Όταν ήμουν πολύ-πολύ πιτσιρίκα, μεγαλώνοντας μεν στην Αθήνα, αλλά όλες μου τις διακοπές και τα καλοκαίρια ξαμολυμένη στο χωριό στο Πήλιο, είχα πλάσει μια εικόνα για την επαρχία και την εξοχή μέσα από τα δικά μου παιδικά μάτια.. Δε μπορούσα, λοιπόν, να διανοηθώ, ότι υπάρχει χωριό χωρίς πλατεία -μια πλατεία ευρύχωρη για να κυνηγιόμαστε τα παιδιά, πλαισιωμένη από τσιπουράδικα για να απολαμβάνουν οι μεγάλοι- και πλατεία χωρίς πλάτανο στο κέντρο της! Ο πλάτανος, λοιπόν, ήταν το σήμα κατατεθέν! Γιατί πως αλλιώς θά'χαμε δροσιά, ντάλα καλοκαίρι, να τσιμπολογάμε στο καταμεσήμερο πικάντικα μεζεδάκια; Πού θα στηνόταν ο κυκλικός χορός στο πανηγύρι της Αγια-Παρασκευής, αν όχι γύρω από το γέρικο και σκληροτράχηλο κορμί του; Πού θα βλέπαμε τις ανακοινώσεις του χωριού, αν όχι καρφιτσωμένες στις γερές πλάτες του; Πού θα συναντιόμαστε και πού θα ξαποσταίναμε από το τρεχαλητό, αν όχι στο παλιό πράσινο παγκάκι που τον κύκλωνε; Από που θα ξεκινούσε το κρυφτό, πού αλλού θα στεκόταν να μετρήσει εκείνος που τα "φυλάει"; Πού θα χορταίναμε τη δίψα μας, αν όχι στη βρυσούλα πλάι του, με το παγωμένο νερό που κατηφόριζε απ'το βουνό και δρόσιζε τα αιωνόβια ποδαράκια του; Ο πλάτανος, επομένως, ήτανε αναπόσπαστο κομμάτι της πλατείας του χωριού, ένα και το αυτό να το πούμε, κι ένα αναπόσπαστο κομμάτι του μικρόκοσμου των παιδικών μας χρόνων...
Εκείνος, λοιπόν, ο γερο-πλάτανος, των παιδικών μου χρόνων, πάει και τελείωσε.. Δεν είναι πολλά χρόνια, καθώς ψιλοαρρώστησε, ο δήμαρχος -ελαφρά τη καρδία- αποφάσισε να τον καρατομήσει! Εμένα φυσικά, κανείς δε μου το βγάζει από το νου, ότι ο πλάτανος μπορούσε να σωθεί.. με λίγη φροντίδα.. με ένα κλάδεμα του κλαριού που πήγαινε να ξεραθεί.. με λίγο παραπάνω νοιάξιμο τέλος πάντων.. να του δοθεί μια ευκαιρία!.. Ο πλάτανος, λοιπόν, κόπηκε.. το περιμμετρικό παγκάκι ξυλώθηκε κι η παλιά μαρμάρινη βρυσούλα απέμεινε μονάχη δίπλα στο χοντρό κούτσουρο.. Φαίνεται η μελαγχολική παρουσία της κι η κραυγαλέα μοναξιά της ενόχλησε τους "αρμοδίους", έτσι την ξεπαστρέψανε κι αυτή και χτίσαν μια καινούρια σε μιαν άκρη, να στέκει έτσι βουβή, να μη βγάζει μάτι, να μη σε καλεί να δροσιστείς, να μη σε πείθει για το γάργαρο νερό της, να τρέχει ο κόσμος να αγοράζει τα εμφιαλωμένα από τα περίπτερα.. ναι εδώ, στο βουνό των Κενταύρων και των πλατανιών, παρέα με τα πλαστικά βιομηχανοποιημένα μπουκάλια...Στη θέση του γερο-πλάτανου μπήκανε κι άλλα τραπεζάκια απ'τις ταβέρνες, κι άλλες καρέκλες, κι άλλα τραπεζομάντηλα, να εξυπηρετήσουν τους τουρίστες της "φουλ σεζόν".. Ο χώρος για να παίξουν τα παιδιά στένεψε.. μπλέκονται στα πόδια των σερβιτόρων.. αλλά έτσι κι αλλιώς, πόσα παιδιά σήμερα παίζουν; Τα περισσότερα κάθονται στην ταβέρνα και ασχολούνται με τα "games" στο κινητό! Έτσι δεν έχουν και φόβο να γδάρουν τα γόνατά τους ή να λερώσουν με χώματα τη μπλούζα τους.. μοναχά το μυαλό κι η ψυχή τους κινδυνεύει, αλλά ποιός νοιάζεται για αυτά!
Άντε, να μην τα περιγράφω και τόσο τραγικά.. Ευτυχώς, ο διπλανός πλάτανος στη μια άκρη της πλατείας, εκείνος που τότε είχε ένα λυγερό κορμάκι και δειλά ξεπρόβαλλε τα τρυφερά κλαρούδια του, άρχισε να απλώνει, να θεριεύει και να μας αγκαλιάζει προστατευτικά με το φύλλωμά του! Κι έτσι δεν έμεινε η πλατεία χωρίς πλάτανο.. ούτε εγώ χωρίς τις αγκάλες του για να γευτώ το πατροπαράδοτο τσιπουράκι.. Κι όσο νά'ναι, κάποια παιδάκια τριγυρνούν ακόμη κάτω από την σκιά του... Μπορεί να τον θυμούνται κι αυτά όταν μεγαλώσουν.. σαν τον πλάτανο των παιδικών τους χρόνων.. Άσε που ο καημένος, ανέλαβε ως νέος πληροφοριοδότης, να δέχεται υπομονετικά τα τσιμπίματα της πινέζας και των συραπτικών για να φιλοξενεί στο κορμί του τα ενημερωτικά φυλλάδια για τις εκδηλώσεις! Όπως φαίνεται, κάποια πράγματα δυσκολεύονται περισσότερο ν'αλλάξουν..
Ο πλάτανος ή, μάλλον, η πλάτανος κατά τους αρχαιότερους, πήρε την ονομασία της "εκ του πλατύς, δια τα πλατέα αυτής φύλλα" (Liddell-Scott, "Μέγα λεξικόν της ελληνικής γλώσσης") κι ίσως ακόμη για το φουντωτό και "πλατύ" φύλλωμά του που μας χαρίζει μεγάλη σε έκταση σκιά... Τούτη τη σκιά που προστάτευε και δρόσιζε από αρχαιοτάτων χρόνων το λαό μας.. Τούτη την πλάτανο που κάποτε στόλιζε και τη σημερινή τσιμεντένια πρωτεύουσά μας...
(Πλάτωνα, "Φαίδρος", απόδοση Ν.Αχειμάστου)
".. Θα χαίρεσαι τα καλοκαίρια, όταν σιγά στον άνεμο θροούνε αντικρυστά στου πλάτανου και της φτελιάς οι κλώνοι.." λέει κι ο Αριστοφάνης στις "Νεφέλες" (η απόδοση του Κώστα Βάρναλη).
Όπως αναφέρει και το "Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου":
"Σημαντικήν θέσιν εις την Ελληνικήν Μυθολογίαν, αλλά και εις την ιστορίαν της αρχαιότητος, κατέχει η πλάτανος. Υπό την πλάτανον ανεπαύετο η ωραία Ελένη, πλάτανον εφύτευσεν ο Μενέλαος εις Καρύας, την "Μενελαϊδα", υπό τον πλάτανον των Δελφών παρώτρυνε η Λητώ τα τέκνα της, Απόλλωνα και Άρτεμιν εις την εξόντωσιν του Πυθώνος, υπό τον πλάτανον της Αυλίδος εθυσίασεν ο Αγαμέμνων, πληροφορηθείς την νίκην και το τέλος του Τρωικού πολέμου. Ιστορική είναι η πλάτανος του Ασκληπιού εις Κω, η πλάτανος της Δαμασκού, ιερόν δένδρον των Μωαμεθανών, η πλάτανος του Αλή πασά εις την αγοράν των Ιωαννίνων και η πλάτανος της Άρτας, από των κλάδων των οποίων απηγχονίσθησαν εκατοντάδες Ελλήνων, η πλάτανος του Αιγίου, τας κουφάλας της οποίας εχρησιμοποίει ο Ανδρ.Λόντος ως πειθαρχείον, αι πλάτανοι των Κομποτάδων της Λαμίας, υπό την σκιάν των οποίων συνεσκέφθησαν δια την άμυναν κατά της επιδρομής του Δράμαλη οι Αθ.Διάκος, Πανουργιάς, Δυοβουνιώτης και ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαϊας, ο γερο-πλάτανος του Ναυπλίου, υπό τον οποίον ο Καποδίστριας εδέχετο τους προύχοντας κατά την ημέραν του Πάσχα, η αιωνόβιος πλάτανος της μονής της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων όπου εδόθη ο όρκος των αποφασισμένων δια την ελευθερίαν ή τον θάνατον υπόδουλων Ελλήνων και πλείσται άλλαι.
("Ωγυγία", Αθανασίου Σταγειρίτη)
Φυσικά, ο μεγαλειώδης κι εντυπωσιακός πλάτανος, δε θα μπορούσε να μείνει έξω από την παροιμιολογία του λαού μας:
"Χαιρέτα μας τον πλάτανο (και τον καπιτά Αναστάση)", (ως επιφώνημα προδήλου ή προβλεπομένης αποτυχίας άλλου) / "ήσκιο πού'χεις πλάτανε, μα πείνα που δεν χορταίνεις" (ευάρεστος ή εν ανέσει αδράνεια, αλλά προτεινομένη επάγεται πτωχείαν) / "μέγας είσαι πλάτανε και θαυμαστά τα πλατανόφυλλά σου" (ειρωνική έκφρασις επί λόγων ή πράξεων αξιογέλαστων, ως παρωδία της φρ. "Μέγας είσαι Κύριε...")
(Δημητράκου, "Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου