Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Γουργουλιάνες και κοκκινομανίταρα!


Έφαγα τα λυσσακά μου, φέτος το φθινόπωρο, να βρω μια γουργουλιάνα! Μα δε μου καθόταν, λέμε.... με τίποτα... Καταρχάς το καλοκαίρι δεν έλεγε να τελειώσει-όχι πως με πολυχάλασε αυτό, γιατί εγώ παιδί του καλοκαιριού είμαι... αλλά ρίξε και μια βροχούλα στο ανάμεσο! Τίποτα! Ξεραϊλα σκέτη! Κι όταν κάποτε αποφάσισε να βρέξει, η αφυδατωμένη γη ούτε που πρόλαβε να ξεδιψάσει! Σαν να μην την αγγίζαν οι σταγόνες, τζάμπα ο κόπος τους, τζάμπα το ταξίδι απ'τα ουράνια... "Βρήκες καμιά μανιτάρα;" "Μπα..." Άντε και ξανάβρεξε, μια και δυο. Και μου φέρανε πεσκέσι μια γουργουλιάνα. Άλλη η χάρη, όμως, να τη βρεις μονάχος, να την ψάχνεις με το βλέμμα σου, ομπρελίτσα στητή να καμαρώνει στο καστανοπράσινο τοπίο! Είπα να ξαμοληθώ... τζίφος! Βρε, δεν πά'νά'χαν ανθίσει τα κυκλάμινα, δεν πά'να σκάσαν οι βασίλες και τα καλογεράκια στο βουνό, γουργουλιάνα καμιά! Και δεν ήμουν η μόνη που την είχα άχτι! Ποζάρουν κι υπέροχα οι άτιμες και κουβαλούσα μες στις γλίστρες και τη μηχανή... τζάμπα ταλαιπωρία! Μονάχα οι βασίλες μου καθήσανε, άντε και κανένα καλογεράκι!


Ε, μπήκε για τα καλά ο Νοέμβρης, κρυάδιασε, ντουμανιάσαμε τις σόμπες.. κόντεψα να ξεχάσω τις έρ'μες τις γουργουλιάνες! Το πήρα απόφαση, ότι φέτος γουργουλιάνα δε θα μου κάτσει! Κι όπως βρέθηκα με μια παρέα για κρασάκι, ενώ έξω έβρεχε του καλού καιρού, αντικρύζω μια τσουρουφλισμένη ξάπλα στο πιατάκι. "Βρήκα και μια γουργουλιάνα!" ακούω! Ώπα, εδώ είμαστε! Το επόμενο απόγευμα ξαμολήθηκα! Μία, δύο, τρεις! Μιλάμε για χαρά, σαν παιδί που του χαρίσανε το αγαπημένο του παιχνίδι! Κι ύστερα παραδίπλα, αγκαλιές κάτι μανιταράκια συμπαθέστατα. Καθ'ότι σχετικά καινούρια στο άθλημα, τα κύτταξα με δυσπιστία... Δε μοιάζαν μ'εκείνα τα γλιτσερά τα παλαβιάρικα. Νά'ναι "κοκκινομανίταρα";. Ε, δεν ήθελα και να γεμίσω τις τσάντες με παλαβά, παίρνω ένα δείγμα να μου το τσεκάρουνε οι πιο ειδικοί και σκέφτομαι "Δε βαριέσαι.. τώρα παίρνει να σκοτεινιάσει... αν είναι καλό, πουρνό-πουρνό έρχομαι να τα μαζέψω.. Δε θα με προλάβει άλλος "κυνηγός"". Έτσι νόμιζα τουλάχιστον! Αλλά υπολόγιζα χωρίς τον ξενοδόχο...


Το δείγμα μου απεδείχθη μια χαρά κοκκινομανίταρο και πολύ χαλάστηκα που άφησα τα αδερφάκια του να περιμένουνε. Βροχή, ξεβροχή, ξεκίνησα το πρωί για το "μέρος" με μπόλικες σακούλες! Πόσα και πόσα με περιμένανε! Έκανα και σχέδια πώς θα τα χωρέσω στον τιγκαρισμένο καταψύκτη, να τρώμε κοκκινομανίταρα όλο το χειμώνα! Αμ δε! Φτάνω κι αντικρύζω βομβαρδισμένο τοπίο! Τα χώματα πεταμένα, γούρνες παντού, φρεζαρισμένα θαρρείς τα πάντα! Λες κι είχε περάσει κανένας μανιακός με την τσάπα κι έψαχνε χρυσάφι! Όλα ανακατωμένα! Βρε τα κωλογούρουνα! Σήμερα βρήκαν να ξαμοληθούν εδώ; Λοιπόν αυτά τα παλιοκαπριά, που τα λυπόμουν που τα κυνηγούσανε, πολύ μού'χουν μπει στο μάτι! Δε φτάνει που τρομάζουν τα αγαπημένα μου άλογα -κι είχαμε ουκ ολίγα ατυχήματα φέτος... ούτε να τα σκέφτομαι δε θέλω- δε φτάνει που δεν έχουν αφήσει όρθιο νιόφυτο δεντράκι στα χωράφια για να τρίβουν τη χοντροπλατάρα τους, δε φτάνει που για να ποτίζεις το καλοκαίρι πρέπει κάθε φορά να σκάβεις απ'την αρχή γούρνες κι αυλάκια σ'όλη την έκταση, δε φτάνει που έχουνε ξεπατώσει τα πάντα -παρ'ολίγον και το αμπέλι- κι έχουμε βαρεθεί να φράζουμε κι εκείνα πάλι να βρίσκουν τρόπο να σαρίζουν και να τρυπώνουν, τώρα μου φάγανε και τα μανιτάρια;! Ε, ρε κυνήγημα που τους χρειάζεται!


Αλλά, όχι... βγήκα για μανιτάρια και θα βρω ο κόσμος να χαλάσει! Κι έτσι, μες στη γερή βροχή, άρχισα να παίρνω σβάρνα όσους μανιταρότοπους είχα στο νου μου. Στην αρχή, δεν είχα μεγάλη επιτυχία... άντε δυο-τρία κοκκινομανίταρα, άντε και μια γουργουλιάνα μωρό που είχε γλιτώσει απ'τη μανία των αγριογούρουνων. Τό'βαλα πείσμα όμως. Αφήνω τη μηχανή στο αμάξι -εμ, τόση βροχή, να φάω και καμιά γλύστρα στα μονοπάτια που χωνόμουνα να πάει χαμένη- κι αρχίζω το περπάτημα. Και τσουπ, νά'τη η πρώτη η καμαρωτή ομπρελίτσα! Μπροστά στα πόδια μου ξεπρόβαλε, σκέτη ομορφιά, με φόντο τ'όμορφο φθινοπωρινό τοπίο. Δέκα βρήκα και να μην έχω τη μηχανή ούτε μια να αποθανατίσω! Αχ, αχ, αχ... κι ήτανε σκέτη ζωγραφιά, λες και ποζάρανε σε καλλιτέχνη! Κρίμα και ξανά κρίμα... Όσο χαιρόμουν που τις ξετρύπωνα, τόσο μετάνιωνα που δεν είχα κουβαλήσει τη φωτογραφική μηχανή... μα ήταν μία και μία... ομορφότερο φόντο δε μπορούσαν νά'χαν διαλέξει να ξεπροβάλουν!


Αφού, λοιπόν, μούσκεψα απ'την κορφή μέχρι τα νύχια -χμ... μπα, τα νύχια ήταν τα μόνα στεγνά, καθ'ότι, δόξα τω Θεώ, αδιάβροχα τα αρβυλάκια.. αλλά η υπόλοιπη έσταζα ολόκληρη- αποφάσισα τελικά να επιστρέψω σπίτι! Ας μην είμαι και άπληστη, μια χαρά συγκομιδή πέτυχα! Μοναχά... να... νά'χα και τη μηχανή μαζί.... αλλά δε μπορούμε να τά'χουμε κι όλα!


Γουργουλιάνες, λοιπόν, για ψήσιμο το μεσημεράκι! Γουργουλιάνες ο αγαπημένος φθινοπωρινός μεζές του Πηλίου, οι ομπρελίτσες του βουνού. Γουργουλιάνες τις λέμε εδώ... και ψάχνω στο διαδίκτυο να βρω την επίσημη ονομασία: Lepiota procera, Macrolepiota procera βρίσκω. Αλλού τη λένε αδραχτίτη, αλλού ζαρκαδίσιο, αλλού ομπρέλα, αλλού ελαφίσιο... κοινότατον στον ελληνικό χώρο, κι όχι μόνο. Έχει, βέβαια, και κάτι που μοιάζουνε -τουλάχιστον στις φωτογραφίες, δεν έχω πετύχει από κοντά- που είναι κάργα δηλητηριώδη... γι'αυτό και δεν πά' να θεωρείται εδώ το πιο αναγνωρίσμο και συνηθισμένο, εγώ μια δεύτερη γνώμη πάντα θα την πάρω! Κι ας μην έχει τύχει ποτέ να μαζέψω λάθος μανιτάρι απ'τη μέρα που μου δείξανε πέντε-έξι εδώδιμες ποικιλίες να τις ξεχωρίζω. Εγώ το τσεκάρω πάντα στο βλέμμα ενός πιο ειδικού. Αλλά αποδείχτηκα καλή μαθήτρια, λέμε!


Υ.Γ. Εμ βρήκα κι άλλες και τις φωτογράφισα! Όχι που θα τις άφηνα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου