Ξημερώνει Ψυχοσάββατο... Δυο τρεις μέρες τώρα παλεύει να ντυθεί στα λευκά το τοπίο, μα θαρρείς ούτε τούτο το χιόνι δε δέχεται να καλύψει τις πομπές και τα σκοτάδια μας! Πασπαλίζει τις στέγες στα ψηλά, μα όσο πλησιάζει κι αγγίζει τα χαμηλά στέκεται μοναχά εδώ κι εκεί, φουσκώνει στους χωμάτινους αρμούς του καλντεριμιού, αλλά την πέτρα την αφήνει γυμνή. Και μόλις θαρρείς φορτσάρει να γεμίσει τα κενά, γίνεται κάτι σαν γκρίζα νερουλιασμένη γρανίτα και χάνεται.
Πασπάλι ζάχαρης στο κόλλυβο, τούτο το χιόνι στη γη. Στο κόλλυβο όλων τούτων των ημερών που οι νεκροί ανασαίνουν.... Κι είναι το στάρι υγρό απ'τα δάκρυα και λεκιάζει με στάμπες την άχνη. Λες και ντράπηκε η ζάχαρη ν'αναμείξει τη γλύκα της με τόσο πόνο και βυθίζεται για να κρυφτεί....
Την οργή των νεκρών να φοβάστε....
![]() |
Οδυσσέα Ελύτη, "Άξιον Εστί, Τα Πάθη, Ανάγνωσμα 1ο" |
Χορεύουν οι νιφάδες του χιονιού έξω απ'το παράθυρό μου... Πυκνές, αλλά αδύνατες. Δεν είναι εύκολο να αλλάξει το τοπίο... Θέλει στέρεους λυγμούς και ισχυρούς δεσμούς για να κρουσταλλώσουν τα κύτταρά τους... Χοροπηδούν ακόμη στα τυφλά χωρίς κατεύθυνση... Ίσα να σου θυμίσουν πως είναι το λευκό, ίσα να σκεπάσουν λίγο τη βρωμιά μπας κι ανασκαλίσεις λίγο τη μνήμη σου. Μπας και θυμηθείς και γραπώσεις τούτο το άλφα το ανυπότακτο και κάνεις την λήθη σου ξανά α-λήθεια...
Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Πώς καταλήξαμε νεκροί;
"ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι, καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς." (Κατά Ματθαίον η22)
Πώς καταλήξαμε να νιώθουμε ζωή αυτό που ζούμε;
[...]
![]() |
Οδυσσέα Ελύτη, "Άξιον Εστί, Τα Πάθη, Ανάγνωσμα 1ο" |
" ῞Οταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον. "(Κατά Ματθαίον ΚΕ' 31-46)
- Μα, τελικά, πόσο ταιριαχτά και πόσο ταχτοποιημένα όλα τούτα... Το χιόνι με το κόλλυβο, οι ψυχές με τ'άψυχο κορμί, η Κρίση της περικοπής με έναν κόσμο που ξεψυχά, το βλέμμα της μάνας με την Ανάσταση. Θαρρείς και μια σιωπηρή κραυγή τα στοίβαξε μεμιάς όλα μαζί μέσα στα συναξάρια... Παραμονές Σαρακοστής, καθώς ανοίγουν οι Πύλες της Μετανοίας...
"Και το θλιβερότερο, βέβαια, από όλα, ή, για να μιλήσω πιο αληθινά, το πιο βαρύ, που και λέγοντάς το γεμίζω οδύνη, πόσο μάλλον υποφέροντάς το, είναι ο χωρισμός από το Θεό και τις άγιες δυνάμεις του και η συντροφιά με το διάβολο και τους πονηρούς δαίμονες που διαρκεί στον αιώνα και δεν αφήνει να ελπίσουμε καμιά απελευθέρωση από αυτά τα δεινά..." (Αγίου Μαξίμου Ομολογητού- "Μαξιμιανόν Ταμείον [λήμμα: κόλασις], Βενεδίκτου Ιερομονάχου Αγιορείτου)
" Τι είναι η κόλαση;Υποστηρίζω ότι είναι ο πόνος του να μην μπορείς να αγαπάς..."(Ντοστογιέφσκυ, "Αδελφοί Καραμαζώφ")