"Χειμώνιασε και φεύγουν τα πουλιά
γοργά ο πελαργός τα πελαγώνει
κι η φλύαρη χελιδονοφωλιά
χορτάριασε παντέρημη και μόνη.
Του σπίνου χάθηκ` η γλυκιά λαλιά
φοβήθηκε ο μελισσουργός το χιόνι
κι η σουσουράδα στην ακρογιαλιά
δεν τρέχει δεν πηδά δεν καμαρώνει.
Στης λυγαριάς τ` ολόξερο κλαδί
του φθινοπώρου φτωχικό παιδί,
ο καλογιάννος πρόσχαρος προβάλλει,
με λόγια ταπεινά και σιγανά.
Μικρός προφήτης, φτερωτός μηνά
την άνοιξη, που θα γυρίσει πάλι."
(Γεωργίου Δροσίνη)
Χειμώνιασε για τα καλά στο βουνό του Χείρωνα. Το τοπίο ντύθηκε στ'άσπρα κι οι νιφάδες καλοθρεμμένες, αλλά αέρινες, χορεύουν σ'όλο τούτο το λευκό σκηνικό. Και ξάφνου ένα πορτοκαλοκόκκινο φτερούγισμα, σπάει τη χρωματική μονοτονία!
Απ'τα πιο όμορφα χιόνια (προς το παρόν... μη λέω και μεγάλες κουβέντες, γιατί το κύμα συνεχίζεται). Χωρίς τους τρελούς αγέρηδες, τ' ασφυκτικά ανεμοσούρια και τη μαύρη σκοτεινιά του ουρανού... Ένα χιόνι φωτεινό, στρωτό κι ήρεμο. Εκείνοι πού'χουν ζήσει τα χιόνια, καταλαβαίνουν τι λέω...
Ο κομπογιάννος μας, ο πηλιορείτης "ριλής", ο πανέμορφος κοκκινολαίμης, σαν πιστός εραστής του γερό-χειμώνα, φτερουγίζει εδώ κι εκεί αναζητώντας να χορτάσει την κοιλίτσα του. Μοναχικός, θαρραλέος, αν κι ιδιαίτερα επιφυλακτικός, πλησιάζει να δοκιμάσει το μεζέ και φτερουγίζει ανάλαφρα πιο πέρα. Δεν είχε άδικο ο Λαμνάτος όταν έγραφε για τον ασπρομάλλη γέροντα, το χειμώνα, που "ξαναφέρνει τον κοκκινολαίμη τραγουδιστή, τον καλόγιαννο, τον ψυχογιό του χειμώνα, τον μοναδικό φτερωτό σύντροφο των ξωμάχων μας". Ούτε ο Δροσίνης που τον τραγούδησε: "Μικρός προφήτης, φτερωτός μηνά την άνοιξη, που θα γυρίσει πάλι".
Είναι ο ερύθακος του Αριστοτέλη κι ο "πυρράκος" (εκ του πυρρός= κόκκινος) των αρχαίων Ελλήνων. Είναι ο καλογιάννης ή κομπογιάννος ή κοκκινολαίμης των νεοτέρων. Κι όπως μας πληροφορεί το "Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν του Ηλίου", "Ο ερύθακος είναι από τα πλέον φιλόστοργα πλάσματα της φύσεως και φροντίζει νυχθημερόν για την διατροφήν των νεοσσών του και δια την προστασία των. [...] Αν και μερικοί ερύθακοι, προερχόμενοι γενικώς από το κέντρον της Ευρώπης, καθυστερούν συχνά εις τα κλίματά μας μέχρι της ελεύσεως του χειμώνος και μάλιστα μένουν ενίοτε εκεί, εν τούτοις είναι πτηνά κατ' εξοχήν αποδημητικά, αλλά προικισμένα με πολλήν ενστικτώδη σοφίαν, διότι δεν περιμένουν συνήθως να αρχίσει ο χειμών δια να αρχίσουν την πορείαν των προς τα θερμότερα κλίματα." Κι έτσι, τους έχουμε πιστή συντροφιά, στολίδια του χειμώνα, να χρωματίζουν με τις πανέμορφες πινελιές των φτερούγων τους το κοιμισμένο τοπίο, να τραγουδούν χαρούμενα σαν χειμωνιάτικα αηδόνια και να μας πλησιάζουν περήφανα και διστακτικά για να μοιραστούμε ένα ψίχουλο κι ένα χαμόγελο μαζί τους...
Λένε, λοιπόν, πως όταν σταυρώθηκε ο Χριστός ένα καφετί πουλάκι μ'άσπρο λαιμό πέταξε πάνω απ'το κεφάλι του κι ένα λευκό λουλούδι άνθισε στη βάση του Σταυρού του. Το πουλάκι λυπήθηκε το μαρτύριο του Χριστού και θέλοντας ν'απαλύνει τον πόνο του τράβηξε με το ράμφος του ένα αγκάθι απ'το ακάνθινο στεφάνι που του είχαν φορεμένο στο κεφάλι του. Τότε, σταλαματιές από το αίμα του Χριστού πέσανε στο λαιμό του κι άλλες στα πέταλα του λουλουδιού που τ'άνοιξε όσο μπορούσε πιο πολύ για να τις δεχτεί. Έτσι, από τότε, ο λαιμός του μικρού καλόγιαννου και τα πέταλα της μικρής παπαρούνας βάφτηκαν κόκκινα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου