(αφιερωμένο...)
Των Θεοφανείων, αύριο, μεγαλογιορτή, μέρα καθαρμού και φώτισης. Τόσο σημαντική για τους πρώτους Χριστιανούς που τούτη τη μέρα γιορτάζανε και την Πρωτοχρονιά τους, μιας κι η βάπτιση του Χριστού συμβολίζει και την παλιγγενεσία του ανθρώπου. Ο καθαρμός, η φώτιση, η ελπίδα της αναγέννησης, έννοιες τόσο σπουδαίες για την ψυχή του λαού μας, δε μπορούσαν παρά να χαρακτηρίζουν το τελετουργικό της εκάστοτε θρησκείας του (από την αρχαιότητα μέχρι το Χριστιανισμό) και να γεννήσουν πλήθος εθίμων και παραδόσεων που χρωματίζουν έντονα τούτες τις μέρες τις εκδηλώσεις της λαϊκής λατρείας του.
Μέρα νηστείας η σημερινή, μέρα καθαρμού με κυρίαρχο στοιχείο των αγιασμό των υδάτων, των υδάτων που ανέκαθεν λειτουργούσαν ως καθαρτικό μέσο του ανθρώπου που θέλει να αναγεννηθεί και να φωτιστεί. Σήμερα γίνεται ο αγιασμός των νερών στην εκκλησία - "πρωτάγιαση" ή "φώτιση"- και στη συνέχεια ο παπάς με τούτη την "πρωτάγιαση", με το Σταυρό κι ένα κλωνί βασιλικό γυρίζει στα σπίτια να ραντίσει κάθε δωμάτιο, κάθε κτήμα, αλλά και κάθε ζωντανό, για να φύγει το κακό, το προσωποποιημένο ως "καλικάντζαροι" στην πλούσια φαντασία του λαού μας.
Τέλος πάντων.. Σήμερα, λοιπόν, ο πρώτος αγιασμός.. αύριο ο αγιασμός των υδάτων με το σταυρό... κάπου, κάποια παλικάρια θα βουτήξουν στο νερό να τον πιάσουν, να φωτιστούν...
Ακόμα και αιώνες πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού, το νερό αποτελούσε μέσο κάθαρσης, ενώ τα ποτάμια, τις λίμνες, τη θάλασσα οι αρχαίοι μας πρόγονοι τα θεωρούσαν ιερά. Ακόμη και κατά τα Ελευσίνια Μυστήρια (για τα οποία γνωρίζουμε τόσα λίγα), η συμμετοχή απαιτούσε κάθαρση στο νερό. Αναφέρει ο ιστορικός μας Σαράντος Καργάκος ("Ιστορία των Αρχαίων Αθηνών, τ.Α', σελ.84): "Η δεύτερη ημέρα (16 Βοηδρομιώνος) έφερε την ονομασία "άλαδε μύσται" (=στη θάλασσα, μύστες) ή "άλαδε έλασις", διότι οι κύρηκες καλούσαν τους μύστες να κατέλθουν στη θάλασσα για να λουσθούν κι έτσι να καθαρθούν. Η θάλασσα έχει τεράστια καθαρτική δύναμη και, όπως λέγει ο Ευριπίδης, "κλύζει (ξεπλένει) πάντα τ'ανθρώπων κακά (Ιφιγένεια εν Ταύροις, στ.1193)". " Όπως, φυσικά, υπήρχε υποχρεωτική νηστεία, την οποία διέκοπταν στις 21 του ιδίου μηνός για να πιούνε τον "κυκεώνα".
