Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

καλόγεροι κι άλλα πανάρχαια έθιμα της αποκριάς..

Πλήθος τα έθιμα αυτών των ημερών της Αποκριάς, πλήθος τα έθιμα που, μάλιστα, έχουν ρίζες πανάρχαιες οι οποίες χάνονται στο βάθος του χρόνου. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα που λάβαινε χώρα στη Βιζύη της Θράκης, μας περιγράφει με το μοναδικό του τρόπο, ο ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός. Είναι το έθιμο των "Καλογέρων", το οποίο συναντάμε και σε άλλα μέρη της Ελλάδος, ακόμη και σήμερα, με κάποιες παραλλαγές κι απλοποιήσεις και με διαφορετικές ονομασίες. Αξίζει να διαβάσει κανείς την υπέροχη περιγραφή του Βιζυηνού στον παρακάτω σύνδεσμο:


Ένα βιβλίο, μια σπάνια ανατύπωση από τον ΙΕ τόμο του "Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού", εκδόσεων του 1950, που έπεσε στα χέρια μου ψάχνοντας σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο, καταγράφει πολύτιμες πληροφορίες για το έθιμο τούτο, στηριζόμενο στην περιγραφή του Βιζυηνού και όχι μόνο. Σάρωσα εδώ κάποιες μόνο από τις σελίδες του, αρκετές ίσως για μιαν ανάρτηση -αλλά δε μπορούσε να γίνει αλλιώς. Η εγγραφή, επομένως, δεν είναι μικρή και αφορά μονάχα όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται για όλα αυτά και είναι διατεθειμένος να αφιερώσει λίγο χρόνο ώστε να την αναγνώσει. Σημειώνει, λοιπόν, ο μεγάλος λαογράφος μας Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου:


Και ιδού η βασική περιγραφή του εθίμου:












Ο έτερος σπουδαίος λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας, σημειώνει σχετικά στο βιβλίο του "Ελληνικής γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας":

"[...] Αρχαιότατο, τέλος στοιχείο των διονυσιακών μύθων ήταν η καταδίωξη του θεού και ο φόνος. Οι κάτοικοι των Δελφών πίστευαν ότι ο Διόνυσος πεθαίνοντας μεταφερόταν στον ναό του Απόλλωνα. Αλλά ο θάνατός του ήταν απλώς η προϋποθεση της αναγέννησής του την άνοιξη. Σε όλα αυτά υπόκειται προφανώς η πανάρχαια πίστη στον "ενιαυτόν δαίμονα", δηλαδή στη βλάστηση, που επίσης πεθαίνει και ξαναγεννιέται μια φορά το χρόνο.

Το έθιμα των Καλογέρων, με αυτό ή άλλα ονόματα (ο Κούκερος, η Χούχουτος, ο Σταχτάς, ο Μπέης ή Κιοπέκμπεης, οι Πιτεράδες, κ.λ.π.) συναντάμε και σε άλλα χωριά της ανατολικής και βόρειας Θράκης, όχι βέβαια με την ίδια, όπως στη Βιζύη, θεατρική ανάπτυξη, αλλά με μιμικές πράξεις που δείχνουν, κάποτε ακόμα πιο καθαρά τον ευετηρικό σκοπό του. Κι εκεί ο Κούκερος (ή ο Μπέης ή ο Βασιλιάς) εκλεγμένος απ'τους προύχοντες, γυρίζει σ'όλο το χωριό με συνοδεία μεταμφιεσμένων, ντυμένος με δέρματα ζώων, με κουδούνια κρεμασμένα στο σώμα του και με φαλλόμορφο ραβδί στο χέρι. Σε ορισμένες περιοχές τον μεταφέρουν πάνω σε δίτροχη άμαξα που την κινούν νέοι' με τα πειράγματα και τις αισχρολογίες τους, αυτός και η ακολουθία του, θυμίζουν τον θίασο των "κομαστών" και τα "εξ αμάξης" των αρχαίων Αθηναίων στα "κατ'αγρούς Διονύσια", τους Χόες και τα Λήναια.


Δε λείπει από εκεί το όργωμα με νέους ή γυναίκες ζεμένες στο αλέτρι ή η σπορά σιταριού, κριθαριού, κ.λ.π. με άσεμνες συνήθως ευχές, αλλά σε μερικά χωριά ακολουθεί και μίμηση συνουσίας του Κούκερου και της Κουκερίνας, της γυναίκας του, με τον ξύλινο φαλλό (χωριό Ευκάρυο) του Αράπη και της Καdίνας (=γυναίκας) (χωριό Ορτάκιοϊ), επάνω στην οργωμένη και σπαρμένη με αυτόν τον τρόπο γη, ενώ στο Κωστί τα παλικάρια που ζεύονται στο ζυγό "άμα γλέπασι τις γυναίκες επέφτασι κάτω μπρούμυτα" και ο ζευγολάτης "έπαιρνε χώματα πε κει που κάθουντασ' οι γυναίκες και έλειφε τα παιδιά πα στο τσακάτι (στο μέτωπο)"."


Συνεχίζει ο Γεώργιος Μέγας:"Για τον άνθρωπο του λαού ισχύει το ρητό: Naturalia non sunt turpia (Τα φυσικά πράγματα δεν είναι αισχρά). Οι Αρχαίοι, από την εποχή του Ομήρου και του Ησιόδου, πίστευαν ότι η ερωτική ένωση της Δήμητρας με τον ήρωα Ιασίωνα "νειώ ένι τριπώλω", δηλαδή επάνω στο τρεις φορές οργωμένο χωράφι [Ομήρου, Οδύσσεια ε125], είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση του Πλούτου- όταν ακόμη ως Πλούτο θεωρούσαν τη σοδειά των δημητριακών."


και σε απόδοση στη νεοελληνική του Κώστα Δούκα:



Αξίζει, επίσης, να δείτε δύο καλοφτιαγμένα και πολύ ενδιαφέροντα βιντεάκια για τα σχετικά έθιμα της Αποκριάς στην Απείρανθο της Νάξου:


Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Ψυχοσάββατα, Αποκριές και Χύτροι..

"Ανάθεμα που δούλευε τα τρία τα Σαββάτα,
το Κρεατινό, το Τυρινό, τ' αγίου Θεοδώρου!"
λένε εδώ στο Πήλιο, σε κάποια χωριά, για αυτά τα τρία Σάββατα -τα δυο τελευταία της Αποκριάς και το πρώτο της Σαρακοστής- καθώς θεωρούνται "Ψυχοσάββατα", μέρες αφιερωμένες στις ψυχές των νεκρών.



Καταγράφει ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας") :
"Είναι, όπως είπαμε, κοινή πίστη, ότι από την πρώτη εβδομάδα της Αποκριάς αι ψυχαί αποθαμένων απολύουνται και βγαίνουν στον Απάνω κόσμο. Γι'αυτό, όταν την προφωνέσιμη εβδομάδα σφάξουν το χοίρο [βλέπε και: Καθώς μπαίνει το Τριώδιο... (λαογραφικά και άλλα..], με τον πρώτο μεζέ που θα φάγουν και το πρώτο κρασί που θα πιουν λέγουν "Θεός σχωρέσει τις ψυχές". Σε μερικούς μάλιστα τόπους, όπως στις Κυδωνίες της Μ.Ασίας, την Τσικνοπέφτην έβραζαν πιλάφι με κρέας και το εμοίραζαν στους πτωχούς για τους πεθαμένους.
Αλλά οι κατεξοχήν αφιερωμένες στους νεκρούς ημέρες της Αποκριάς είναι τα Σάββατα της Κρεατινής και της Τυρινής, όπως και της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής, τα λεγόμενα Ψυχοσάββατα. Τότε σε κάθε σπίτι φτιάχνουν κόλλυβα, χυλό, χαλβά ή φαγητά και τα μοιράζουν "για να σχωρεθούν τα πεθαμένα". Τότε επισκέπτονται τους τάφους των αγαπημένων νεκρών και είναι μεγάλη η πομπή των μαυροφορεμένων γυναικών και κοριτσιών, που κατευθύνονται προς το νεκροταφείο κρατώντας στα χέρια ένα πιάτο κόλλυβα στολισμένα με ζάχαρη, κανέλα, καρύδι, σουσάμι, ρόδι, μαϊντανό, σταφίδες. Πηγαίνουν στους τάφους και τ'αποθέτουν προσφορά στον νεκρό.



Την ιερότητα των ημερών αυτών δείχνει και η αποχή των γυναικών από κάθε εργασία, η συνήθεια να μη λούζονται τα Ψυχοσάββατα και άλλες τέτοιου είδους απαγορεύσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και μερικές συνήθειες των Ψυχοσαββάτων, που φέρνουν στη μνήμη μας παμπάλαια παιχνίδια και αγώνες προς τιμήν των νεκρών. Π.χ. στην Πυλία:
"τα δύο Σάββατα, το Κρεατινό και το Τυρινό, μαζευότανε στ' αλώνια και παίζανε τις αμάδες. Μετά πετάγανε και το λιθάρι. Κάνουνε και τραπέζι ούλα τα συγγενικά σπίτια και γλεντάνε."
Τέλος, σε μερικούς τόπους οι προσφορές στους νεκρούς γίνονται και την Κυριακή της Τυροφάγου. Έτσι, στο Κηπουργιό της Δ.Μακεδονίας κάθε οικογένεια φέρνει στην εκκλησία πίτα, σιτάρι, κρασί, τυρί κ.α. και μετά τη λειτουργία τα φέρνουν και τ'αποθέτουν πάνω στους τάφους' ύστερα τα μοιράζουν και τα τρώγουν.
Πώς τώρα συμβιβάζονται οι νεκροί και τα πένθη με τον γενικά εύθυμο και φαιδρό τόνο των αποκριάτικων εθίμων; Είναι άραγε απλή σύμπτωση το γεγονός, ότι την άνοιξη ακριβώς (αρχές Μαρτίου) όταν εμείς γιορτάζουμε την αποκριά με τα Ψυχοσάββατά της οι αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, γιορτή που είχε και αυτή διπλή όψη, ήταν δηλαδή απ'τη μια γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και της αχαλίνωτης χαράς κι απ'την άλλη γιορτή των νεκρών και των ψυχών;
Είδαμε πιο πάνω ποιες προφυλάξεις έπαιρναν οι αρχαίοι Αθηναίοι για να προστατεύσουν τα ιερά, τα σπίτια και τα σώματά τους απ'την είσοδο μέσα σ'αυτά των ψυχών, που ανέβαιναν, καθώς πίστευαν, τη δεύτερη ημέρα της γιορτής, τους λεγόμενους Χόες (12 του Ανθεστηριώνος, δηλαδή γύρω στην πρώτη Μαρτίου) στον επάνω κόσμο και την τρίτη ημέρα, τους Χύτρους, διώχνονταν. Προηγουμένως ομως οι Αθηναίοι τους πρόσφεραν τις πρέπουσες τιμές, μεταξύ άλλων την πανσπερμία, που έφτιαχναν οι γυναίκες στις χύτρες, χωρίς να επιτρέπεται να φάει κανείς από αυτήν. Αυτή τη γιορτή των ψυχών βρίσκουμε, την ίδια περίπου εποχή, και στα βοιωτικάΑγριώνια, γιορτή επίσης διονυσιακή. [...]
Δεν είναι λοιπόν εκπληκτικό το γεγονός, ότι κατά τις ανοιξιάτικες γιορτές, όταν η φύση ξυπνά απ'τη νάρκη, ανεβαίνουν και οι νεκροί στον επάνω κόσμο και δέχονται τις προσφορές και τις τιμές των ζωντανών. Και επειδή στο επιμνημόσυνο δείπνο, τη λεγόμενη μακαριά, οι προσφορές στους νεκρούς είναι, εκτός απ'τα κόλλυβα, και τα ζυμαρικά, αυτά, απ'τις λέξεις "μακαρία" και "αιωνία", ονομάστηκαν μακαρόνια και η τρίτη εβδομάδα της Αποκριάς, της οποίας τα ζυμαρικά είναι το ειδικό, όπως και το τυρί, έδεσμα, ονομάστηκε Μακαρωνού.
Τέλος, σε καιρό, όπου τα πνεύματα εμφανίζονται και πλησιάζουν τον άνθρωπο, φυσικό είναι να θέλει αυτός να μάθει από εκείνα το μέλλον. Στην ιερότητα και τη δύναμη, που ο άνθρωπος του λαού αποδίδει στις νεκρικές προσφορές, οφείλεται και η συνήθεια να μαντεύονται τα κορίτσια με το μακαρόνι της Τυρινής, καθώς και οι άλλες μαντικές συνήθειες των Ψυχοσαββάτων, για τις οποίες γίνεται λόγος πιο κάτω."
[βλέπε και: Ο `Aγιος Θόδωρος και το φανέρωμα του γαμπρού]

Αναφέρει κι ο Βασίλης Λαμνάτος ("Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας"), σχετικά με αντίστοιχα "μαντικά έθιμα" των ημερών: "
"Το βράδυ της Τυρινής, όταν στρωθεί το τραπέζι με τα πεντανόστιμα φαγητά, τις πίτες, τ'ανοιχτάρι κι όλα τ'άλλα, στρογγυλοκάθεται στην τάβλα ολάκερο το βλαχοσόι. Εύχονται οι γεροντότεροι "χρόνια πολλά και καλή Σαρακοστή" ή "καλή Λαμπρή να μας εύρει" κι αρχίζουν όλοι μαζί να τρώνε.
Αυτή, ακριβώς την ώρα π'ανταλλάσσονται οι ευχές και τα γλυκόλογα, οι λεύτερες κοπέλες κλέβουν την πρώτη τους μπουκιά, χωρίς να τις ιδεί κανένα μάτι, για να τη βάλουν τη νύχτα που θα κοιμηθούν κάτω απ'το προσκέφαλό τους. Αυτόν τον άνδρα που θα ιδούν στον ύπνο τους κείνο το βράδυ, πιστεύουν πως θα γίνει και το μελλοντικό τους ταίρι.
Άλλες πάλι, το ίδιο βράδυ τρώνε την αρμυροκουλούρα, που ζύμωσαν την ημέρα κρυφά απ'τους τσελιγκάδες, βάζοντας μέσα μπόλικο αλάτι για να φέρει δίψα τη νύχτα. Έτσι έφευγαν κι έπεφταν για ύπνο, περιμένοντας να ιδούν στ'όνειρό τους ποιός θα τους έδινε νερό. Αυτόν πίστευαν πως θα τον έπαιρναν κι άντρα τους.
Κι ακόμη, όποιος ή όποια φτερνιστεί κατά την ώρα του φαγητού τ'αποκριάτικο βράδυ, θα φορέσει άσπρα τη Λαμπρή. Τ'άσπρα εδώ για την κοπέλα σημαίνουννυφιάτικο φόρεμα. Συνηθίζουν, επίσης, οι τσοπάνηδες, για το καλό των ζωντανών τους, αυτή τη μέρα να δίνουν φαγητά και κρασί σ'όλους τους περαστικούς και φτωχούς ξωμάχους που κατοικούν γύρω τους κι απόκοντα."