Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

ο Κυπάρισσος και το κυπαρίσσι...

Παρ'όλο που ο χειμώνας δε φάνηκε ακόμα στο βουνό των Κενταύρων (όλες κι όλες κανα-δυό απόπειρες μονάχα έκανε να προβάλει κι αμέσως οπισθοχώρησε), τα ξυλαράκια μας μια χαρά λαμπαδιάζουν στη φωτιά και φυσικά χρειάστηκε να κουβαλήσουμε κι άλλα στην αποθηκούλα. Καθώς έφτιαχνα την τρακάδα, λοιπόν, με τα φρεκοκομμένα, κάθε τόσο σταματούσα ν'ανασάνω μιαν ευωδιά. Ήταν όταν τ'αλυσοπρίονο διάλεγε κανέναν κορμό κυπαρισσιού, ανάμεσα στα τόσα αράδια και τις οξιές, και μοσχοβολούσε όλη η ατμόσφαιρα καθώς σκόρπιζαν τα ροκανίδια! Κύττα μοσχοβολιά, το άτιμο! Τόσα, χρόνια, λοιπόν, δεν είχα να πω και κάτι το ιδιαίτερο για το ψιλόλιγνο κυπαρίσσι, μέχρι που γνώρισα το άρωμά του, και το αγάπησα... Τόσο, που με πιάνει και μια μικρή στεναχώρια, όποτε πετυχαίνω κομμάτι του κι ύστερα το βλέπω να καίγεται στην ξυλόσομπα.


"Ευώδης κυπάρισσος" ... μα πώς αλλιώς θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει ο Όμηρος (ε 64);

Που στόλισε με την ευωδιά του το νησί της Καλυψούς....

"Ξύλα περίσσια στη γωνιά, κέδροι και θυές σκισμένες, 
που μοσκοβόλαε το νησί παντού απ΄ τη μυρουδιά τους. 
Στον αργαλειό της ομπροστά γλυκοτραγούδαε εκείνη, 
και το πανί της έφαινε με τη χρυσή σαγίτα, 
Τριγύρω δάσια φουντωτά με σκλήθρες και με λεύκες, 
και μυρωδάτα ανάμεσα στεκόνταν κυπαρίσσια. 
Λογής πυκνόφτερα πουλιά κουρνιάζανε στα δέντρα, 
γκιώνηδες, και γεράκια, και φωναχτερές κουρούνες 
της θάλασσας, που χαίρουνται να ζούνε στα νερά της. 
και γύρω στις βαθιές σπηλιές της νύφης απλωνόταν

ήμερο κλήμα θαλερό σταφύλια φορτωμένο‡ 
αράδα βρύσες τέσσερες άσπρο νεράκι χύναν, 
κοντά κοντά, μα καθεμιά κι αλλού κατρακυλούσε. 
Πλάγι λιβάδια μαλακά με σέλινα και βιόλες, 
που αθάνατος κι αν ήρχουνταν σε τέτοιες πρασινάδες, 
με θαμασμό θα κοίταζε και θ΄ άνοιγε η καρδιά του."

(απόδοση: Α.Εφταλιώτη)

Αλλά κι ο παραστάτης που στήριζε την οροφή των ανακτόρων του Οδυσσέως ήταν κυπαρισσένιος (ρ 340)




Το ευωδιαστό κυπαρίσσι, όμως, εκτός απ'τη μοσχοβολιά του κρύβει και μια λυπητερή ιστορία....

Ήταν, λοιπόν, κάποτε ένα νέο παλικαράκι που το λέγαν Κυπάρισσο κι είχε αγαπημένο του σύντροφο ένα πανέμορφο ιερό ελάφι. Κάποια μέρα, όμως, μαύρη μέρα, ο Κυπάρισσος κάρφωσε κατά λάθος με το δόρυ του τον αγαπημένο του αυτό σύντροφο και τον σκότωσε. Η οδύνη του νέου για το χαμό του ελαφιού ήταν τόσο μεγάλη που θέλησε κι ο ίδιος να πεθάνει και παρακάλεσε τους θεούς να κυλούν τα δάκρυά του αιώνια, μέχρι που το κορμάκι του μεταμορφώθηκε σε δέντρο, στο δέντρο τούτο που κυττάζει τους ουρανούς και σιωπηλά πια θρηνεί....




("Οβιδίου Μεταμορφώσεις", απόδοση στη νεοελληνική: Θεοδώρου Τσοχαλή, εκδόσεις του ιδίου, από όπου και οι εικόνες)


Αναφέρει μάλιστα, ο Π.Γ.Γεννάδιος ("Λεξικόν φυτολογικόν") ότι έκτοτε (δηλ. μετά τη μεταμόρφωση του νέου) "το αειθαλές τούτον δένδρον, αφιερωθέν εις τον Πλούτωνα, κατέστη έμβλημα πένθους", για αυτό και αναρτούσαν κλάδο του από τις θύρες "της οικίας εις ην έκειτο νεκρός". "Κυπάρισσοι δ' εφυτεύοντο παρά τους τάφους και τους ναούς και εις τα ιερά άλση (βλ.Παυσανίας)", συνήθεια που διατηρείται μέχρι και σήμερα. Προσθέτει ότι το ξύλο του είναι "ευωδέστατον και ευέργαστον, ασαπές δε..." και εις τη "βαλσαμώδη οσμήν, τη μεγάλην διάρκειαν" και την αντοχή του ξύλου αυτού στις προσβολές των εντόμων πρέπει να αποδοθεί η "κατά προτίμησιν χρήσις αυτού παρ'αρχαίοις (Θουκυδίδης Β34) και ιδίως παρ' Αιγυπτίοις προς κατασκευή φερέτρων." Επιπλέον, οι αρχαίοι "την ρητίνην της κυπαρίσσου μετεχειρίζοντο εις την ταρίχευσιν των νεκρών, ως φάρμακα δε εχρησιμοποίουν τα φύλλα, τον φλοιόν και τους καρπούς". Κάποτε, αναφέρει, υπήρχε τόσο μεγάλη ζήτηση του ξύλου αυτού για την κατασκευή φερέτρων στην Αίγυπτο, που το κυπαρίσσι καλλιεργούνταν συστηματικά στην Κρήτη και η παραγωγή του ξύλου ήταν τόσο επικερδής, ώστε τα κυπαρίσσια δίνονταν ως προίκα στις θυγατέρες, για αυτό και ονομαζόταν "το δένδρον τούτον υπό των Ρωμαίων  "Προίξ θυγατρός""!


Μα, φυσικά, το κυπαρίσσι δε θα μπορούσε να μην τραγουδιέται μέχρι και σήμερα απ'τον λαό μας καθώς, οι θεοί άκουσαν την ευχή του και διατήρησαν αθάνατη την ανάμνηση της λύπης του...

"...Εκεί που θάψανε το νιο εβγήκε κυπαρίσσι 
και κει που θάψανε τη νια εβγήκε καλαμιώνα, 
λυγογυρίζει η καλαμιά, στρέφει το κυπαρίσσι 
κι ένα πουλί κελαήδησε και σ' άλλο το ξηγιόταν: 
-Για δες τα κακόμοιρα, τα πολυαγαπημένα 
σα δε φιλήθ'καν ζωντανά, φιλιόνται πεθαμένα."

"Βλέπεις σ΄εκείνο το βουνό δυο μαύρα κυπαρίσσια
και κάτωθέν τους κάτασπρην μιάν άλλην στενήν πλάκα;
Σύντας φυσύση άνεμος τες άκρες τους κολλούσι
και τα κλαδιά τους σμίγουσι κι' αρχίζουν και λαλούσι......"

"...Το κυπαρίσσι της σιωπής στο μαύρο κορφοβούνι..."

"... Τώρα η μηλιά μαράθηκε, το δέντρο ξεριζώθη 
κι η τέντα η κατακόκκινη και κείνη μαύρη εγίνη, 
το κυπαρίσσι το χρυσό έπεσε κι ετσακίστη, 
το ασημοκάντηλο έσβησε το σπίτι δε φωτάει."

αλλά και λόγω του επιβλητικού παρουσιαστικού του που σαν να θέλει να φτάσει στα ουράνια...
"...Ψηλό μου κυπαρίσσι γέρνει η κορφάδα σου, 
και ποιος θα την γλεντήσει την ομορφάδα σου...".

"Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά, έλα πάρε και τούτο, 
μικρό μικρό σου το'δωκα, μεγάλο φέρε μου το. 
Μεγάλο σαν ψηλό βουνό, ίσιο σαν κυπαρίσσι 
κι οι κλώνοι του ν' απλώνονται, σ' ανατολή και δύση."

Όσο για την ετυμολογία του, η Άννα Τζιροπούλου ("Ο εν τη λέξει λόγος") μας δίνει δύο πιθανές εκδοχές: Μία του Ευστάθιου: "κύει παρίσους η κυπάρισσος κλάδους" ("παρίσους κλάδους", παρίσος εκ του παρά + ίσος) Και μία δεύτερη: "Είναι μέγα και υψηλόν δένδρον, εξ ου η κατάληξις -ιττος, -ισσος. Η ρίζα κυπ-, κυβ- (πρβλ. κύβη, κύπελλον), επειδή τα άρρενα άνθη αποτελούν ωοειδείς κεφαλίδας, και το σπέρμα καλύπτεται από καρπικά λέπια."



Υ.Γ.1 Σύμφωνα με τη μυθολογία μας, Κυπάρισσος ήταν κι ο "υιός του Μινύαντος και αδελφός του Ορχομενού από του οποίου λέγεται ότι ωνομάσθη η εν Φωκίδι πόλις Κυπάρισσος, (Ευστάθιος)" (Λεξικό Νικολάου Λωρέντη)

Υ.Γ. 2 Ο Κώστας Μπαζαίος στο βιβλίο του για τα βοτάνια ("100 βότανα, 2000 θεραπείες") συγκαταλέγει και το κυπαρίσσι! Μας πληροφορεί ότι το αφέψημα από τα πράσινα κυπαρισσόμηλα, χρησιμοποιούμενο με ξύδι, σταματάει την τριχόπτωση και σκουραίνει τα μαλλιά, το βάμμα κυπαρισσιού (30-60 σταγόνες) πριν τα γεύματα είναι πολύτιμο για τις αιμορροϊδες και τους κιρσούς, αλλά και κατά τη δυσμηνόρροια, τη μητροραγία, την εμμηνόπαυση. Το αιθέριο λάδι του πάνω στις μαξιλαροθήκες είναι αντισπασμωδικό σε κοκίτη και βήχα, τα καβουρντιμένα σαν καφές κυπαρισσόμηλα είναι αντιδιαρροϊκά και το ξύλο του κυπαρισσιού αν το βράσουμε και πιούμε το ζουμί του όταν έχουμε γρίπη είναι εφιδρωτικό.

Αλλά, ως ευώδες, είναι κι αποσμητικό, όταν πλένουμε με έκχυμα κυπαρισσόμηλων δύσοσμα πόδια. Επιπλέον αν βράσουμε μια χούφτα ροκανίδια σ'ένα λίτρο νερό και πλύνουμε το πρόσωπό μας, θα καθαρίσει βαθιά και θα λάμψει, ενώ αν ρίξουμε στη μπανιέρα νερό όπου βράσαμε κυπαρισσόμηλα θα νιώσουμε ευεξία. Τέλος, τα κλωνάρια των κυπαρισσιών διώχνουν τις μύγες και τα κουνούπια, έτσι σε κάποια σπίτια τα κρεμούν από τις στέγες. Το αιθέριο λάδι, αν και βγαίνει με απόσταξη, μας ενημερώνει ότι μπορούμε να το φτιάξουμε και ως εξής: "Σ'ένα μπουκάλι με φαρδύ στόμιο βάζουμε ελαιόλαδο, τεμαχισμένα κυπαρισσόμηλα μαζί με φύλλα και τρυφερά βλαστάρια και το αφήνουμε 20 μέρες στον ήλιο. Ύστερα μπορούμε να το χρησιμοποιούμε σε επαλείψεις για αντινευραλγικό και αντιρρευματικό."