και τον στεγνώνεις στον ήλιο κι ύστερα τον διατηρείς σε γυάλινα βαζάκια φυλαγμένο. Τούτος ο σπόρος, θα περιμένει υπομονετικά, να κάνουν τον κύκλο τους οι εποχές, ν'αποχαιρετήσει και πάλι η Περσεφόνη τα κρυερά παλάτια του Άδη και, παρέα της, να πετάξει το τρυφερό πράσινο βλασταράκι του. Πολλές φορές, μου ξεφεύγουν σπόροι κατά γης κι έτσι χωρίς κάν να δουλέψω τη γη, ν'αφρατέψω το χώμα και να ετοιμάσω τα σπιτικά τους (τ'αυλάκια τους), ξεφυτρώνει μονάχος μόλις φτιάξει ο καιρός, καλωσορίζοντας χαμογελαστά την άνοιξη. Τούτος ο σπόρος που κρατώ στα χέρια μου, έχει θρέψει αμέτρητες γενιές πριν από μένα.. οι παππούδες του χαρίζαν τροφή και δύναμη στους προγόνους μου.. κι οι παππούδες μου, με ευλάβεια τον σπέρναν στη μάνα γη, με σεβασμό τον διατηρούσαν όλο το χειμώνα, για να φτάσει κάποτε στα χέρια μου..


Σήμερα, ελάχιστοι είναι εκείνοι που τρέφονται από τον σπόρο τούτο που ανέθρεψε γενεές γενεών. Σχεδόν όλοι τρέφονται από τα κασόνια των σουπερ-μάρκετ και των μανάβικων, από καρπούς αγνώστου επεξεργασίας και προέλευσης. Ακόμη κι οι λιγοστοί που έχουν τη δυνατότητα και το μεράκι να φυτέψουν τον κήπο τους, αγοράζουν έτοιμα φυτά-υβρίδια, ή επεξεργασμένους σπόρους σε φακελάκια από τα ανάλογα καταστήματα. Γιατί να μπουν στον κόπο να διατηρήσουν το σπόρο, αφού τα βρίσκουν έτοιμα και σε καλές τιμές; Αλλά κι αν κάποια στιγμή πλέον, το αποφασίσουν να μπουν στη διαδικασία, ο σπόρος πια χάθηκε.. η Δήμητρα αποδιωγμένη απ'τους ανθρώπους τριγυρίζει δυστυχισμένη προς την αναζήτηση της πολύτιμης θυγατέρας της που, ύπουλα και κρυφά της έκλεψαν..


... καθώς όλα τούτα τα σπόρια και τα φυτά του εμπορίου, ο άνθρωπος φρόντισε να τα ευνουχίσει, να τα κάνει στείρα.. να διακόψει, μετά από τόσους αιώνες τη φυσική τους αναπαραγωγή, τη δυνατότητά τους να διατηρούν τη ζωή εσαεί.. και να τα πουλάει στέρφα και κατεργασμένα, για λίγα κέρματα, ικανά να επιβιώσουν, μοναχά για μια χρονιά..




Μου γεννιέται, μάλιστα, η απορία.. αν κάποια στιγμή εκείνοι που μας προμηθεύουν σπόρους, πάντα υβριδικούς (χμ.. οι οποίοι βέβαια προέρχονται, κατά κανόνα, από το εξωτερικό..), αποφασίσουν να μη μας ξαναπρομηθεύσουν.... τί θα συμβεί;




Υβρίδιο, λοιπόν, σύμφωνα με μια κοινή εγκυκλοπαίδεια, είναι:

"υβρίδιο (Βιολ.).Οι απόγονοι μίας διασταύρωσης, στην οποία οι γονείς διαφέρουν γενετικά μεταξύ τους τουλάχιστον σε ένα γονίδιο για ένα κληρονομήσιμο χαρακτηριστικό. Ο όρος συχνά χρησιμοποιείται σε απογόνους από πολύ διαφορετικούς ως προς τα χαρακτηριστικά γονείς, όπως π.χ. για τις ποικιλίες των φυτών. Υβρίδια μεταξύ διαφορετικών ζωικών ή φυτικών ειδών, αν επιτευχθεί διασταύρωση μεταξύ τους, είναι συνήθως στείρα, όπως το μουλάρι (διασταύρωση αλόγου και γαϊδουριού). Ο όρος υβρίδιο χρησιμοποιείται και για κάθε βιολογική δομή, κύτταρο, γονίδιο, ένζυμο, DNA, που προέρχεται από δύο αντίστοιχες δομές, π.χ. δύο κύτταρα που περιέχουν διαφορετικό γενετικό υλικό."(Εγκυκλοπαίδεια "Μαλλιάρης-Παιδεία")

χμ.. Κι αν δεν είναι απολύτως στείρα, δηλαδή αν δοκιμάσεις να κρατήσεις σπόρο από αυτά και δεις κάτι να φυτρώνει.. θα διαπιστώσεις ότι το φυτό είναι ασθενικό, οι καρποί ανύπαρκτοι έως λιγοστοί και κακομοίρικοι.. κι αυτό, άντε για μια χρονιά επιπλέον..

Και, για να σκεφτώ, η λέξη "υβρίδιο".. τί ρίζες έχει; Από ποιά λέξη θα μπορούσε να προέρχεται; Γιατί, κάτι βάζω κατά νου..

Το "Μείζον Ετυμολογικό Λεξικό Τεγόπουλος-Φυτράκης", αναφέρει:

ετυμολογία: γαλλικό hybride

Κι απορώ γιατί μένει εκεί.. Το hybride σας κάνει για γαλλική λέξη; Γιατί ηχεί ελληνικότατη. Και γράφεται αντιστοίχως.

Ας ανοίξω, επομένως, το περίφημο γαλλικό "Petit Larousse" και, μάλιστα, εκδόσεων του 1920! Σημειώστε' πολύ προτού ακόμη κατακλυσθεί η αγορά μας από επεξεργασμένους σπόρους και φυτά υβρίδια:


Δηλαδή:

Hybride: ουσ.αρσ. και επίθ. (από το ελληνικό "ύβρις", προσβολή). Λέγεται για λέξεις προερχόμενες από δύο γλώσσες, όπως cholera-morbus, bureaucratie ' για φυτά, για ζώα προερχόμενα από δύο διαφορετικά είδη, όπως το μουλάρι: Τα υβρίδια είναι σπανίως γόνιμα.

Υβρίδιο, συνεπώς, εκ του "Ύβρις", όπου ύβρις σημαίνει:

"Αυθάδης βία πηγάζουσα εξ υπερβολικής συναισθήσεως δυνάμεως ή εκ πάθους, αυθάδεια, αλαζονεία αυθάδης, προπέτεια, συχν. εν τη Οδυσσεία ως επί το πλείστον επί των μνηστήρων." ("Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης Liddell-Scott")

και

"ύβρις: ετυμ. εκ του υπέρ (υπέρβασις ορίου)' υπέρ-- ύπρις-- ύβρις. Η ύβρις τιμωρείται αυστηρότατα υπό των θεών.

Η Νέμεσις παραγγέλει "μηδέν υπέρ το μέτρον" και επεμβαίνει όπου διαπράττεται ύβρις, δια να αποκαταστήσει τη διαταραχθείσαν ισορροπίαν. Η ύβρις παράγεται από την πρόθεση υπέρ, διότι υπερβαίνει το μέτρον: "ύβρις παρά την υπέρ πρόθεσιν γέγονεν, ύπερις, και κατά συγκοπίν ύπρις, και τροπή του π εις β"."  (Ο εν τη λέξει Λόγος", Α.Τζιροπούλου-Ευσταθίου")

Υβρίδιον, λοιπόν, εκ του "ύβρις".. χμ.. και ίσως εκ του "ύβρις" και "Δίας, Διός".. Ύβρις προς το Δία, προς τη Φύση, προς το σπόρο της ζωής, προς το Θεό...


Καθώς, όμως, το θέμα μας είναι ο σπόρος, η γονιμότητά του ή η τεχνητή στείρωσή του.. ενδιαφέρον έχει κι ο ακόλουθος "μύθος" των αρχαίων προγόνων μας..:


Ο Αθάμας, λοιπόν, έκανε με τη Νεφέλη τέκνα δύο, τον Φρίξο και την Έλλη.. Ύστερα, όμως, παντρεύτηκε την Ινώ, η οποία του γέννησε το Λέαρχο και τον Μελικέρτη και καθώς επιβουλεύτηκε τα προηγούμενα παιδιά του, μηχανεύτηκε το εξής σχέδιο: Έπεισε τις γυναίκες να φρυγανίσουν, να ξεράνουν τους σπόρους, λαμβάνοντάς τους κρυφά από τους άντρες, κι έτσι η γη, λαμβάνοντας το στείρο πλέον σπέρμα, καρπούς δεν ανέδιδε. Ο Αθάμας, μες στην απόγνωση, στράφηκε προς του Δελφούς για να πάρει μιαν απάντηση για την αφορία της γης. Η παμπόνηρη Ινώ, όμως, τους απεσταλμένους στους Δελφούς ανέπεισε, λέγοντάς τους ότι κεχρησμένο είναι για να σταματήσια η ακαρπία, να θυσιαστεί στο Δία ο Φρίξος.. Όταν μαθεύτηκε αυτό, ο καημένος ο Αθάμαντας, αναγκαζόμενος από το πλήθος των απεγνωσμένων κατοίκων πού'βλεπαν τη γη τους στείρα και το λιμό να καραδοκεί.. έστησε το γιο του Φρίξο στο βωμό! Η Νεφέλη όμως τον άρπαξε και μαζί με την αδερφή του Έλλη, τους έδωσε το χρυσόμαλλο Κριό, που έλαβε από τον Ερμή, για να διαφύγουν, να σωθούν, πετώντας στον ουρανό... κ.λ.π., κ.λ.π.,.. (λοιπά, αλλά όχι ασήμαντα...)


Αυτά, λοιπόν, περί σπόρων κι υβριδίων.. σε μια εποχή που έχει γίνει πολύ "της μόδας" να στειρώνουμε φυτά, ζώα.. ίσως και τους εαυτούς μας.. σε μια εποχή που ο σπόρος της ζωής ευνουχίζεται με χίλια προσχήματα κι ένα σωρό πιστευτές δικαιολογίες.. γιατί ίσως μας "είναι βολικό".. γιατί "κάνει τη ζωή μας πιο εύκολη".. και σίγουρα ισχύει.. Σίγουρα ο εξουθενωμένος αγρότης που καλλιεργεί βαμβάκι, "θα έχει τα δίκια του" να προτιμήσει τον αγοραστό μεταλλαγμένο σπόρο που του υπόσχεται μεγαλύτερη απόδοση.. και σίγουρα ο "φιλόζωος" "θα έχει τα δίκια του" να επιλέξει να στειρώσει τη γάτα του για να μην το σκάει από το σπίτι ζητώντας γαμπρό και για να μη γεμίσει αμέτρητα γατάκια που δε θα ξέρει τι να τα κάνει.. αλλά, ποιές θα είναι οι συνέπειες;... απλά, ας μην ξεχνάμε την ύβρι που διαπράττουμε... ας μην είμαστε τόσο σίγουροι ότι "κάνουμε το σωστό", επειδή μ'αυτό το μήνυμα θέλουν να μας βομβαρδίζουνε... ας μην το ωραιοποιούμε, επειδή "έτσι μας βολεύει"...

(Υ.Γ. Να μην επεκταθώ και στον κίνδυνο της υγείας μας από τα μεταλλαγμένα..)