Πολύ ενδιαφέροντα είναι όσα σχετικά καταγράφει ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"):
"Με την κατάδυση του Σταυρού η καθαρτική δύναμη που έχει, κατά τη λαϊκή πίστη, το νερό της θάλασσας, ενισχύεται περισσότερο. Γι' αυτό οι κάτοικοι παράλιων περιοχών της Ελλάδας κατεβάζουν, την ημέρα των Φώτων, τα γεωργικά τους εργαλεία και τις άγιες εικόνες απ'το εικονοστάσι τους στη θάλασσα και τα πλένουν εκεί με το θαλασσινό νερό. Γιατί είναι κοινή πίστη, ότι με το πέρασμα του χρόνου όλα τα πράγματα, ακόμη και τα πιο ιερά, μολύνονται, εξασθενούν και χάνουν την αρχική τους δύναμη και αξία. Όπως είναι γνωστό, οι αρχαίοι Έλληνες κατά τα "πλυντήρια"μεταφέρανε κάθε χρόνο με πομπή το άγαλμα της Αθηνάς στη θάλασσα του Φαλήρου και εκεί το έπλεναν με θαλασσινό νερό για να το καθαρίσουν από κάθε ρύπο, που είχε καθίσει σ'αυτό με την πάροδο του χρόνου.Αλλά οι σημερινές γυναίκες, ενώ πλένουν τις εικόνες στα αγιασμένα νερά της θάλασσας, όπως συνηθιζόταν και στα βυζαντινά χρόνια, δεν παραλείπουν πράξεις που ανάγονται σε παλαιά μαγεία. Έτσι στην Πλάκα της Λήμνου
[...] Υπάρχει και η συνήθεια", συνεχίζει ο Γεώργιος Μέγας, "να γίνεται τότε το άνοιγμα των κρασιών και ν'ασημώνουν, σε οικογενειακή συγκέντρωση, το βαρέλι για το καλό". Έτσι κι οι πρόγονοί μας, συνήθιζαν ν'ανοίγουν τα βαρέλια με το νιο κρασί, όχι μια οποιαδήποτε μέρα, αλλά μέρα μεγάλης γιορτής, η οποία είχε και εξ αυτού του γεγονότος τη χαρακτηριστική ονομασία "πιθοίγια".
Όμως τα έθιμα πού'χουν να κάνουν με τ'αγιασμένα ύδατα, δε σταματούν εδώ.
Μας πληροφορεί ο Κώστας Καραπατάκης ("Το Δωδεκαήμερο, παλιά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα") για την Κνίδη των Γρεβενών: "Σαν τελείωνε η βάφτιση και "χαιρετούσαν" όλοι με τη σειρά, ξεκινούσαν και πήγαιναν στην εκκλησιά όλοι μαζί, φωνάζοντας "κυργιαλέησον" σ'όλο το δρόμο. Μπροστά πήγαινε μια "γαλάρα", "πρωτοστέφανη", νιόπαντρη γυναίκα, που πρώτη φορά είχε γεννήσει, κρατώντας στο κεφάλι της το δοχείο του αγιασμού της εκκλησιάς και πίσω όλοι οι άλλοι.[...] χύνοντας κατά διαστήματα σ'όλο το δρόμο από λίγο αγιασμό "για να γεν' τα καλαμπόκια". Ο συμβολισμός [...] δεν ήταν άσχετος με την παραγωγή των καλαμποκιών κι' ούτε με τη λατρεία της "Μητέρας Θεάς" της Μινωικής εποχής."
Τα λεγόμενα "βρεξούδια", όπως μας αναφέρει ο Μέγας, αποτελούσαν μια παλλαϊκή πράξη που στη συνέχεια περιορίστηκε στους νεόνυμφους τους οποίους βρέχουν στον ποταμό ή τη βρύση αποσκοπώντας στη στερέωση της υγείας και της ευτυχίας τους. Και καταγράφει, επίσης: "Αξιοσημείωτη είναι και μια συνήθεια των χωρικών της Θράκης, που, αν και επιφανειακά παρωδεί τον ιερέα, έχει βαθύτερη σημασία, όπως φαίνεται από το σκοπό για τον οποίο γίνεται: για εξασφάλιση υγείας και ευφορίας των αγρών.":
Αλλά και στα Βέντζια:
Πλήθος τα έθιμα τούτων των δυο ημερών, στα διάφορα χωριά και περιοχές του τόπου μας. Τόσα που ουδέποτε θα μπορούσαν να περιοριστούν σε μια εγγραφή. Τουλάχιστον τότε, που οι άνθρωποι ήξεραν να χρωματίζουν την κάθε μέρα του χρόνου με τις δικές της πλούσιες χαρακτηριστικές πινελιές, να βιώνουν τη χαρά και τον πόνο, το θάνατο και την ανάσταση, τη σιωπή και το γλέντι. Θα προσθέσω ένα-δυο μόνο ακόμα που αφορούν τα χωριά μας. Ένα πού'σβησε κι ένα πού'χει παραμείνει... Θα αρχίσω με το ξεχασμένο, τότε που απ'τα περισσότερα χωριά τέτοια εποχή είχαν κατέβει στα λεγόμενα "ξεχειμωνιάσματα", παραμονές των Φώτων(που, παρεμπιπτόντως ήταν φυσικά μέρα πλυσίματος και λουσίματος για όλους), ζύμωναν οι νοικοκυρές τις "κουλούρες", ψωμιά κεντητά, για να τις φορτώσουν στο γαϊδουράκι του παπά, που θα περνούσε ανάμεσα απ'τα λιόφυτα κτήματα για να αγιάσει τα σπιτικά. Και θα κλείσω με τα πατροπαράδοτα "καλησπερίσματα" ή "νυχτοκάλαντα" που ακόμη και σήμερα εδώ στο Πήλιο οι άντρες εξακολουθούν να τραγουδούν, με διάφορες παραλλαγές και, συχνά συνοδεία ντόπιων μουσικών, τη νύχτα της παραμονής των Φώτων, γυρνώντας όλα τα σπίτια του χωριού για να ευχηθούν και να κεραστούν.
Των Θεοφανείων, αύριο, μεγαλογιορτή, μέρα καθαρμού και φώτισης. Τόσο σημαντική για τους πρώτους Χριστιανούς που τούτη τη μέρα γιορτάζανε και την Πρωτοχρονιά τους, μιας κι η βάπτιση του Χριστού συμβολίζει και την παλιγγενεσία του ανθρώπου. Ο καθαρμός, η φώτιση, η ελπίδα της αναγέννησης, έννοιες τόσο σπουδαίες για την ψυχή του λαού μας, δε μπορούσαν παρά να χαρακτηρίζουν το τελετουργικό της εκάστοτε θρησκείας του (από την αρχαιότητα μέχρι το Χριστιανισμό) και να γεννήσουν πλήθος εθίμων και παραδόσεων που χρωματίζουν έντονα τούτες τις μέρες τις εκδηλώσεις της λαϊκής λατρείας του.
Μέρα νηστείας η σημερινή, μέρα καθαρμού με κυρίαρχο στοιχείο των αγιασμό των υδάτων, των υδάτων που ανέκαθεν λειτουργούσαν ως καθαρτικό μέσο του ανθρώπου που θέλει να αναγεννηθεί και να φωτιστεί. Σήμερα γίνεται ο αγιασμός των νερών στην εκκλησία - "πρωτάγιαση" ή "φώτιση"- και στη συνέχεια ο παπάς με τούτη την "πρωτάγιαση", με το Σταυρό κι ένα κλωνί βασιλικό γυρίζει στα σπίτια να ραντίσει κάθε δωμάτιο, κάθε κτήμα, αλλά και κάθε ζωντανό, για να φύγει το κακό, το προσωποποιημένο ως "καλικάντζαροι" στην πλούσια φαντασία του λαού μας.
"Φεύγετε να φεύγουμε
γιατί έφτασε ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με την βρεχτούρα του!"
είναι το σκωπτικό άσμα που αντικατοπτρίζει τον τρόμο των θρασύτατων και θρασύδειλων Καλλικατζάρων για το αγιασμένο τούτο νερό που τα μαζεύουν άρον-άρον κι εγκαταλείπουν τον "Πάνω Κόσμο" για να κρυφθούν στα υποχθόνια κελιά τους. Δεν ξέρω, βέβαια, αν, στο ότι χάσαμε την πίστη μας και διαγράψαμε απ'τη μνήμη μας όλα τούτα τα "αφελή;" εθιμικά στοιχεία, οφείλεται το πλήθος Καλικαντζάρων που σήμερα παραμένουν ισοβίως πάνω στη Γη και, μάλιστα, κατσικώνονται άγρια στο σβέρκο μας ροκανίζοντας απτόητοι όλα τα μπουμπούκια του δέντρου της ζωής... Έχει δοκιμάσει, άραγε, κάποιος ιερέας με βαθιά πίστη να τους πάρει στο κυνήγι με την "αγιαστούρα";Τέλος πάντων.. Σήμερα, λοιπόν, ο πρώτος αγιασμός.. αύριο ο αγιασμός των υδάτων με το σταυρό... κάπου, κάποια παλικάρια θα βουτήξουν στο νερό να τον πιάσουν, να φωτιστούν...
"Τσοι δώδεκα αγιάζω, τσοι δεκατρείς φωτίζω"
διασώζει την παροιμία μας ο Νικόλαος Πολίτης ("Παροιμίες Δ'"). (*Εννοείται, δώδεκα και δεκατρείς μέρες απ'τη γέννηση του Χριστού.)
Ακόμα και αιώνες πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού, το νερό αποτελούσε μέσο κάθαρσης, ενώ τα ποτάμια, τις λίμνες, τη θάλασσα οι αρχαίοι μας πρόγονοι τα θεωρούσαν ιερά. Ακόμη και κατά τα Ελευσίνια Μυστήρια (για τα οποία γνωρίζουμε τόσα λίγα), η συμμετοχή απαιτούσε κάθαρση στο νερό. Αναφέρει ο ιστορικός μας Σαράντος Καργάκος ("Ιστορία των Αρχαίων Αθηνών, τ.Α', σελ.84): "Η δεύτερη ημέρα (16 Βοηδρομιώνος) έφερε την ονομασία "άλαδε μύσται" (=στη θάλασσα, μύστες) ή "άλαδε έλασις", διότι οι κύρηκες καλούσαν τους μύστες να κατέλθουν στη θάλασσα για να λουσθούν κι έτσι να καθαρθούν. Η θάλασσα έχει τεράστια καθαρτική δύναμη και, όπως λέγει ο Ευριπίδης, "κλύζει (ξεπλένει) πάντα τ'ανθρώπων κακά (Ιφιγένεια εν Ταύροις, στ.1193)". " Όπως, φυσικά, υπήρχε υποχρεωτική νηστεία, την οποία διέκοπταν στις 21 του ιδίου μηνός για να πιούνε τον "κυκεώνα".
Πολύ ενδιαφέροντα είναι όσα σχετικά καταγράφει ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"):
"Με την κατάδυση του Σταυρού η καθαρτική δύναμη που έχει, κατά τη λαϊκή πίστη, το νερό της θάλασσας, ενισχύεται περισσότερο. Γι' αυτό οι κάτοικοι παράλιων περιοχών της Ελλάδας κατεβάζουν, την ημέρα των Φώτων, τα γεωργικά τους εργαλεία και τις άγιες εικόνες απ'το εικονοστάσι τους στη θάλασσα και τα πλένουν εκεί με το θαλασσινό νερό. Γιατί είναι κοινή πίστη, ότι με το πέρασμα του χρόνου όλα τα πράγματα, ακόμη και τα πιο ιερά, μολύνονται, εξασθενούν και χάνουν την αρχική τους δύναμη και αξία. Όπως είναι γνωστό, οι αρχαίοι Έλληνες κατά τα "πλυντήρια"μεταφέρανε κάθε χρόνο με πομπή το άγαλμα της Αθηνάς στη θάλασσα του Φαλήρου και εκεί το έπλεναν με θαλασσινό νερό για να το καθαρίσουν από κάθε ρύπο, που είχε καθίσει σ'αυτό με την πάροδο του χρόνου.Αλλά οι σημερινές γυναίκες, ενώ πλένουν τις εικόνες στα αγιασμένα νερά της θάλασσας, όπως συνηθιζόταν και στα βυζαντινά χρόνια, δεν παραλείπουν πράξεις που ανάγονται σε παλαιά μαγεία. Έτσι στην Πλάκα της Λήμνου
[...] Υπάρχει και η συνήθεια", συνεχίζει ο Γεώργιος Μέγας, "να γίνεται τότε το άνοιγμα των κρασιών και ν'ασημώνουν, σε οικογενειακή συγκέντρωση, το βαρέλι για το καλό". Έτσι κι οι πρόγονοί μας, συνήθιζαν ν'ανοίγουν τα βαρέλια με το νιο κρασί, όχι μια οποιαδήποτε μέρα, αλλά μέρα μεγάλης γιορτής, η οποία είχε και εξ αυτού του γεγονότος τη χαρακτηριστική ονομασία "πιθοίγια".
Όμως τα έθιμα πού'χουν να κάνουν με τ'αγιασμένα ύδατα, δε σταματούν εδώ.
Μας πληροφορεί ο Κώστας Καραπατάκης ("Το Δωδεκαήμερο, παλιά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα") για την Κνίδη των Γρεβενών: "Σαν τελείωνε η βάφτιση και "χαιρετούσαν" όλοι με τη σειρά, ξεκινούσαν και πήγαιναν στην εκκλησιά όλοι μαζί, φωνάζοντας "κυργιαλέησον" σ'όλο το δρόμο. Μπροστά πήγαινε μια "γαλάρα", "πρωτοστέφανη", νιόπαντρη γυναίκα, που πρώτη φορά είχε γεννήσει, κρατώντας στο κεφάλι της το δοχείο του αγιασμού της εκκλησιάς και πίσω όλοι οι άλλοι.[...] χύνοντας κατά διαστήματα σ'όλο το δρόμο από λίγο αγιασμό "για να γεν' τα καλαμπόκια". Ο συμβολισμός [...] δεν ήταν άσχετος με την παραγωγή των καλαμποκιών κι' ούτε με τη λατρεία της "Μητέρας Θεάς" της Μινωικής εποχής."
Τα λεγόμενα "βρεξούδια", όπως μας αναφέρει ο Μέγας, αποτελούσαν μια παλλαϊκή πράξη που στη συνέχεια περιορίστηκε στους νεόνυμφους τους οποίους βρέχουν στον ποταμό ή τη βρύση αποσκοπώντας στη στερέωση της υγείας και της ευτυχίας τους. Και καταγράφει, επίσης: "Αξιοσημείωτη είναι και μια συνήθεια των χωρικών της Θράκης, που, αν και επιφανειακά παρωδεί τον ιερέα, έχει βαθύτερη σημασία, όπως φαίνεται από το σκοπό για τον οποίο γίνεται: για εξασφάλιση υγείας και ευφορίας των αγρών.":
Αλλά και στα Βέντζια:
Πλήθος τα έθιμα τούτων των δυο ημερών, στα διάφορα χωριά και περιοχές του τόπου μας. Τόσα που ουδέποτε θα μπορούσαν να περιοριστούν σε μια εγγραφή. Τουλάχιστον τότε, που οι άνθρωποι ήξεραν να χρωματίζουν την κάθε μέρα του χρόνου με τις δικές της πλούσιες χαρακτηριστικές πινελιές, να βιώνουν τη χαρά και τον πόνο, το θάνατο και την ανάσταση, τη σιωπή και το γλέντι. Θα προσθέσω ένα-δυο μόνο ακόμα που αφορούν τα χωριά μας. Ένα πού'σβησε κι ένα πού'χει παραμείνει... Θα αρχίσω με το ξεχασμένο, τότε που απ'τα περισσότερα χωριά τέτοια εποχή είχαν κατέβει στα λεγόμενα "ξεχειμωνιάσματα", παραμονές των Φώτων(που, παρεμπιπτόντως ήταν φυσικά μέρα πλυσίματος και λουσίματος για όλους), ζύμωναν οι νοικοκυρές τις "κουλούρες", ψωμιά κεντητά, για να τις φορτώσουν στο γαϊδουράκι του παπά, που θα περνούσε ανάμεσα απ'τα λιόφυτα κτήματα για να αγιάσει τα σπιτικά. Και θα κλείσω με τα πατροπαράδοτα "καλησπερίσματα" ή "νυχτοκάλαντα" που ακόμη και σήμερα εδώ στο Πήλιο οι άντρες εξακολουθούν να τραγουδούν, με διάφορες παραλλαγές και, συχνά συνοδεία ντόπιων μουσικών, τη νύχτα της παραμονής των Φώτων, γυρνώντας όλα τα σπίτια του χωριού για να ευχηθούν και να κεραστούν.
"Να τον καλησπερίσουμε και τούτον τον αφέντη...
Καλησπερίσ' αφέντη μου, καλησπερίσ' κυρά μου
Απόψε ήρθα στο σπίτι σου, ήρθα στ'αρχοντικό σου
Να μη σου κακοφάνηκε, να μη σου πέσει βάρος
έτσι τα φέρνει ο καιρός και τα γυρίζει ο χρόνος
Αφέντη, αφεντούτσικε, δέκα φορές αφέντη
Δέκα κρατούν το άλογο, δέκα το καλιγώνουν
και δέκα το παρακαλούν να καβαλ'κέψ' ο αφέντης
Κι ο αφέντης καβαλίκεψε στ'αστέρι τ'άλογό του
αστέρι έχει στη μύτη του, φεγγάρι στο λαιμό του
και πίσω στην κουβέρτα του τρεις φραγκοπούλες παίζουν
Η μια παίζει τον ταμπουρά, η άλλη το λαγούτο
κι η τρίτη η μικρότερη παίζει με τον αφέντη
Παίζοντας και χορεύοντας αποκοιμήθ' ο αφέντης
φέρτε νταούλια να βροντούν, ζουρνάδες να χουιάζουν
για να ξυπνήσει ο αφέντης μας να λύσει το μαντήλι
Λύσε το αφέντη μ', λύσε το, το αργυρομάντηλό σου
κι αν έχεις και χρυσά φλουριά, δώς τα, μην τα λυπάσαι
κι αν έχεις και γλυκό κρασί, κέρνα τα παλικάρια
Κέρνα τα αφέντη μ', κέρνα τα, να σε πολυχρονίσουν
να ζήσεις χρόνια εκατό κι απάνω απ'τα διακόσια
κι απά διακόσια σα μπροστά, ν'ασπρίσεις, να γεράσεις
να γένεις σαν τον Όλυμπο, σαν τ'άσπρο περιστέρι
σαν τ'αηδονάκι που λαλεί, χειμώνα καλοκαίρι
Πολλά'παμε τ'αφέντη μας, ας πούμ' για την κυρά μας
Κυρά μ' ψιλή, κυρά μ' λιγνή, κυρά μ' καγκελοφρύδου
κυρά μ' όταν στολίζεσαι να πας στον αγιασμό σου
βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθη
και του κοράκου το φτερό βάνεις καγκελοφρύδι
Πολλά'παμε για την κυρά, ας πούμε για την κόρη
'Εχεις και κόρη έμορφη γραμματικό γυρεύει
κι εκείνος ο γραμματικός πολλά προικιά γυρεύει
Γυρεύει αμπέλια 'τρύγυτα, ψωράφια με τα στάχυα,
γυρεύει μύλους δώδεκα μ'όλους τους μυλωνάδες,
γυρεύει και τη θάλασσα με όλα τα καράβια,
γυρεύει και τον κυρ-βοριά να τα καλαρμενίζει
Προξενητάδες έρχονται μέσα από την Πόλη
κι όλοι ρωτούν, ξαναρωτούν πού νά'βρουν τέτοια κόρη
Πολλά'παμε της κόρης του, ας πούμε για το γιο του
Έχεις και γιο στα γράμματα, διαβάζει το ψαλτήρι,
να τ'αξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι
Στο σπίτ' που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραΐσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια χρόνια να ζήσει!"
Καλή φώτιση σε όλους μας!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου