Δεν χειμώνιασε ακόμη στο βουνό των Κενταύρων... σαν ν'ακολούθησε στα μουλωχτά η άνοιξη το φθινόπωρο και να παλεύει το χειμώνα να τον κάνει πέρα! Κι όσο κι αν κι εγώ δεν τον πολυσυμπαθώ, καλά θά'τανε η κυρα-Άνοιξη να περιμένει τη σειρά της, γιατί χωρίς τις αγρίλες του, τίποτα δε θα πάει καλά όταν καλοκαιριάσει! Άσε που αν μας εμφανιστεί σε λάθος σειρά, νευριασμένος για το παραγκώνισμά του, θα μας τα καταστρέψει όλα...
Όπως και νά'χει, τέτοιο καιρό, διανύουμε κι "Αλκυονίδες μέρες". Μέρες που, μέσα στην καρδιά του χειμώνα, ο ήλιος λάμπει, για να γεννήσει, κατά πως λέει η παράδοση, άφοβα τα αυγά της η βιαστική Αλκυόνη, που δεν προσμένει σαν τ'άλλα πουλιά να καλοκαιρέψει....
Γι'αυτό, γράφει κι ο Πλούταρχος πως ιδιαιτέρως την αγαπούν οι άνθρωποι μιας και χάρη σ'αυτήν επτά μέρες κι επτά νύκτες στην ακμή του χειμώνα καλοσυνεύει ο καιρός και πλέουν άφοβα...
Η Αλκυόνη (αλς=θάλασσα & κύω=κυοφορώ), λοιπόν, η κόρη του Αιόλου (αιόλος=ορμητικός) που ήταν ο θεός των ανέμων και της Αιγιάλης (αιγιαλός=παραλία) υπήρξε γυναίκα του Κήυκα, βασιλιά της Τραχινίας. Ήταν τόσο αγαπημένο ζευγάρι που, όταν κάποια στιγμή ο Κήυξ σκοτώθηκε από τη λύπη της έπεσε στη θάλασσα και η Ήρα τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο θαλάσσιο πτηνό.
Έτσι τιμήθηκε από τους θεούς για τη φιλανδρία της και τη μεγάλη της αγάπη κι όταν ετοιμάζεται να γεννήσει, στα μέσα του χειμώνα, ο καιρός καλοσυνεύει:
"Είναι θαλάσσιον πτηνόν, ω Χαιρέφων, το οποίον ονομάζεται Αλκυών και το οποίον αιωνίως θρηνολογεί και κλαίει. Περί της Αλκυώνος υπάρχει παλαιός μύθος, κατά τον οποίον υπήρξέ ποτε γυνή, θυγάτηρ Αιόλου του Έλληνος, η οποία εθρήνει τον αποθανόντα πολυφίλητον και νεαρόν σύζυγον αυτής, Κήυκα τον Τραχίνιον υιόν Εωσφόρου του αστέρος, λαμπρού πατρός, λαμπρόν υιόν, έπειτα δε κατά τινα θείαν θέλησιν μεταμορφωθείσα εις πτηνόν περιϊπταται και πλανάται εις τας θαλάσσας ζητούσα εκείνον, τον οποίον δεν ηδυνήθη να εύρη πλανωμένη ανά την γην. [...] Δεν είνε μεγάλο, αλλά μεγάλως ετιμήθη δια την φιλανδρίαν της υπό των θεών' διότι όταν τα πτηνά αυτά γεννούν ο κόσμος διέρχεται τας Αλκυωνίδας λεγομένας ημέρας, αι οποίαι αν και συμπίπτουν με το μέσον του χειμώνος είνε εξαιρετικώς καλοκαιριναί.[...]" (Λουκιανού, "Αλκυών ή Περί μεταμορφώσεως"1 & 2, απόδοση: Ιωάννου Κονδυλάκη)
Όπως μας πληροφορεί κι ο Πλούταρχος και το ομώνυμο πτηνό, η μεταμορφωμένη Αλκυόνη, εξακολουθεί να ξεχωρίζει για τη φιλανδρία της, μένοντας πιστή στο σύντροφό της, τον οποίον δεν παραμελεί ούτε εγκαταλείπει όταν βαρύνει και γεράσει, αλλά τον μεταφέρει στους ώμους της και τον φροντίζει μέχρι τέλους.....
Βέβαια, ο Απολλόδωρος ("Βιβλιοθήκη Α'", 7,3) δίνει μια άλλη εκδοχή για τη μεταμόρφωση του ζευγαριού, πώς από τη μεγάλη αγάπη τους ξιπάστηκαν και καλούσε ο ένας τον άλλον με τα ονόματα Ζευς και Ήρα, κι έτσι ο Δίας τους μεταμόρφωσε σε πουλιά. Όπως και νά'χει η αγάπη τους παρέμεινε στην ιστορία και τούτες οι μέρες ηλιοφάνειας μες στο καταχείμωνο ακόμη και σήμερα λέγονται Αλκυονίδες προς τιμήν της...
Υπάρχει, όμως και έτερη Αλκυόνη, μία από τις Πλειάδες (οπότε και καταστερισμένη ως το άστρο "η Ταύρου", το λαμπρότερο των Πλειάδων), θυγατέρα του Άτλαντα και της Πλειόνης, την οποία αγάπησε ο Ποσειδώνας και γέννησε από αυτόν τρία παιδιά: την Αίθουσα, τον Υριέα και τον Υπερήνορα.
Ο Όμηρος χαρακτηρίζει με το "επώνυμο" Αλκυόνη την Κλεοπάτρα, θυγατέρα του Ίδου και της Μάρπησσας και γυναικός του Μελεάγρου (Ιλιάς Ι 563, απόδοση: Ι.Πολυλά):
Όπως διευκρυνίζει κι ο Πανταζίδης ("Ομηρικό λεξικό"): "Οι θρήνοι ούτοι του πτηνού αποτελούσι κάλλιστον όρον συγκρίσεως προς την θλίψιν και τους θρήνους της μητρός Μαρπήσσης δια την υπό του Απόλλωνος γενομένην αρπαγήν της θυγατρός Κλεοπάτρας, ήτις και δια τούτο επωνομάσθη υπό των γονέων αυτής Αλκυόνη."
Όπως και νά'χει, τέτοιο καιρό, διανύουμε κι "Αλκυονίδες μέρες". Μέρες που, μέσα στην καρδιά του χειμώνα, ο ήλιος λάμπει, για να γεννήσει, κατά πως λέει η παράδοση, άφοβα τα αυγά της η βιαστική Αλκυόνη, που δεν προσμένει σαν τ'άλλα πουλιά να καλοκαιρέψει....
Γι'αυτό, γράφει κι ο Πλούταρχος πως ιδιαιτέρως την αγαπούν οι άνθρωποι μιας και χάρη σ'αυτήν επτά μέρες κι επτά νύκτες στην ακμή του χειμώνα καλοσυνεύει ο καιρός και πλέουν άφοβα...
Η Αλκυόνη (αλς=θάλασσα & κύω=κυοφορώ), λοιπόν, η κόρη του Αιόλου (αιόλος=ορμητικός) που ήταν ο θεός των ανέμων και της Αιγιάλης (αιγιαλός=παραλία) υπήρξε γυναίκα του Κήυκα, βασιλιά της Τραχινίας. Ήταν τόσο αγαπημένο ζευγάρι που, όταν κάποια στιγμή ο Κήυξ σκοτώθηκε από τη λύπη της έπεσε στη θάλασσα και η Ήρα τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο θαλάσσιο πτηνό.
"Ο Κήυξ και η Αλκυόνη μετεμορφώθησαν εις τας Αλκυόνας, όρνεα αχώριστα δια τον αμοιβαίο έρωτα, και σύμβολα του γαμηλίου έρωτος' επειδή είχον κι εκείνοι τοιούτον έρωτα προς αλλήλους." ( Αθανασίου Σταγειρίτη, "Ωγυγία ή Αρχαιολογία Α' " σελ. 219)
Αλκυόνη (Alcedo atthis) (φωτ.: Χρύσα Τόλη) |
"Είναι θαλάσσιον πτηνόν, ω Χαιρέφων, το οποίον ονομάζεται Αλκυών και το οποίον αιωνίως θρηνολογεί και κλαίει. Περί της Αλκυώνος υπάρχει παλαιός μύθος, κατά τον οποίον υπήρξέ ποτε γυνή, θυγάτηρ Αιόλου του Έλληνος, η οποία εθρήνει τον αποθανόντα πολυφίλητον και νεαρόν σύζυγον αυτής, Κήυκα τον Τραχίνιον υιόν Εωσφόρου του αστέρος, λαμπρού πατρός, λαμπρόν υιόν, έπειτα δε κατά τινα θείαν θέλησιν μεταμορφωθείσα εις πτηνόν περιϊπταται και πλανάται εις τας θαλάσσας ζητούσα εκείνον, τον οποίον δεν ηδυνήθη να εύρη πλανωμένη ανά την γην. [...] Δεν είνε μεγάλο, αλλά μεγάλως ετιμήθη δια την φιλανδρίαν της υπό των θεών' διότι όταν τα πτηνά αυτά γεννούν ο κόσμος διέρχεται τας Αλκυωνίδας λεγομένας ημέρας, αι οποίαι αν και συμπίπτουν με το μέσον του χειμώνος είνε εξαιρετικώς καλοκαιριναί.[...]" (Λουκιανού, "Αλκυών ή Περί μεταμορφώσεως"1 & 2, απόδοση: Ιωάννου Κονδυλάκη)
Όπως μας πληροφορεί κι ο Πλούταρχος και το ομώνυμο πτηνό, η μεταμορφωμένη Αλκυόνη, εξακολουθεί να ξεχωρίζει για τη φιλανδρία της, μένοντας πιστή στο σύντροφό της, τον οποίον δεν παραμελεί ούτε εγκαταλείπει όταν βαρύνει και γεράσει, αλλά τον μεταφέρει στους ώμους της και τον φροντίζει μέχρι τέλους.....
Βέβαια, ο Απολλόδωρος ("Βιβλιοθήκη Α'", 7,3) δίνει μια άλλη εκδοχή για τη μεταμόρφωση του ζευγαριού, πώς από τη μεγάλη αγάπη τους ξιπάστηκαν και καλούσε ο ένας τον άλλον με τα ονόματα Ζευς και Ήρα, κι έτσι ο Δίας τους μεταμόρφωσε σε πουλιά. Όπως και νά'χει η αγάπη τους παρέμεινε στην ιστορία και τούτες οι μέρες ηλιοφάνειας μες στο καταχείμωνο ακόμη και σήμερα λέγονται Αλκυονίδες προς τιμήν της...
"Κι οι Αλκυόνες να ηρεμούν στο νότο και στον εύρο
το κύμα που ως το βυθό τα φύκια αναταράζει,
οι αλκυόνες π'αγαπούν οι γαλανές Νηριίδες
πιότερο απ'όλα τ'άλλα τα πουλιά, όπως και οι ψαράδες."
(Θεοκρίτου "Ειδύλλια", Θαλύσια 57, απόδοση: Ν.Νικολάου)
Υπάρχει, όμως και έτερη Αλκυόνη, μία από τις Πλειάδες (οπότε και καταστερισμένη ως το άστρο "η Ταύρου", το λαμπρότερο των Πλειάδων), θυγατέρα του Άτλαντα και της Πλειόνης, την οποία αγάπησε ο Ποσειδώνας και γέννησε από αυτόν τρία παιδιά: την Αίθουσα, τον Υριέα και τον Υπερήνορα.
Ο Όμηρος χαρακτηρίζει με το "επώνυμο" Αλκυόνη την Κλεοπάτρα, θυγατέρα του Ίδου και της Μάρπησσας και γυναικός του Μελεάγρου (Ιλιάς Ι 563, απόδοση: Ι.Πολυλά):
Όπως διευκρυνίζει κι ο Πανταζίδης ("Ομηρικό λεξικό"): "Οι θρήνοι ούτοι του πτηνού αποτελούσι κάλλιστον όρον συγκρίσεως προς την θλίψιν και τους θρήνους της μητρός Μαρπήσσης δια την υπό του Απόλλωνος γενομένην αρπαγήν της θυγατρός Κλεοπάτρας, ήτις και δια τούτο επωνομάσθη υπό των γονέων αυτής Αλκυόνη."
"Η Αλκυών, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
περνά κοντά στη θάλασσα, και, μόλις την εγγίζει,
πάλι σηκώνεται ψηλά και πάλι φτερουγίζει
και δεν ακούει τη θάλασσα που πάντα την καλεί,
η Αλκυών, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
όπου περνά απ΄ τη θάλασσα και μόλις την εγγίζει.
Η Ευτυχία, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
μέσ΄ στην καρδιά μας έρχεται, και μόλις την εγγίζει,
πάλι σηκώνεται ψηλά και πάλι φτερουγίζει
και δεν ακούει και την καρδιά που πάντα την καλεί,
Η Ευτυχία, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
όπου περνάει απ΄ την καρδιά και μόλις την εγγίζει."
(Ιωάννου Πολέμη)