"... Με τον Ιούνιο όμως συμπίπτει η ακμή του καλοκαιριού, οι θερινές ροπές του ηλίου, που θεωρούνται σημαντική και ορισμένες φορές επικίνδυνη καμπή του χρόνου.[...] Όσα αρχαία έθιμα ανάγονται στις θερινές τροπές του ηλίου συνδέθηκαν με το Γενέθλιον του Ιωάννου του Πρόδρομου (24 Ιουνίου).
Η συσχέτιση δεν έγινε χωρίς λόγο. Κατά τον ευαγγελιστή Λουκά (1,26-36) ο Ιωάννης ο Πρόδρομος ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Ιησού. Αφού λοιπόν η γέννηση του Χριστού ορίστηκε από την εκκλησία στις 25 Δεκεμβρίου, δηλαδή κατά τις χειμερινές τροπές του ηλίου, επόμενο ήταν το Γενέθλιον του Ιωάννου του Προδρόμου να συμπέσει με την 24 Ιουνίου, δηλαδή κατά τις θερινές τροπές του ηλίου...[...]" (Γ.Α.Μέγα, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")
ηλιοστάσια ( ήλιος + στάση, ίσταμαι=στέκομαι) ή ηλιοτρόπια (ήλιος + τροπή, τρέπομαι) είναι τα σημεία της εκλειπτικής τα έχοντα την μέγιστη απόσταση από τον ισημερινό, δηλαδή όταν ο ήλιος βρίσκεται σε αυτά έχει τη μέγιστη αυτού απόκλιση. Ονομάστηκαν δε έτσι, γιατί ο ήλιος κινούμενος επί της εκλειπτικής απομακρύνεται διαρκώς από τον ισημερινό μέχρις ότου φθάσει στα ηλιοστάσια, οπότε και έχει τη μέγιστη απόκλιση. Εκεί στέκεται και αρχίζει να τρέπεται πάλι προς τον ισημερινό.
όποια μέρα πέσει το Λιοτρόπι τ'Αϊ-Γιαννιού τη φυλάνε όλο το χρόνο' δεν κάνουν γάμους, δεν κόβουν ρούχα, δεν φυτεύουν, δεν αρχίζουν σπορά. Είναι κακιά μέρα κι ό,τι αρχινήσεις, δεν πάει εμπρός (Σκύρος).
Χαρακτηριστικό έθιμο της γιορτής είναι, όπως γνωρίζουμε, οι φωτιές τ'Αϊ-Γιαννιού (κοινώς: φανοί, οφανοί, αφανοί, καλαφωνοί, κ.τ.λ.), από τις οποίες ο άγιος λέγεται και Φανιστής (Χίος) ή Λαμπαδάρης (Αθήνα) ή Λαμπροφόρος (Κύπρος). Την παραμονή δηλαδή ανάβουν στους δρόμους ή μπροστά από κάθε σπίτι με καλαμιές ή παλιοκοφίνια μια ή τρεις φωτιές, τις οποίες πηδούν, ενώ ταυτόχρονα λέγουν: Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα η ρόγα η χρυσή (Λήμνος) ή Να πηδήσω τη φωτιά, μη με πιάσ' η αρρώστια (Πυλία). Στην Κάρπαθο οι γυναίκες καθώς πηδούν τους καλαφωνούς, αναφωνούν: "το (β)άρος μου μετάξυ" ή το "(β)άρος μου νά'ναι μάλαμα για το σπίτι". Αλλά την έννοια του εθίμου αποδίδει η αναφώνηση: "Αφήνω τον κακό χρόνο και πάω στον καλύτερο".
Αν θυμηθούμε την ανάλογη αρχαία φράση "Έφυγον κακόν, εύρον άμεινον", καταλαβαίνουμε την αρχική σημασία του πηδήματος των φωτιών: να καθαρθούν δηλαδή με τη δύναμη της φωτιάς οι άνθρωποι και απαλλαγμένοι από κάθε κακό να μπουν καθαροί και ακμαίοι στη νέα περίοδο του χρόνου (έθιμο καθαρτήριο και διαβατήριο).[...]
Σε πολλά μέρη στη φωτιά ρίχνουν το στεφάνι της Πρωτομαγιάς ή το στεφάνι του Άϊ-Γιάννη της περασμένης χρονιάς, ενώ τη στάχτη τη μεταχειρίζονται για αποτρεπτικούς και μαντευτικούς σκοπούς.[...]" (Γ.Α.Μέγα, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")
"Δεν ξεχνάει βέβαια κανείς την πυρολατρική καταγωγή της "φωτιάς" ούτε την ηλιολατρική τοποθέτηση του εθίμου γύρω από τις θερινές ηλιακές τροπές. Βασικά όμως πρέπει να σκεφτόμαστε τη συμβολική έννοια του "καθαρμού", που έχει η φωτιά αυτή, όπως όλες οι φωτιές (ακόμη και με τη χριστιανική αντίληψη), και που έφτασε να γεννάει την πίστη ότι, αν αναφτεί σ'ένα ξάγναντο, μπορεί να επιδράσει ευεργετικά σ'όλη την περιοχή που φωτίζει....[...]
Ένα έθιμο που κατάφερε τόσους αιώνες, παρ'όλες τις συχνές "πολεμικές", να επιζήσει, δεν είναι δικαίωμα της δικής μας γενιάς να το σβήσει. Έχουμε χρέος όχι μόνο να το ανεχόμαστε αλλά και να το βοηθούμε στις εκδηλώσεις του. Στην εποχή μας μάλιστα, με το μηχανικό ρυθμό και τις πολύπλυρες υπερφροντίδες, είναι παρήγορη η παρουσία ενός χαρούμενου και διαχρονικού εθίμου, που ενώνει αιώνες και γενιές.
Οι φωτιές που θ'αναφτούν αύριο το βράδυ στις πολιτείες και στα χωριά μας θα είναι ένας συγκινητικός δεσμός του σήμερα με το χθες. Τα μάτια των παιδιών, που θα λάμπουν χαρούμενα μπροστά στις φλόγες, τα μάτια των μεγάλων που θα τα παρακολουθούν στα πηδήματά τους, θα είναι μια ωραία παραδοσιακή προσοχή σε μια σχεδόν πανανθρώπινη γιορτή. Δεν είναι μικρή δουλειά να σκέφτεσαι, ότι ανάβοντας μια μικρή φωτιά έξω από το σπίτι σου, συνδέεσε με τους αιώνες που πέρασαν, έστω και με τους κοντινούς σου προγόνους, καθώς και με πολλούς άλλους λαούς, που την ίδια ώρα ανάβουν τη φωτιά της ημερομηνίας αυτής και χαίρονται παρόμοια το θέαμα και το συμβολισμό της..." (Δημ. Λουκάτου, "Τα καλοκαιρινά")
"[...] Σε μια τόσο σημαντική καμπή του χρόνου φυσικό είναι να θέλει κανείς να ρίξει ένα βλέμμα στο μέλλον. Είναι λοιπόν πάρα πολλές οι μαντείες της παραμονής και της 24 Ιουνίου. Ο λαός μάλιστα πιστεύει, ότι ο αϊ-Γιάννης φέρνει τύχες' για αυτό "έπρεπε από την παραμονή να ξεσκονίσουν, να σφουγγαρίσουν, να περιμένουν τις τύχεις" (Σινώπη). Γι' αυτό ο άϊ-Γιάννης λέγεται και Ριζικάρης. Και επειδή ο συνηθέστερος τρόπος, με τον οποίο ο Άγιος φανερώνει το ριζικό, δηλαδή την τύχη του κάθε ανθρώπου, είναι ο κλήδονας, ονομάζεται και άι-Γιάννης ο Κλήδονας (Νάξος) ή Ριζικάρης. [...] (Γ.Α.Μέγα, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")
Αναφέρει το σπουδάιο "Μέγα λεξικόν όλης της ελληνικής γλώσσης", του Δημητράκου:
κληδών: "Το δε κληδών ουκ έχει το ιώτα, επειδή ουκ έστιν από του κληϊζω, αλλ' από του κλω, του σημαίνοντος το καλώ, γέγονε κλήσω και κληδών", φήμη, φωνή περιέχουσα πρόρρησιν, μήνυμα, υπόδειξιν περί μέλλοντος, γεν. φωνή, ρήσις μαντική, παρ' Ομήρω εν τη σημασία ευτυχίας μήνυμα εκ λόγου συναγόμενον: Οδ.Σ 117 "Χαίρεν δε κλεηδόνι δίος Οδυσσεύς"..[...], Παυσ.9,11,17, "μαντικήν δε καθέστηκεν αυτόθι από κληδόνων", 2) είδησις, αγγελία, φήμη περί τινός, διάδοσις [...], 3)φήμη ένδοξος, κλέος, ξάκουσμα..[...] κ.λ.π.
Ο Κώστας Λιάπης, καταγράφει τα έθιμα του Κλήδονα στο Πήλιο, στο βιβλίο του "Ώρες του Πηλίου":
Ενώ, ο Δημήτρης Λουκάτος, στα "Καλοκαιρινά" του, αναφέρεται στις "Νυφούλες" του Κλήδονα:
Αμέτρητα τα έθιμα για τη μέρες τούτες, τις μέρες του θερινού ηλιοστασίου, τις μέρες του άι-Γιάννη του Λαμπαδάρη, του Λιοτρόπου, του Κλήδονα.. αμέτρητες οι παραλλαγές, αλλά και οι καταγραφές τους.. όλες όμως με κοινή ρίζα στα βάθη των αιώνων..
Αναφέρει ακόμη ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας τα κυριότερα είδη αυτής της μαντικής που λάμβανε χώρα αυτή τη μέρα: Την ονειρομαντεία με την αρμυροκουλούρα που παρασκευαζόταν με το αμίλητο νερό κι αλεύρι παρμένο από τρεις Μαρίες, την τεφρομαντεία με στάχτη από τρεις φωτιές, την κατοπτρομαντεία, τη μολυβδομαντεία, την αυγομαντεία, την υδατομαντεία, κ.λ.π.
Παραθέτει, επιπλέον, άλλες συνήθειες των ημερών αυτών, όπως τη συλλογή λουλουδιών, των λεγομένων "αγιάννηδων" και το κρέμασμα μπουκέτου ή στεφάνου στα σπίτια, τους αγυρμούς παιδιών που κρατούν λουλούδια ("καλογιάννηδες") κι ένα δοχείο νερό και χορεύοντας και τραγουδώντας, ρίχνουν νερό στα καλύβια, την έναρξη των μπάνιων στη θάλασσα, τη συγκομιδή ρίγανης (Άι-Γιάννης Ριγανάς) κι άλλα πολλά κι ενδιαφέροντα, αλλά, δυστυχώς, ξεχασμένα..
"[...] Σε πολλά μέρη η γιορτή λέγεται κοινώς τ'αϊ-Γιαννιού του Λιοτροπιού (Κύθνος) ή Λιτροπίου (Κύμη) ή Λουτρόπου (Σινώπη) ή Αλιτροπιού (Λέσβος) και επικρατεί η πίστη ότι ο ήλιος της μέρας αυτής "τρέμει ή γυρίζει και είναι θαμπερός". Γι'αυτό σηκώνονται πρωί, για να δουν τον ήλιο που γυρίζει σα μύλος ή σαν τροχός (π.χ. στην Κομοτηνή της Θράκης). Στη Σινώπη μάλιστα διανυκτέρευαν κατά ομάδες τρώγοντας, πίνοντας και χορεύοντας όλη τη νύχτα και το πρωί, μόλις χάραζε, έβαζαν τη μαγείρισσα μες στο καζάνι, περνούσαν ξύλα από τα χέρια του καζανιού και τη σηκώναν τέσσερις. Οι άλλοι χορεύαν και με το χορό πηγαίνανε ως τη Φοινικίδα [εξοχή της Σινώπης]. Εκεί περιμένανε να βγει ο ήλιος, να δούνε τον ήλιο πως γυρνά εκείνη τη μέρα και βγαίνει. Πάλι με το χορό γύριζαν πίσω και πήγαιναν στην εκκλησιά.
Στα Νένητα Χίου άμα εξέλθουν της εκκλησίας, συνέρχονται καθ'ομάδας εις τ'αλώνια και, αφού φάγωσι διάφορα οπωρικά, αρχίζουν να συστρέφονται (να κουρδουβαλίζουν) μέχρι της μεσημβρίας.
Στην Οινόη Πόντου, μικροί παίδες περιέρχονται τας οικίας και ρίπτοντες εις αυτά λαλάτσια (λιθαράκια) επάδουσι εν χορώ: "Τρόπου, τρόπου, ήλιε, που γυρίζουν τα λαλάτσια, σα μέτερα και σα σέτερα..."
Το ηλιακό αυτό φαινόμενο ήταν φυσικό να προκαλέσει και δεισιδαιμονικούς φόβους και γενικές απαγορεύσεις. Έτσι τη μέρα αυτή δεν αρχίζουν καμιά δουλειά, επειδή, όπως λέγουν, είναι λιτρόπι. Και:
όποια μέρα πέσει το Λιοτρόπι τ'Αϊ-Γιαννιού τη φυλάνε όλο το χρόνο' δεν κάνουν γάμους, δεν κόβουν ρούχα, δεν φυτεύουν, δεν αρχίζουν σπορά. Είναι κακιά μέρα κι ό,τι αρχινήσεις, δεν πάει εμπρός (Σκύρος).
Χαρακτηριστικό έθιμο της γιορτής είναι, όπως γνωρίζουμε, οι φωτιές τ'Αϊ-Γιαννιού (κοινώς: φανοί, οφανοί, αφανοί, καλαφωνοί, κ.τ.λ.), από τις οποίες ο άγιος λέγεται και Φανιστής (Χίος) ή Λαμπαδάρης (Αθήνα) ή Λαμπροφόρος (Κύπρος). Την παραμονή δηλαδή ανάβουν στους δρόμους ή μπροστά από κάθε σπίτι με καλαμιές ή παλιοκοφίνια μια ή τρεις φωτιές, τις οποίες πηδούν, ενώ ταυτόχρονα λέγουν: Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα η ρόγα η χρυσή (Λήμνος) ή Να πηδήσω τη φωτιά, μη με πιάσ' η αρρώστια (Πυλία). Στην Κάρπαθο οι γυναίκες καθώς πηδούν τους καλαφωνούς, αναφωνούν: "το (β)άρος μου μετάξυ" ή το "(β)άρος μου νά'ναι μάλαμα για το σπίτι". Αλλά την έννοια του εθίμου αποδίδει η αναφώνηση: "Αφήνω τον κακό χρόνο και πάω στον καλύτερο".
Αν θυμηθούμε την ανάλογη αρχαία φράση "Έφυγον κακόν, εύρον άμεινον", καταλαβαίνουμε την αρχική σημασία του πηδήματος των φωτιών: να καθαρθούν δηλαδή με τη δύναμη της φωτιάς οι άνθρωποι και απαλλαγμένοι από κάθε κακό να μπουν καθαροί και ακμαίοι στη νέα περίοδο του χρόνου (έθιμο καθαρτήριο και διαβατήριο).[...]
Σε πολλά μέρη στη φωτιά ρίχνουν το στεφάνι της Πρωτομαγιάς ή το στεφάνι του Άϊ-Γιάννη της περασμένης χρονιάς, ενώ τη στάχτη τη μεταχειρίζονται για αποτρεπτικούς και μαντευτικούς σκοπούς.[...]" (Γ.Α.Μέγα, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")
"Δεν ξεχνάει βέβαια κανείς την πυρολατρική καταγωγή της "φωτιάς" ούτε την ηλιολατρική τοποθέτηση του εθίμου γύρω από τις θερινές ηλιακές τροπές. Βασικά όμως πρέπει να σκεφτόμαστε τη συμβολική έννοια του "καθαρμού", που έχει η φωτιά αυτή, όπως όλες οι φωτιές (ακόμη και με τη χριστιανική αντίληψη), και που έφτασε να γεννάει την πίστη ότι, αν αναφτεί σ'ένα ξάγναντο, μπορεί να επιδράσει ευεργετικά σ'όλη την περιοχή που φωτίζει....[...]
Ένα έθιμο που κατάφερε τόσους αιώνες, παρ'όλες τις συχνές "πολεμικές", να επιζήσει, δεν είναι δικαίωμα της δικής μας γενιάς να το σβήσει. Έχουμε χρέος όχι μόνο να το ανεχόμαστε αλλά και να το βοηθούμε στις εκδηλώσεις του. Στην εποχή μας μάλιστα, με το μηχανικό ρυθμό και τις πολύπλυρες υπερφροντίδες, είναι παρήγορη η παρουσία ενός χαρούμενου και διαχρονικού εθίμου, που ενώνει αιώνες και γενιές.
Οι φωτιές που θ'αναφτούν αύριο το βράδυ στις πολιτείες και στα χωριά μας θα είναι ένας συγκινητικός δεσμός του σήμερα με το χθες. Τα μάτια των παιδιών, που θα λάμπουν χαρούμενα μπροστά στις φλόγες, τα μάτια των μεγάλων που θα τα παρακολουθούν στα πηδήματά τους, θα είναι μια ωραία παραδοσιακή προσοχή σε μια σχεδόν πανανθρώπινη γιορτή. Δεν είναι μικρή δουλειά να σκέφτεσαι, ότι ανάβοντας μια μικρή φωτιά έξω από το σπίτι σου, συνδέεσε με τους αιώνες που πέρασαν, έστω και με τους κοντινούς σου προγόνους, καθώς και με πολλούς άλλους λαούς, που την ίδια ώρα ανάβουν τη φωτιά της ημερομηνίας αυτής και χαίρονται παρόμοια το θέαμα και το συμβολισμό της..." (Δημ. Λουκάτου, "Τα καλοκαιρινά")
"[...] Σε μια τόσο σημαντική καμπή του χρόνου φυσικό είναι να θέλει κανείς να ρίξει ένα βλέμμα στο μέλλον. Είναι λοιπόν πάρα πολλές οι μαντείες της παραμονής και της 24 Ιουνίου. Ο λαός μάλιστα πιστεύει, ότι ο αϊ-Γιάννης φέρνει τύχες' για αυτό "έπρεπε από την παραμονή να ξεσκονίσουν, να σφουγγαρίσουν, να περιμένουν τις τύχεις" (Σινώπη). Γι' αυτό ο άϊ-Γιάννης λέγεται και Ριζικάρης. Και επειδή ο συνηθέστερος τρόπος, με τον οποίο ο Άγιος φανερώνει το ριζικό, δηλαδή την τύχη του κάθε ανθρώπου, είναι ο κλήδονας, ονομάζεται και άι-Γιάννης ο Κλήδονας (Νάξος) ή Ριζικάρης. [...] (Γ.Α.Μέγα, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")
Αναφέρει το σπουδάιο "Μέγα λεξικόν όλης της ελληνικής γλώσσης", του Δημητράκου:
κληδών: "Το δε κληδών ουκ έχει το ιώτα, επειδή ουκ έστιν από του κληϊζω, αλλ' από του κλω, του σημαίνοντος το καλώ, γέγονε κλήσω και κληδών", φήμη, φωνή περιέχουσα πρόρρησιν, μήνυμα, υπόδειξιν περί μέλλοντος, γεν. φωνή, ρήσις μαντική, παρ' Ομήρω εν τη σημασία ευτυχίας μήνυμα εκ λόγου συναγόμενον: Οδ.Σ 117 "Χαίρεν δε κλεηδόνι δίος Οδυσσεύς"..[...], Παυσ.9,11,17, "μαντικήν δε καθέστηκεν αυτόθι από κληδόνων", 2) είδησις, αγγελία, φήμη περί τινός, διάδοσις [...], 3)φήμη ένδοξος, κλέος, ξάκουσμα..[...] κ.λ.π.
Ο Κώστας Λιάπης, καταγράφει τα έθιμα του Κλήδονα στο Πήλιο, στο βιβλίο του "Ώρες του Πηλίου":
Στα "Αμοργιανά" (τεύχος 12), καταγράφονται στίχοι από το τραγούδι του κλήδονα, που τραγουδούσαν τα κορίτσια μεταξύ τους κατά τη διαδικασία:
Ενώ, ο Δημήτρης Λουκάτος, στα "Καλοκαιρινά" του, αναφέρεται στις "Νυφούλες" του Κλήδονα:
Αμέτρητα τα έθιμα για τη μέρες τούτες, τις μέρες του θερινού ηλιοστασίου, τις μέρες του άι-Γιάννη του Λαμπαδάρη, του Λιοτρόπου, του Κλήδονα.. αμέτρητες οι παραλλαγές, αλλά και οι καταγραφές τους.. όλες όμως με κοινή ρίζα στα βάθη των αιώνων..
Αναφέρει ακόμη ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας τα κυριότερα είδη αυτής της μαντικής που λάμβανε χώρα αυτή τη μέρα: Την ονειρομαντεία με την αρμυροκουλούρα που παρασκευαζόταν με το αμίλητο νερό κι αλεύρι παρμένο από τρεις Μαρίες, την τεφρομαντεία με στάχτη από τρεις φωτιές, την κατοπτρομαντεία, τη μολυβδομαντεία, την αυγομαντεία, την υδατομαντεία, κ.λ.π.
Παραθέτει, επιπλέον, άλλες συνήθειες των ημερών αυτών, όπως τη συλλογή λουλουδιών, των λεγομένων "αγιάννηδων" και το κρέμασμα μπουκέτου ή στεφάνου στα σπίτια, τους αγυρμούς παιδιών που κρατούν λουλούδια ("καλογιάννηδες") κι ένα δοχείο νερό και χορεύοντας και τραγουδώντας, ρίχνουν νερό στα καλύβια, την έναρξη των μπάνιων στη θάλασσα, τη συγκομιδή ρίγανης (Άι-Γιάννης Ριγανάς) κι άλλα πολλά κι ενδιαφέροντα, αλλά, δυστυχώς, ξεχασμένα..
Σ' ευχαριστώ για το διαμαντάκι Όλγα μου
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχουμε πανσέληνο απόψε. Θα στήσουν χορό οι Κένταυροι εκεί πάνω.
Καλό βράδυ.
Σε φιλώ γλυκά
Παλιά αγαπημένη εγγραφή από όταν ήμαστε στη γειτονιά του "παθ".... Το κακό είναι ότι οι "καρεκλοκενταυροι" είναι που έχουν στήσει χορό παντού...
ΔιαγραφήΝά'σαι καλά! Φιλιά!