Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2023

καταιγίδα... (ή, στην Παναγιά τη Λαμπηδόνα)

"ὀφθαλμοὺς ἔχοντες οὐ βλέπετε 

καὶ ὦτα ἔχοντες οὐκ ἀκούετε; 

καὶ οὐ μνημονεύετε;"

(Μαρκ.8,18)

Κατήφορος:

Είχε αρχίσει ήδη να σουρουπώνει. 'Ισα που προλαβαίναμε να φτάσουμε πριν σκοτεινιάσει για τα καλά. Και δε γνωρίζαμε καν αν είχε απομείνει μονοπάτι ή κάτι που να μοιάζει με αυτό μετά από τόση καταστροφή. Η τόση θλίψη των ημερών έπρεπε, θαρρείς, κάπως να κατανικηθεί έστω με την αύξηση της αδρεναλίνης! Αλλιώς δεν εξηγείται πώς μπήκαμε στη διαδικασία. 

Τελικά, παρόλες τις βαθιές αυλακιές απ'το ορμητικό νερό και τις κατολισθήσεις σε κάποια σημεία, ήταν σχετικά βατό. Απλά σε συνδυασμό με τον απότομο κατήφορο και τη σκοτεινιά ο βαθμός δυσκολίας μεγάλωνε κι η αίσθηση πως κινδυνεύεις να γλυστρίσεις στο πουθενά προκαλούσε μια εσωτερική αναταραχή. 

Ανήφορος: 

Νύχτωσε. Ανηφορίζαμε σχεδόν στα τυφλά. Γρήγορα, πριν μας καταπιεί εντελώς το σκοτάδι. Χαλαρά, όμως, και κουβεντιάζοντας. Στον ανήφορο δεν κινδύνευες να γκρεμοτσακιστείς! Κι ας θεωρείται πιο κοπιαστικός. Συλλογιζόμουν την ανατομία μας, την κλίση των μελών μας στο περπάτημα... Ναι, είμαστε πλασμένοι για ανηφόρες! Η ίδια η φύση μας το μαρτυρά! Ο άνθρωπος είναι πλασμένος για ν'ανηφορίζει. Είναι ουσιαστικά κατασκευασμένος να ακολουθεί δρόμο ανηφορικό. Πώς δεν το έχουμε αντιληφθεί; Στον κατήφορο χάνει την ισορροπία του κι αγωνιά, κινδυνεύει... να τσακιστεί, να κατρακυλήσει, νά'χει μια πορεία γεμάτη ταραχή, να χάσει την ψυχή του...


"Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι".... (Μαρκ.8,34)

Πόσο παράλογο ν'αντέξεις πια; Επήλθε κορεσμός. Σαν τούτο τον κορεσμό της γης μετά από τη συνεχόμενη καταιγίδα. Και σφουγγάρι νά'ταν, θα ξερνούσε νερό. Έτσι κι η ψυχή δεν το χωράει τόσο παράλογο! Γιατί παντού, μα παντού κυριαρχεί μια τρέλα, μια παράνοια, μια διαστρέβλωση των πάντων, μια παραμορφωμένη εικόνα, ένας αποσυντονισμός, ένα ψέμα, μια αηδία, ένα χάος... που σου επιβάλλουν βίαια να αποδεχτείς, να ζήσεις μέσα σ'αυτό: να το καταπιείς και να το χωνέψεις αμάσητο, μάλιστα! Αντιδράσεις και διαμαρτυρίες δε γίνονται δεκτές. Αν αντιδράσεις μαστιγώνεσαι ή λοιδορείσαι άγρια και γελοιοποιείσαι βασανιστικά. Πρέπει απαρεγκλίτως να αποδεχτείς το επίσημο αφήγημα, την πραγματικότητα/κανονικότητα που σου σερβίρουν. Τί επιλέγεις;

"ὁρᾶτε, βλέπετε ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων καὶ τῆς ζύμης Ἡρῴδου"
(Μαρκ.8,15)

Πολλοί καταπίνουν τούτο τον παρανοϊκό αχταρμά που τους σερβίρουν ως πραγματικότητα, νομίζοντας ίσως πως μόνον έτσι θα επιβιώσουν και θα ανταπεξέλθουν στις συνθήκες, με αποτέλεσμα τον κορεσμό της ψυχής τους από "παρά φύσιν" χαοτικό υλικό το οποίο, εν συνεχεία, αναγκαστικά αρχίζει να "ξερνάει" και να αναπαράγει αυτή η ίδια. Όμως η πάλη για επιβίωση με τούτο τον τρόπο οδηγεί μαθηματικά σε "βίο αβίωτο" και για τους ίδιους και για τους διπλανούς. Και σε σίγουρο βασανιστικό μελλοντικό πνιγμό.  Κάποιοι λίγοι μπόρεσαν κι έστησαν κάποια αναχώματα ώστε να μην τους πάρουν σβάρνα τα ορμητικά λασπόνερα, αλλά αυτοί συνήθως σιωπούν για να προφυλαχτούν, μην αντέχοντας να ανοίξουν μια πιθανή δίοδο κινδύνου. Είναι, βλέπεις, κι αυτοί στα όρια του κορεσμού, λίγο πριν ξεπεραστεί η κρίσιμη στάθμη. Κι ελάχιστοι, όπως πάντα, παλεύουν να κολυμπήσουν μέσα σε τούτα λύματα προσπαθώντας ν'αναπνεύσουν ουρανό, για να χτίσουν αναχώματα για τους γειτόνους τους, για να πετάξουν παραδίπλα λέμβους σωτηρίας. Αλλά, δυστυχώς, μαζί με τούτους φροντίζουν να ανακατεύονται κι οι διάφοροι μασκοφορεμένοι σατανάδες του αφηγήματος καθώς και ουκ ολίγοι μη σκεπτόμενοι φανατισμένοι γραφικοί, ώστε να δημιουργηθεί σύγχυση, να τους καταστήσουν δυσδιάκριτους και να τους απομονώσουν...

"Μα τώρα λέω άλλαξε σκοπό, ιστόρησέ μας για τον δούρειο ίππο,
το πώς τον έφτιαξε με τέχνη ο Επειός, και η Αθηνά μαζί του·
το πώς τον δόλο αυτόν τον έφερε επάνω στην ακρόπολη
ο θείος Οδυσσεύς, κλείνοντας μέσα του πλήθος ανδρών —
αυτούς που ερήμωσαν το Ίλιο..."

"ἀλλ᾿ ἄγε δὴ μετάβηθι καὶ ἵππου κόσμον ἄεισον
δουρατέου, τὸν Ἐπειὸς ἐποίησεν σὺν Ἀθήνῃ,
ὅν ποτ᾿ ἐς ἀκρόπολιν δόλον ἤγαγε δῖος Ὀδυσσεὺς
ἀνδρῶν ἐμπλήσας οἵ ῥ᾿ Ἴλιον ἐξαλάπαξαν."
(Οδύσσεια θ492)

Πήραμε τον κατήφορο... κι όχι μόνο τούτο! Κι εκεί που κάνεις στροφή ν'αλλάξεις κατεύθυνση, κάποιος θα κατρακυλήσει καταπάνω σου να σε πάρει αντάμα! 

Κι αν μέχρι τώρα κατοικούσαμε δεσμώτες μέσα στο σπήλαιο του Πλάτωνα (βλέπε: το σπήλαιο και οι δεσμώτες - πάντα επίκαιρο!), τώρα, όχι μόνο δε βγήκαμε στο φως, αλλά οδεύουμε σε μια μορφή ανθρωπότητας που περιέγραφε κάλλιστα ο Αισχύλος με τα λόγια του Προμηθέα: "νήπιοι όντας το πριν, νου τους έδωσα και ικανότητα να το χρησιμοποιήσουν..... εκείνοι πρώτα , ενώ έβλεπαν, μάταια έβλεπαν κι ενώ άκουγαν, δεν άκουγαν. Αλλά με ονείρων μορφές όμοιοι στο μακρύ τους βίο όλα τά'χαν ανακατεμένα...."

