Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

"Θεριστής" και "Κερασιάρης"!

"Από το θέρος ως τις ελιές, δεν απολείπουν οι δουλειές!" 

Από αύριο μπαίνουμε, λοιπόν, στον Ιούνιο, στο λεγόμενο "Θεριστή", επισήμως τον πρώτο μήνα του καλοκαιριού, αν και, όπως σημειώνει ο Φίλιππος Βρετάκος ("Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των") "ως προς τον χρόνο της ελεύσεως του θέρους οι κάτοικοι της υπαίθρου είναι δύσπιστοι. Ασφαλή και βεβαιαν θεωρούν την είσοδό του μόνο όταν ακούσουν το τραγούδι των τεττίγων", δηλαδή των τζιτζικιών, "οι οποίοι":


δηλαδή "εις τα δάση καθήμενοι επί δένδρου αφήνουν την απαλήν (λεπτήν) φωνήν των" (Όμήρου Ιλιάς Γ 151). Για αυτό και λένε:
"Μη σε γελάσει ο βάθρακας (μπακακας) ή το χελιδονάκι
αν δε λαλήσει ο τζίτζικας δεν είν' καλοκαιράκι!"
και:
"Τζίτζικας ελάλησε, πάρτε τα δρεπάνια σας!",
καθώς και:
"Τσίντσηρας ελάλησε, μαύρη ρώγα γυάλισε",
αφού το τερέτισμα των τζιτζικιών σημαίνει και την αρχή ωριμάνσεως των σταφυλιών!

Θεόφιλος

"Με τον Ιούνιο μπαίνουμε πια στο ζεστό καλοκαίρι και στην εποχή του θερισμού. Οι κόποι κι ο ιδρώτας των ζευγάδων της περασμένης σποράς, γίνονται τούτο το μήνα χρυσάφι. Χρυσάφι που σκεπάζει τη γη και την κάνει σωστό χρυσοπέλαγο στα μάτια και στις καρδιές των γεωργών μας. Πού και πού διακρίνει κανένα χέρσο κομμάτι ή κάνα πράσινο μπάλωμα μέσα στη χρυσαφιά απεραντοσύνη του κάμπου.
Στις αυλές των σπιτιών τους, κάτω απ'το δροσό και παχύ ίσκιο των μουριών, οι θεριστές γεωργοί τροχούν τα δρεπάνια τους, τα μαχαίρια του θερισμού, που μ'αυτά θα κόψουν σε λίγο τα γινωμένα στάχυα του σιταριού.



Ο Ιούνιος φέρνει την πιο μεγάλη χαρά στους ξωμάχους μας. Το μεγάλο πανηγύρι π'αναστατώνει σβάρνα όλα τα χωριά κι αλλάζει την ψυχολογία των γεωργών μας. Μας κουβαλάει τον θερισμό που δε σηκώνει καμιά αναβολή. Γι'αυτό κι ο λαός μας λέει: "Θέρος, τρύγος, πόλεμος".", περιγράφει γλαφυρά ο Βασίλης Λαμνάτος ("Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας"). Έτσι, όσο πιο νωρίς το πρωί, για να αποφύγουν τη μεγάλη κάψα ξεκινάει ο θερισμός. Και συνεχίζει:
"Σε λίγες μέρες, αφού καλολιαστεί το κομμένο σιτάρι, φτάνει κι ο δεματάς στα χωράφια με τα σικαλένια δεματικά ή "δεματκά" κατά τον ξωμάχο, για να μαζέψει τις χεριές και να τις κάνει δεμάτια. [...] Τούτα δω τα δεματικά, ο ξωμάχος τα φτιάχνει με ολάκερο τον κορμό της σίκαλης. Ξεριζώνει τη σίκαλη τούτο τον καιρό, τη μαζεύει προσεχτικά, τη δένει και τη βάζει στο νερό κάνα δυο μέρες, για να μουσκέψει. Έπειτα τη βγάζει, πιάνει έναν ίσκιο κι αρχίζει να δουλεύει. Πιάνει μερικά κλωνιά σίκαλη και τα δένει πολύ καλά απ'το πάνω μέρος πού'νια τα στάχυα κι ύστερα τα στρίβει αντίθετα καλά, καλά να καλοστριφτούν, αγκαλιάζοντας τό'να τ'άλλο και πετάει έτοιμο κάτω το δεματικό στριμμένο κι όμορφο σαν πλεξίδα. Φτιάχνει καμιά εκατοστή από δαύτα τα ξαναβουτάει στο νερό και τ'αφήνει εκεί να τα βρει την άλλη μέρα το πρωί, που θ'αρχίσει με το χάραμα το δέσιμο του σιταριού. Και να πως: Ξαπλώνει καταγής ξεστριμμένο το δεματικό και στοιβάζει πάνω σ'αυτό εξήντα χεριές σιταριού όμορφα και συμμετρικά. Ύστερα, πιάνοντας τις άκρες του σικαλένιου δεματικού με τα χέρια του και πιέζοντας με το γόνατό του τις χεριές τις σφίγγει δυνατά, τις δένει και να, έτοιμο το δεμάτι. Το πιάνει τώρα, το στήνει με τα στ΄χυα προς τα πάνω κατά τον ήλιο για να ξεραθεί τελείως και για να μπορεί να το φορτώνει στα ζα του ευκολότερα, όταν θ'αρχίσει, ύστερα από λίγο, να το κουβαλάει στ'αλώνια."




Ο Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"), μας περιγράφει κι ένα όμορφο έθιμο του θερισμού:
"Υπάρχει η συνήθεια - και είναι σχεδόν πανελλήνια- από το τελευταίο δεμάτι στάχυα, όταν θερίζουν, να πλέκουν με τέχνη μιαν ωραία δέσμη, που ονομάζεται από το σχήμα της "χτένι" ή "ψαθί" ή "σταυρός". Την κρεμούν έπειτα στο εικονοστάσι του σπιτιού ή στο μεγάλο δοκάρι του (τον μεσιά) ως "αγιωτικό" (σαν να έχει δηλαδή θρησκευτικό χαρακτήρα). Όταν έρθει ο καιρός της σποράς, τότε τους κόκκους του σιταριού της δέσμης αυτής, που έχουν ήδη ευλογηθεί την ημέρα της Υψώσεως του Σταυρού στην εκκλησία, τους ανακατεύουν με τον σπόρο."


Και συνεχίζει:




Αλλά πέρα από το θερισμό, ο Ιούνιος συνδέεται με τον κούρο των αιγοπροβάτων (ευελπιστώ να κάνω ανάρτηση σχετική μέσα στο μήνα), αλλά και με τη συγκομιδή των κερασιών, γι'αυτό και λέγεται και "Κερασιάρης" ή "Κερασιανός". Ακόμη τον ονομάζουν ""(Ε)ρινιαστή" (Πάρος) ή "Ορνιαστή" (Άνδρος) διότι γίνεται οερινεασμός, δηλ. η ανάρτησις ερινεών (αγριοσύκων) από τους κλάδους ήμερων δένδρων συκής δια την γονιμοποίηση των καρπών των (ήτοι των σύκων).", καθώς και "Θερμαστή", αλλά και ""Αϊγιάννη" ή "Αϊγιαννίτη", διότι άγεται κατ'αυτόν η εορτή των γενεθλίων του Αγίου Ιωάννου". (Φίλιππος Βρετάκος)

Κλείνοντας, να αναφέρω ότι , κατά την επικρατούσα άποψη, ο Ιούνιος ονομάστηκε έτσι από τους Ρωμαίους προς τιμήν της θεάς Juno, που αντιστοιχεί στη δική μας θεά Ήρα κι ήταν προστάτης του συζυγικού βίου και του γάμου.

Σάββατο 25 Μαΐου 2013

Βαλσαμέλαιο και το βοτάνι του Προδρόμου!



Ένα από τα αγαπημένα μου βοτάνια είναι το βάλσαμο, επισήμως ονομαζόμενον Υπερικό το διάτρητον. Θά'ναι καμιά δεκαριά χρόνια που το γνώρισα, όταν μια γυναίκα μου μίλησε με τα θερμότερα λόγια γι'αυτό καθώς και για τις εκπληκτικές ιδιότητες του βαλσαμέλαιου που κατασκευάζεται απ'τις ανθισμένες κορφούλες του. Κι αναγνωρίζοντάς το, άρχισα να το συλλέγω. Η αλήθεια είναι πως εκείνο που με διασκέδαζε ήταν οι μεταμορφώσεις του! Τα κατακίτρινα ανθάκια του που καθώς βουτάνε στο πρασινοχρυσαφένιο ελαιόλαδο το μεταμορφώνουν σιγά-σιγά σ'έναν κατακόκκινο πολτό! Πάντα με εντυπωσίαζε αυτή η αλλαγή των χρωμάτων. Για το λόγο τούτο και πολύ πιτσιρίκα είχα ιδιαίτερη συμπάθεια στο μπρόκολο, το οποίο τότε (σήμερα μάλλον εξαφανίστηκαν αυτές οι ποικιλίες) με το βράσιμο άλλαζε απόχρωση και μόλις το πότιζες με χυμό λεμονιού τα "λουλουδάκια" του ροζίζανε. Αντιθέτως, το συγγενές του κουνουπίδι, με άφηνε αδιάφορη.


Έτσι, λοιπόν, ξεκίνησα να φτιάχνω κάθε χρόνο λίγο βαλσαμόλαδο, αλλά -να πω τη μαύρη αλήθεια- δεν είχα που να το χρησιμοποιήσω. Μάλλον ξεχασμένο σε κάποιο ράφι της αποθηκούλας την έβγαζε. Ώσπου μια μέρα είχα έντονο πόνο στην ωμοπλάτη (κάποιο μυϊκό τράβηγμα ίσως... αφού σε ησυχία δεν κάθομαι!) κι εκεί που τρωγοπίναμε με μια παρέα, μου πετάει κάποιος "Το βαλσαμόλαδο θα σε ανακουφίσει. Το ξέρεις το βαλσαμόλαδο;" "Πώς δεν το ξέρω; Τόσα μπουκαλάκια περιμένουν στο ράφι να βρουν λόγο ύπαρξης!" Κι έτσι, άρχισε να χρησιμοποιείται από όλους μας, καταρχάς με επαλείψεις σε ταλαιπωρημένα σημεία του σώματος, σε πονεμένα χέρια, σε "τραβήγματα" και σχετικά.. Μετά, είχαν σειρά τα εγκαύματα! Όταν έχεις ξυλόσομπα για κύρια θέρμανση, δε μπορεί, κάποια στιγμή θα καείς! Θά'σαι ταλαιπωρημένος όλη μέρα και προσπαθώντας το βράδυ να στριμώξεις ένα μεγάλο κουτσουμπάνι, θα τ'ακουμπήσεις το άτιμο το πυρωμένο μέταλλο! Αν δε, ξεπεράσεις, και τα όριά σου, και ξεθεωμένος μαγειρεύεις μες στη μαύρη νύχτα, μπορεί να σου χυθεί και στο χέρι σου καυτό νερό απ'την κατσαρόλα... κι εκεί το βαλσαμόλαδο, βάλσαμο για το έγκαυμα! Διαβάζοντας, εν συνεχεία, και τις λοιπές ιδιότητές του στο Μπαζαίο, θα βρεις περιπτώσεις για να δοκιμάσεις την αξία του ή να πειραματιστείς! Σε πληγές, πόνους αρθριτικών, κλπ, κλπ... όλο και κάποιος μας το χρησιμοποίησε με επιτυχία! Οπότε, φέτος, ήμουν σ'ετοιμότητα και μόλις πρωτοάνθισε -πριν λίγες μέρες στα χαμηλά- έτρεξα για συγκομιδή!


Η κατασκευη του βαλσαμόλαδου είναι ιδιαιτέρως απλή. Κόβεις τις ανθισμένες κορφούλες, τις στουμπώνεις σε μια γυάλα, περιχύνεις με καλό ελαιόλαδο μέχρι να σκεπαστούν, σφραγίζεις και το ξεχνάς στον ήλιο για κανένα μήνα. Ύστερα στραγγίζεις το υγρό και το φυλάς σε μπουκαλάκια. Αυτό είναι όλο κι έχεις έτοιμο ένα φάρμακο της φύσης στο σπιτικό σου.


Ο Κώστας Μπαζαίος στο βιβλίο του "100 βότανα, 2000 θεραπείες" περιγράφει πολλές από τις ιδιότητες του φυτού αυτού, που μπορεί να ληφθεί εσωτερικά ως αφέψημα ή έγχυμα των αποξηραμένων ανθισμένων κορφών του, είτε εξωτερικά με επάλειψη, συνήθως, ως βαλσαμέλαιο.(* Βέβαια, κάποιοι πίνουν ακόμη και το βαλσαμέλαιο, σε ελάχιστες ποσότητες-σταγόνες φυσικά, για θεραπεία έλκους στομάχου, κ.α.!) Ας δούμε ποιές καταγράφει, εν τάχει:
  • Αντικαταθλιπτικό.
  • Για αϋπνίες. (Ιδέα: Γεμίστε ένα μαξιλάρι με φύλλα βαλσάμου. Η μυρωδιά τους βοηθάει να σταματήσουν οι αυπνίες.) 
  • Διουρητικό.
  • Εμμηναγωγό. (Και ρυθμιστικό των εμμήνων αν προσθέσετε έγχυμα από φύλλα του στο νερό του μπάνιου.)
  • Σπασμολυτικό. (Ιδιαίτερα σε υστερία, νευρική κατάθλιψη.)
  • Τονωτικό και διεγερτικό.
  • Χωνευτικό.
  • Αντιφυσιτικό.
  • Ανθελμινθικό, δηλ. για παράσιτα του εντέρου. (¨Ενα φλιτζάνι αφέψημα κάθε πρωί με άδειο στομάχι, για τρεις συνεχόμενες μέρες.) 
  • Για παιδική ακράτεια. (Φτιάχνουμε έγχυμα, μουλιάζοντας δυο κουταλάκια ψιλοκομμένο φυτό ή φύλλα σε ένα φλιτζάνι ζεστό νερό.)
  • Για σπασμωδικό βήχα, βρογχίτιδα, άσθμα και κολικούς.
  • Για επούλωση τραυμάτων. (Επαλείψεις με βαλσαμέλαιο.) [* εξ ου και σπαθόχορτο/ σπαθέλαιο]
  • Αντισηπτικό (σε δαγκώματα εντόμων, πληγές)
  • Για αρθριτικά, ρευματισμούς, πληγές.
  • Αντιφλογιστικό και επουλωτικό. (Με βαλσαμέλαιο επουλώνονται εγκαύματα, πληγές και έλκος στομάχου.)
Ο Π.Γ. Γεννάδιος στο "Φυτολογικόν λεξικόν" του σημειώνει πως "το διάτρητον Υπερικόν όχι μόνον εν Ελλάδι και πανταχού της Ανατολής, αλλά και πολλαχού της λοιπής Ευρώπης χαίρει φήμη αρίστου φαρμακευτικού είδους προς επούλωση πληγών και θεραπείαν τραυμάτων και δερματικών τινών νοσημάτων".

Επιπλέον, ο Μπαζαίος αναφέρει πως, σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, "η υπερικίνη που περιέχει το βάλσαμο έχει εντυπωσιακή δραστηριότητα και μικρή τοξικότητα κατά των ιών όπως του έιτζ, σε δοκιμαστικό σωλήνα και σε πειράματα με ζώα. Αρχικά μόλυναν ποντίκια με ιούς που προκαλούν λευχαιμία και μετά τους χορήγησαν μια μοναδική ένεση εκχυλίσματος βαλσάμου που "πρόλαβε απολύτως τη νόσο"."  Αλλά και σημερινές δημοσιεύσεις τονίζουν τις αντικαρκινικές του ιδιότητες και τις προσπάθειες που γίνονται να χρησιμοποιηθεί από την ιατρική κατά της νόσου.

Όπως και νά'χει, δεν είναι τυχαίο που ο λαός μας το ονόμασε βάλσαμο, λέξη που ταυτίζεται με κάθετι που προκαλεί έντονη ανακούφιση από πόνους, σωματικούς αλλά και ψυχικούς....

Ακόμη, από το βότανο αυτό ονομάστηκε η ταρίχευση βαλσάμωμα, γιατί, όπως αναφέρει ο Μπαζαίος και πάλι, "Αρχές καλοκαιριού μάζευαν παλιά βάλσαμο, το πολτοποιούσαν και με το ζουμί που φύλαγαν, άλειφαν τους πεθαμένους για να μη μυρίζουν."

Όμως, επειδή κάθε φάρμακο μπορεί να αποβεί και φαρμάκι (δεν είναι τυχαίο που για τους αρχαίους ημών προγόνους η λέξη "φάρμακον" είχε διττή έννοια...), όταν χρησιμοποιούμε βάλσαμο χρειάζονται κάποιες προφυλάξεις και στις ποσότητες που λαμβάνουμε, αλλά κυρίως στη συνδυαστική του δράση με άλλα φάρμακα ή ισχυρά βότανα, που μπορεί να προκαλέσει άσκημες παρενέργειες! Λόγω της έντονης δραστικότητάς του απαγορεύεται σε έγκυες και θηλάζουσες και λόγω της φωτοτοξικότητάς του, πρέπει να αποφεύγεται η έκθεση στον ήλιο μετά από τη λήψη του, ιδιαιτέρως σε άτομνα με πολύ λευκό δέρμα. (Θεωρείται, μάλιστα, πως είναι επικίνδυνη η λήψη του σε μεγάλες ποσότητες από βοοειδή και άλλα ζώα εκτροφής έκθετα στον ήλιο, καθώς συγκεντρώνεται στο δέρμα τους και τους προκαλεί δερματικό έγκαυμα με φουσκάλες.)

Αλλά, ας πούμε και λίγα λόγια για την ιστορία του...

Το βάλσαμο κυκλοφορεί στην πιάτσα με πλήθος ονόματα πέραν της επισήμου ονομασίας του (Υπερικό το διάτρητο), όπως βαλσαμόχορτο, βαλσαμάκι, περίκη, λειχηνόχορτο, ψειροβότανο, χελωνόχορτο, σπαθόχορτο, κοψοβότανο, κουκτσούδι, αλλά και "μαστίγιο του διαβόλου", "Χάρη του Θεού", "Θαύμα του Θεού", "Βότανο του Προδρόμου"! Αυτήν την τελευταία ονομασία, ο Μπαζαίος την ερμηνεύει ως εξής: "Οι πρώτοι Χριστιανοί ονόμασαν το φυτό έτσι προς τιμήν του Ιωάννη του Βαπτιστή, επειδή πίστευαν ότι αποδέσμευε το σαν αίμα έλαιο στις 29 Αυγούστου, ημέρα της γιορτής του Αγίου."  
Στο διαδίκτυο, όμως, κυκλοφορούν αρκετές ακόμη εκδοχές, όπως ότι ονομάστηκε έτσι είτε επειδή βρίσκεται σε πλήρη ανθοφορία κατά την 24η Ιουνίου που γιορτάζουμε το γενέθλιο του Ιωάννη του Προδρόμου, είτε γιατί συγκαταλεγόταν στις "ακρίδες" (δηλαδή τις άκρες των φυτών) με τις οποίες τρεφόταν ο Βαπτιστής στην έρημο ή λόγω του ότι τα μαυροκόκκινα και τα ημιδιάφανα στίγματα στα πέταλά του συμβολίζουν αντίστοιχα το αίμα και τα δάκρυα, του Ιωάννου όταν εκείνος αποκεφαλίστηκε. Ακόμη, είδα να αναφέρεται πως πήρε το όνομά του από τους Ιππότες του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ καθώς θεράπευαν μ'αυτό τις πληγές στις Σταυροφορίες! Όπως και νά'χει, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι δεν έχει κάποιο τυχαίο όνομα, όπως δεν είναι και τυχαίες οι ιδιότητές του!
Ο Μπαζαίος προσθέτει πως "το μεσαίωνα οι Χριστιανοί υιοθέτησαν την παγανιστική πεποίθηση ότι το βάλσαμο απωθούσε τα κακά πνεύματα και το έκαιγαν την παραμονή της γιορτής του Αγ.Ιωάννη για να εξαγνίσουν τον αέρα, να διώξουν τα κακά πνεύματα και να εξασφαλίσουν υγιείς σοδειές." Πάντως, όπως προδίδουν και οι άλλες ονομασίες του ("Χάρη του Θεού", "μαστίγιο του διαβόλου"), το κύρος του μικρού μας βάλσαμου παρέμεινε, στο πέρασμα των χρόνων, αναμφισβήτητο! Κι ίσως να δίναν, όπως λέγεται, κάποτε στους "δαιμονισμένους" βάλσαμο, καθώς είχαν παρατηρήσει πως το βότανο αυτό καταπραϋνει διάφορα δυσάρεστα συμπτώματα νευρολογικής φύσεως που κάποια εποχή τα ταυτίζαν με "δαιμόνια"!

Στην αρχαιότητα αναφερόταν και ως "Υπέρεικον", "Ανδρόσαιμον", "Άσκυρον"...Σύμφωνα με το "Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης" των Liddell-Scott:



Το λεξικό, λοιπόν, το ετυμολογεί από την ερείκη ("ρείκι"). Στο διαδίκτυο, συνάντησα δυο εκδοχές για την ετυμολογία του. Μία αναφέρει ότι συντίθεται εκ των "υπό" και "ερείκη", ότι δηλαδή φύεται κάτω από τα ρείκια, αλλά ομολογώ πως εγώ δεν εχω παρατηρήσει ποτέ τέτοιο πράγμα και θα μου φαινόταν πολύ περίεργο να ξεπροβάλει κάτω από τούτους τους πυκνούς θάμνους! Η δεύτερη ετυμολόγησή του είναι, λέει, από το "υπέρ" και "εικών", είτε διότι οι αρχαίοι Έλληνες διακοσμούσαν με αυτό τα θρησκευτικά τους είδωλα (όμως, ούτε αυτό μπόρεσα να το πιστοποιήσω κάπου..), είτε διότι είναι "υπεράνω της εικόνας του", "πέραν αυτού που φαίνεται"....Ο Σκαρλάτος Βυζάντιος ("Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης") το ετυμολογεί από το "υπέρ" και "ερείκη", χωρίς περεταίρω εξηγήσεις, ενώ ο Άνθιμος Γαζής ("Λεξικόν της ελληνικής γλώσσης") απλά από το "ερείκη" και, δυστυχώς, δε μπόρεσα να βρω κάπου αλλού κάτι περισσότερο διαφωτιστικό...

Πάντως αναφέρεται και ως "ανδρόσαιμον" λόγω του ερυθρού χυμού του:



κι ως "άσκυρον", είδος υπερικού:





Οι φαρμακευτικές του ιδιότητες ήταν, φυσικά, γνωστές από την αρχαιότητα. Όπως συνοψίζει ο φαρμακοποιός Μ.Μιτάκης (βλέπε: http://www.iama.gr/ethno/Hypericum_files/2Hypericum_Mitakis%20Manolis.pdf), ο Ιπποκράτης το συνιστούσε ως αναλγητικό σε περιπτώσεις ρήξης της πνευμονικής αρτηρίας, αλλά και σε περιπτώσεις λυγγώδους πυρετού. Ο Διοσκουρίδης ως διουρητικό, εμμηναγωγό, αντιπυρετικό, κατά του τεταρταίου πυρετού (όταν πίνεται με οίνο), για την αντιμετώπιση της ισχυαλγίας (όταν τα σπέρματά του πίνονται επί σαράντα ημέρες) και ως κατάλληλο κατάπλασμα (σπέρματα και φύλλα) για εγκαύματα. Ο Γαληνός αναφέρεται στην διουρητική, ξηραντική εμμηναγωγή δράση του, αλλά και στη χρήση του για την αντιμετώπιση της ισχυαλγίας, του ίκτερου και των εγκαυμάτων.

Αυτά, προς το παρόν, περί βαλσαμόχορτου (που θα μπορούσαν νά'ταν κι άλλα... εδώ για την παρασκευή ενός απλού ελαίου ξεκίνησα να κάνω εγγραφή και κατέληξα να ψάχνω ασταμάτητα σε τόμους και διαδίκτυα... χωρίς να βρίσκω κι αυτά που θέλω! Αλλά ο χρόνος με κυνηγά...), που μου φαίνεται ότι τελικά θα με προβληματίσει περισσότερο κι από κείνον τον Ερμοδάκτυλο!

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

Αναστενάρια και Αναστενάρηδες!

Μια από τις μεγαλύτερες πανελλήνιες γιορτές σήμερα, Κωνσταντίνου και Ελένης, οι οποίοι σε πολλές περιοχές τιμώνται με μεγάλα πανηγύρια, λιτανείες και χορούς. Σε κάποια από τα πανηγύρια τούτα, μάλιστα, θυσιάζονται -ή, έστω θυσιάζονταν μέχρι πρότινως- "ταύροι ή κριάρια για την υγεία και την ευτυχία της κοινότητας και τα κρέατα μοιράζονται στους πιστούς. Τη γιορτή κλείνουν αγώνες και χοροί." (Γ.Μέγας)

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά έθιμα της μέρας, όμως, αποτελεί η τελετή των Αναστεναρίων που παλαιότερα λάμβανε χώρα σε περιοχή της Ανατολικής Θράκης, αλλά αργότερα, μετά την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923, άρχισε να συναντάται σε περιοχές της Μακεδονίας όπου μεταφέρθηκαν οι θρακιώτικοι εκείνοι πληθυσμοί. Είναι ένα έθιμο, από τη μία μεν πλέον χριστιανικό καθώς εκφράζει τη βαθιά πίστη των λατρευόντων προς τον άγιο Κωνσταντίνο, αλλά σαφέστατα με πολύ βαθιές κι αρχέγονες ρίζες, κατάλοιπο της αρχαίας θρησκείας. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που το έθιμο τούτο το αντικρίζουμε σε θρακιώτικο έδαφος, το οποίο αποτελούσε και την κοιτίδα της λατρείας του θεού Διονύσου, πάνω από 3000 χρόνια πριν από τις μέρες μας. Αλλά, ας αφήσω το μεγάλο λαογράφο μας Γεώργιο Μέγα ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας") να μας περιγράψει τα του εθίμου τούτου:






















































Και για όποιον ενδιαφέρεται περισσότερο για το έθιμο αυτό, μεταφέρω εδώ και κάποια αποσπάσματα από τη σπουδαία μελέτη του λαογράφου της Θράκης, Πολυδώρου Παπαχριστοδούλου, "Τ' Αναστενάρια, οι Καλόγεροι, Σεϊμένηδες κ' οι Πιτεράδες: Έθιμα πανάρχαια της Ανατολ. Θράκης και συγκαιρινά." , από μια σπάνια ανατύπωση του Αρχείου Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού.:
















































Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

αγκινάρες με τ'αγκάθια..


Σήμερα μάζεψα τις τελευταίες... Εντάξει, έχει και κανα-δυο κούτσικες ακόμη, αλλά δεν περιμένω και πολλά πράγματα τέτοια εποχή! Καιρό ήθελα να γράψω για τούτες τις αγκαθωτές πριγκιπέσσες αλλά δε μου καθότανε ο χρόνος! Όπως και να το κάνεις, είναι ένα φυτό ιδιαίτερο. "Να τη δεις να φοβηθείς, να τη φας να γλυκαθείς!" λέει το αίνιγμα. Κι όντως, η γλύκα της είναι απρόβλεπτη για κάποιον που πρωτοσυναντά το αγριεμένο κι αγκαθωτό της παρουσιαστικό! Μπορεί σε κάποιους να μην αρέσει, αλλά εκείνοι που την προτιμούν, τη λατρεύουν!


Εδώ, στο Πήλιο, τη μαγειρεύουν συνήθως με κουκιά. Να πω την αλήθεια, ποτέ δεν την έφτιαξα έτσι, κι ούτε σκοπεύω. Νομίζω ότι χάνεται όλη η ξεχωριστή διακριτική γεύση της μέσα στην "κουκίλα". Κι επειδή με το νά'χεις πολλές και διάσπαρτες ρίζες στο γενεαλογικό σου, υπάρχει μια γενικότερη ποικιλία στις οπτικές, ακόμη και τις γαστρονομικές, έμαθα να τις λατρεύω αλά πολίτα, αλλά και ως σαλατικό με λαδολέμονο!
Όσο για την παλαιά ονομασία της, ακόμη κι ο Αθήναιος (2ος-3ος αι.μ.Χ.) στους "Δειπνοσοφιστές" του είχε τους προβληματισμούς του: "Κινάρα (αγκινάρα). Ταύτην ο Σοφοκλής εις τας "Κολχίδας" την ονομάζει "κυνάραν", εις δε τον "Φοίνικα""κύναρον", δια του "υ" δήλονότι: "Κύναρος αγκαθωτή γεμίζει όλον τον αγρόν". [...] Ο δε Δίδυμος ο Γραμματικός εξηγών την παρά τω Σοφοκλεί απαντώσα λέξη"Κύναρος άκανθα" λέγει: "Μήπως τέλος πάντων εννοεί τον κυνόσβατον, επειδή το φυτόν τούτο είναι τραχύ και ακανθώδες. Διότι και η Πυθία το ωνόμασε "ξύλινην κύνα" (ξύλινη σκύλα). Ο Λοκρός δηλαδή αφού έλαβε χρησμόν, εκεί να κτίζη πόλιν, όπου ήθελε δαγκασθή υπό ξύλινης σκύλας, καταξεσχισθείς εις τας κνήμας του υπό κυνοσβάτου έκτισεν την πόλιν." Ο δε κυνόσβατος είναι φυτόν μεταξύ θάμνου και δέντρου, όπως λέγει ο Θεόφραστος, και έχει καρπόν ερυθρόν παραπλήσιον με το ρόιδο [...]".  
Πάντως σίγουρα, όπως μας πληροφορεί, από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου κι ύστερα η αγκινάρα ονομάζεται κινάρα και είναι το αυτό φυτό. Συμπληρώνει δε: "Ο δε Πτολεμαίος ο Ευεργέτης [...] γράφει.... "Επειδή δε εις τα μέρη εκείνα γίνονται πολλαί κινάραι (αγκινάρες), πάντες οι συνακολουθούντες ημάς στρατιώται κόπτοντες τας εχρησιμοποίουν προς τροφήν και, αφού τας απεγύμνωναν από τας ακάνθας, προσέφερον και εις ημάς".

Η αγκινάρα και το ακόμη πιο άγριο ξαδερφάκι της, το γαϊδουράγκαθο [ή, αρχαϊστί -για όποιον ενδιαφέρεται- ονόπορδον (όνος+πορδή), καθώς ο Άνθιμος Γαζής ("Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης") καταγράφει "Ονόπορδον (πέρδω): Φυτόν τι, είδος αγριοκυναρίας", αλλά και το περίφημο Liddell-Scott ("Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης") σημειώνει: "Ονόπορδον: "είδος ακάνθου, ην όταν φάγωσιν οι όνοι πέρδονται, κατά τον Πλίνιον"], συγκαταλέγονται στα πολυτιμότατα φυτά-βοτάνια του φαρμακείου της φύσης, κυρίως διότι προστατεύουν το ήπαρ και την καρδιά, αλλά και για πλήθος άλλες θεραπευτικές τους ιδιότητες.


Συγκεκριμένα για το γαϊδουράγκαθο (το οποίο έμαθα πως τρώγεται ωμό και τρυφερό και θέλω να το δοκιμάσω!)
ο Κώστας Μπαζαίος ("100 βότανα, 2000 θεραπείες"), καταγράφει, μεταξύ άλλων:
> Χολαγωγό που συνίσταται σε κάθε αρρώστια του ήπατος.
> Τονωτικό για εξασθενημένους από διαλείποντες πυρετούς.
> Αιμοστατικό σε ρινορραγία, βαριά έμμηνα, πληγές.

Αλλά και: "Η λαϊκή θεραπευτική χρησιμοποιεί το αφέψημά του ως αποχρεμπτικό, εμετικό, εφιδρωτικό, αντιπυρετικό και ταινιοκτόνο.", "Ο Culpepper συνιστούσε το έγχυμα από φρέσκια ρίζα και σπόρους για το θρυμματισμό και την απομάκρυνση της πέτρας ουρικού οξέος από τα νεφρά και για υδρωπικία....", "Ο Μ.Μεσσεγκέ το θεωρεί αποτελεσματικό φάρμακο για πολλά είδη αλλεργίας, για τη ναυτία, για το άσθμα, για την αλλεργική καταρροή...". Θεωρείται ότι "δυναμώνει τα κύρια όργανα του σώματος' μυαλό, καρδιά, νεφρά, συκώτι, στομάχι, πνεύμονες" και "καθαρίζει τον οργανισμό από μολυσματικούς παράγοντες". Επίσης, "Τα φύλλα του ξεραμένα και σε μορφή σκόνης συνιστώνται στις μητέρες που θηλάζουν για περισσότερη γαλακτοφορία και στα παιδιά με παράσιτα εντέρου", ενώ για το "κακό σπυρί" "οι πρακτικοί βοτανολόγοι κοπανάνε ρίζες γαϊδουράγκαθων, τις βάζουν στο σπυρί, το δένουν με γάζα 4-5 ώρες, για να ωριμάσει και ν'ανοίξει." Αυτά και τόσα άλλα....για ένα αγριάγκαθο που όταν ανθίζει, προβάλλει όλη την κρυμμένη του εξωτική ομορφιά....


όπως κι η πιο πριγκιπική ξαδέρφη του, η αγκινάρα...




Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

Άγιος Ιωάννης ο Τριανταφυλλάς!



Για άλλο ψάχνοντας, έπεσα στον Άη Γιάννη το Θεολόγο που η μνήμη του γιορτάζεται σήμερα κι άρχισα ν'ανοίγω τα τεφτέρια μιας και τόσα χρόνια μού'χε ξεφύγει, μπας και βρω κανένα έθιμο σχετικό! Κι έπεσα στην περίπτωση! Αν και συνηθέστερα τον αποκαλούν Άη Γιάννη Χαλαζά, μιας κι είναι εποχή που οι αγρότες πολύ φοβούνται τα ξαφνικά χαλάζια, έχει ένα ακόμη προσωνύμιο που μου είναι πολύ αγαπητό, καθώς έχω ένα ιδιαίτερο δέσιμο με το λουλούδι τούτο (βλέπε: Τριαντάφυλλο μου...), το "Τριανταφυλλάς"! Άη Γιάννης Τριανταφυλλάς, λοιπόν, καθώς γιορτάζεται τούτες τις μέρες που οι τριανταφυλλιές αρχίζουν να οργιάζουν κυριολεκτικά πνιγμένες στα λέλουδα, ονομάζεται κυριώς από τους Θρακιώτες, καθώς τον θεωρούνε προστάτη των καλλιεργιών τους από τριαντάφυλλα και ρόδα απ'τα οποία παίρνουν το πολύτιμο ροδέλαιο.


Πρόκειται για τον αγαπημένο μαθητή του Ιησού Ιωάννη, τον Ευαγγελιστή. Κι ο λαός μας, φαίνεται, τον έχει ορίσει προστάτη των καλλιεργειών, καθώς, όπως σημειώνει κι ο Βασίλης Λαμνάτος ("Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας"): "Ανήμερα της γιορτής αυτής οι γεωργοί μας δεν εργάζονται ποτέ. Πάνε στις εκκλησιές και πανηγυρίζουν εκεί την ημέρα αυτή, για να τους βοηθάει ο Άη-Γιάννης και να προφυλάει τις καλλιέργειές τους απ'τα κακά του Μάη." Περισσότερα, όμως, καταγράφει ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας στο πολύτιμο βιβλίο του "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας":


και συνεχίζει:

"Μερικά άλλα έθιμα της ημέρας αυτής αποσκοπούν στην εκδίωξη των ενοχλητικών ζωυφίων του καλοκαιριού. Π.χ. στην Ίο κάθε οικογένεια την παραμονή προμηθεύεται νερό και χόρτα και το πρωί ο οικοδεσπότης βάζει δυο τρεις κατσαρίδες μέσα σ'ένα καλάμι και τα ρίχνει όλα στην θάλασσα. Έτσι καταστρέφονται οι κατσαρίδες."


Αν όμως στα βόρεια τον αποκαλούν "Τριανταφυλλά", στο νότο, δηλαδή στην Κρήτη μας, τον αποκαλούσαν κάποτε ... "Ντολμαδά", όπως μας αποκαλύπτει ο Νίκος Ψιλάκης στο έξοχο βιβλίο του "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη" (εκδόσεις Καρμανωρ). Πάντως από τις καλλιέργειες, δεν ξέφευγε, απλά άλλαζε προσωνύμια ανάλογα με την περιοχή. Παραθέτω, λοιπόν, κάποια αποσπάσματα από το κείμενο του Νίκου Ψιλάκη για αυτήν την ιδιαίτερη ονομασία:

"Σε πολλές περιοχές του νησιού ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι προστάτης της αγροτικής παραγωγής, των δημητριακών και, όλως ιδιαιτέρως, των αμπελιών. Εκείνος θα φροντίσει, όπως πιστεύουν, να μη βρέξει την εποχή του θερισμού και να μη ρίξει χαλάζι, εκείνος θα φροντίσει ώστε να καρπίσουν και να ευδοκιμήσουν τα αμπέλια. Γι' αυτό συνήθιζαν να βάζουν, μαζί με τα λουλούδια με τα οποία στόλιζαν την εικόνα του, και βλαστούς αμπελιού. Η σύνδεσή του, όμως, με τους αμπελώνες φαίνεται περισσότερο από ένα μοναδικό (όσο γνωρίζω) έθιμο: το φαγητό της εορτής του ήταν συνήθως ντολμάδες: "μαγέρευαν φρυγιομαγεριά, μπορεί και θριγιομαγεριά όπως μου έλεγε η θεία μου. Το χειμώνα που είχανε τα λάχανα εκάνανε τους ντολμάδες πιο πολύ με λαχανοφυλλάδες [...] το καλοκαίρι εκάνανε θριγιομαγεριά με αμπελόφυλλα. Και στις 8 του Μάη έλεγαν πως τα αμπελόφυλλα είναι μεστωμένα και μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν."
Το έθιμο δεν επιβίωσε στις μέρες μας. Και φαίνεται πως σε πολλές περιπτώσεις πήγαιναν παλαιότερα τα ντολμαδάκια στις εκκλησιές, τα ευλογούσαν και τα έτρωγαν σε κοινές συνεστιάσεις. Η μαρτυρία του Παύλου Βλαστού και πάλι είναι καταλυτική. Ο πρωτοπόρος της κρητικής λαογραφίας καταγράφει μια ωραία αιτιολογική παράδοση από το χωριό Σαλί Ρεθύμνου. Ο τιμώμενος στον παλιότατο ναό του χωριού Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ήταν γνωστός ως "Ντολμαδάς". Και ονομάστηκε έτσι γιατί οι κάτοικοι του χωριού μαγείρευαν "με τα πρωτοφανίστικα αμπελόφυλλα και [φύλλα] κληματαριάς τους ντολμάδες". Έβαζαν ρύζι και κιμά και τους πρόσφεραν στους προσκυνητές. [...] Ακόμα και σήμερα σε πολλές περιοχές παρασκευάζουν ντολμάδες με αμπελόφυλλα κατά την ημέρα του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Το έθιμο, όμως, έχει χάσει τον τελετουργικό του χαρακτήρα [...]"

Καταγράφει ακόμη ο Νίκος Ψιλάκης πως στα μοναστήρια που γιόρταζαν γίνονταν πάντα μεγάλες συνεστιάσεις που θυμίζαν τα γνωστά κουρμπάνια που λάβαιναν χώρο και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος προς τιμήν του αγίου. Αλλά και ότι "στο οροπέδιο Λασιθίου, στο χωριό Μαρμακέτο [...] οι κάτοικοι αφήνουν τον επιτάφιο στολισμένο από τη Μεγάλη Παρασκευή και πιστεύουν ότι την ώρα της λειτουργίας του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου τα λουλούδια ανθίζουν πάλι.[...]"