"ὥς σφας νηπίους ὄντας τὸ πρὶν
ἔννους ἔθηκα καὶ φρενῶν ἐπηβόλους.[...]
οἳ πρῶτα μὲν βλέποντες ἔβλεπον μάτην,
κλύοντες οὐκ ἤκουον, ἀλλ᾽ ὀνειράτων
ἀλίγκιοι μορφαῖσι τὸν μακρὸν βίον
ἔφυρον εἰκῇ πάντα..."
("Προμηθεύς Δεσμώτης", 443-4 &447-50)

Καταιγίδα....
Τα νερά παρέσυραν στα χαμηλά όλες τις αμαρτίες μας! Κι έγινε ένας βόρβορος... πώς να σωθείς; Τα υψώματα κατακρημνίστηκαν κι οι κάμποι γέμισαν πτώματα κι αποκαϊδια... Πόσος πόνος, πόση θλίψη... οι λέξεις ηχούν τόσο πάμφτωχες να περιγράψουν την πραγματικότητα, ή να φωτογραφίσουν το συναίσθημα... Αληθινή τραγωδία.. 

Κι όμως, καθώς περπατούσα παρατηρούσα πόσο άστραψε το αυλάκι κι οι πέτρες του καλντεριμιού μετά από τους χειμάρρους που ξεχύθηκαν παντού επί εικοσιτετράωρα, πώς φάνηκε λαμπερό στο βάθος το πλακόστρωτο στη γειτονική ρεματιά που η μανία του νερού κατάπιε τους όχθους κι άφησε τις κολώνες των τηλεπικοινωνιών μετέωρες, πώς έλαμψε κάθε ύψωμα, ενώ πνίγηκε στις λάσπες κάθε χαμήλωμα της γης... Τα ορεινά χωριά γκρεμίστηκαν και ξεπλύθηκαν, τα παραλιακά βουλιάξαν στα λασπόνερα. Κι εμείς; 


Αφού πέρασε το σοκ των πρώτων ημερών για όσα συμβαίνουν γύρω μας, παραμονή του Σταυρού, ακολουθώντας ένα τσακισμένο οδικό δίκτυο φτάσαμε στην πρώτη από τις λίγες, πλέον, προσβάσιμες -προφανώς μετά προσοχής- παραλίες του Αιγαίου, αναζητώντας την ύστερη εικόνα. Κορμοί κάθε λογής και μεγέθους σχημάτιζαν παντού σωρούς. Ο χείμαρρος είχε κατεβάσει ολόκληρα δέντρα, μαζί με πέτρες που απλώθηκαν και μετακίνησαν τα όρια του αιγιαλού, με τη θάλασσα να οπισθοχωρεί και την παραλία να διπλασιάζεται! Οι κορμοί γδαρμένοι, ξεφλουδισμένοι, λειασμένοι, τρυφεροί... νεκρά κούτσουρα που είχαν επανέλθει, θαρρείς, στη βρεφική φρεσκάδα τους! Και τούτα τα νερά! Πόσο καταγάλανα! Πού χάθηκε όλη η λασπουριά πού'χαν καταπιεί; Πότε πρόλαβαν να αλλάξουν οι καφετιές εικόνες των προηγούμενων ημερών και να κερδίσουν ξανά το γαλάζιο του ουρανού; Πόσο λεύτερη ν'αναγεννηθεί η θάλασσα, πόσο τραγικά υποδουλωμένη στη μοίρα της η λίμνη, τελικά.... Εσένα η ψυχή σου τί νερά κουβαλά;



Λίγο πιο πάνω έστεκε αγέρωχο το Μοναστήρι της Παναγιάς της Λαμπηδόνας.

Οι μελωδικές φωνές από τις μοναχές που έψαλλαν τον Εσπερινό της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού έφτασαν μέχρι τα αυτιά μας. Ανηφορίζοντας και πάλι, μια στάση εδώ, για την Παναγιά, το Σταυρό και λίγο μοσχοβολιστό θυμίαμα τριαντάφυλλο... Για μιαν ανάσα απ'τον ουρανό.... μακριά από το παραλήρημα του άρχοντα του κόσμου τούτου...


"Κατοικούσαν μες στη γη σα μικροσκοπικοί μέρμηγκες στους μυχούς ανήλιαγων σπηλαίων. Για αυτούς δεν υπήρχε ένδειξη χειμώνα, ούτε ανθοφόρας άνοιξης, ούτε καρπερού καλοκαιριού, αλλά χωρίς κρίση το παν έπρατταν...", συνεχίζει ο μεγάλος Αισχύλος, μιλώντας για την ανθρωπότητα...

"... κατώρυχες δ᾽ ἔναιον ὥστ᾽ ἀήσυροι
μύρμηκες ἄντρων ἐν μυχοῖς ἀνηλίοις.
ἦν δ᾽ οὐδὲν αὐτοῖς οὔτε χείματος τέκμαρ
455οὔτ᾽ ἀνθεμώδους ἦρος οὔτε καρπίμου
θέρους βέβαιον, ἀλλ᾽ ἄτερ γνώμης τὸ πᾶν
ἔπρασσον..."
(Προμηθεύς Δεσμώτης, 452-7)

Καλό φθινόπωρο, καλή δύναμη και φώτιση για όσα μύρια έπονται... 

   Ήρθαν
ντυμένοι «φίλοι»
        αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
το παμπάλαιο χώμα πατώντας.
        Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους.
Έφεραν
        τον Σοφό, τον Οικιστή και τον Γεωμέτρη
Βίβλους γραμμάτων και αριθμών
        την πάσα Υποταγή και Δύναμη
το παμπάλαιο φως εξουσιάζοντας.
        Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους.
Ούτε μέλισσα καν δε γελάστηκε το χρυσό ν’ αρχινίσει παιχνίδι·
        ούτε ζέφυρος καν, τις λευκές να φουσκώσει ποδιές.
Έστησαν και θεμέλιωσαν
        στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα
πύργους κραταιούς κι επαύλεις
        ξύλα και άλλα πλεούμενα
τους Νόμους, τους θεσπίζοντας τα καλά και συμφέροντα
        στο παμπάλαιο μέτρο εφαρμόζοντας.
Και το μέτρο δεν έδεσε ποτέ με τη σκέψη τους.
        Ούτε καν ένα χνάρι Θεού στην ψυχή τους σημάδι δεν άφησε·
ούτε καν ένα βλέμμα ξωθιάς τη μιλιά τους δεν είπε να πάρει.
        Έφτασαν
ντυμένοι «φίλοι»
        αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας.
        Και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε
παρά μόνο σίδερο και φωτιά.
        Στ’ ανοιχτά που καρτέραγαν δάχτυλα
μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά.
        Μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά.
(Οδυσσέας Ελύτης,  Αξιον Εστί- Ψαλμός Z)

Υ.Γ. Θερμοπαρακαλώ... μη μου γράψει κανείς περί κλιματικής κρίσης και λοιπών εικονικών κρίσεων... Δεν αντέχω! Έχει επέλθει κορεσμός στην ψυχή μου, θα ξεχειλίσω...

Υ.Γ. 2. Πάμε άλλη μία:

"ὀφθαλμοὺς ἔχοντες οὐ βλέπετε 

καὶ ὦτα ἔχοντες οὐκ ἀκούετε; 

καὶ οὐ μνημονεύετε;"

(Μαρκ.8,18)