"Ξημερώνοντας η παραμονή των Χριστουγέννων, οι γυναίκες έπρεπε να είναι νεταρισμένες από τα ζυμώματα και τις χριστουγεννιάτικες κουλούρες. Σε λίγο θα έπρεπε να καταπιαστούν με τα γουρούνια που θα έσφαζαν οι άντρες, γιατί σ'αυτές θα έπεφτε όλο το βάρος και η φροντίδα για τα "χοιροσφάγια"." (Κώστας Καραπατάκης, "Το Δωδεκαήμερο")
Μέρες Χριστουγέννων πλησιάζουν, κι ακόμη και σήμερα, στα χωριά του Πηλίου, όσα σπιτικά συντηρούν χοίρους αναμένουν τον άνθρωπο που θ'αναλάβει να τα σφάξει, για το απαραίτητο χοιρινό, συνήθως μαγειρεμένο πρασοσέλινο, αλλά και ως τηγανιά, του γιορτινού τραπεζιού. Κι αν είναι και κανένας μερακλής, μπορεί να φτιάξει και λουκάνικο!
"Άλλο έθιμο των Χριστουγέννων είναι το σφάξιμο του γουρουνόπουλου. Το γουρουνόπουλο αυτό το τρέφουν από πολύ καιρό στα χωριά της δυτικής θεσσαλομαγνησίας και όταν έρθουν οι μέρες των Χριστουγέννων το σφάζουν για να το φάνε τούτες τις χρονιάρες μέρες. Το πιο πολύ όμως το κάνουν λουκάνικα. Σχετικό είναι και το έθιμο όταν σφάζουν το γουρούνι να ρίχνουν στο κεφάλι του μπόλικο λεμόνι και θυμίαμα μαζί. Γιατί έτσι πιστεύουν πως διώχνουν μακριά τους καλλικαντζάρους, που έχουν ιδιαίτερη προτίμηση στο κρέας." ("Κοντά στις ρίζες μας", Μαθητική Κοινότητα στ' τάξης 11ου Δημοτικού Σχολείου Βόλου)
Μας πληροφορεί κι ο Νίκος Ψιλάκης στο πολύτιμο βιβλίο του "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη" (εκδόσεις Καρμανωρ):
Οι στίχοι αυτοί του Κωστή Φραγκούλη (Δίφορα, βιβλίο Β) που αποκαλύπτουν όλη τη μαγεία της τελετουργίας των χοιροσφαγίων στον αγροτικό χώρο της Κρήτης θυμίζουν έντονα την αρχαία παροιμία "αι των χοίρων φωναί περί τας Καλάνδας". Ο Κρητικός ποιητής είναι πιο λυρικός και πιο περιγραφικός από την παροιμιώδη φράση' στην ουσία, όμως, και τα δύο αποσπάσματα λένε το ίδιο ακριβώς πράγμα κι ας τα χωρίζουν κάμποσοι αιώνες. Ίσως να μη χρειάζονταν καν για να καταδείξουν τη συνέχεια για ένα πανελλήνιο έθιμο που απηχεί παλαιότερες επιβιώσεις, το έθιμο της ρωμαϊκής χοιροθυσίας, τα χοιροσφάγια, όπως αναφέρονται μετά τον εκχριστιανισμό τους. Οι ρίζες του εθίμου πρέπει να αναζητηθούν στα πανάρχαια διαβατήρια έθιμα που έχουν ως στόχο να υποβοηθήσουν τη γονιμότητα ενεργοποιώντας, μέσω της θυσίας, τις ευνοϊκές για την περίσταση δυνάμεις. Εκτός απ'αυτή τη διάσταση, όμως, πρέπει να αναζητηθεί και η σχέση του ίδοου του χίρου με τη βλάστηση, μια σχέση που έχει επισημανθεί από σύγχρονους εθνολόγους, αλλά φαίνεται πως χρειάζεται να ερμηνευτεί περισσότερο. Ο Α. Ρουσουνίδης συνδέει το βλαστικό και γονιμικό χαρακτήρα του χοίρου με την ιδιότητα του αγριόχοιρου να καταστρέφει "περισσότερον εις τας πρωτογόνους εποχάς, την βλάστησιν, αγρίαν και ήμερον." (*)
Η αρχαία συνήθεια της θυσίας χοίρου κατά τις τελευταίες ημέρες του χρόνου καταφέρνει να επιβιώσει πολύ εύκολα στα βυζαντινά χρόνια και να παραμείνει μέχρι και το τρίτο τέταρτο του 20ου αιώνα ως κυρίαρχο στοιχείο του χριστουγεννιάτικου εθιμολογίου. Ο Ιωάννης Λαυρέντιος Λυδός, που στο "Περί Μηνών" έργο του διασώζει σημαντικές πληροφορίες για το ρωμαϊκό εορτολόγιο και τους θρύλους που συνδέονται με την τελετουργία, σημειώνει:
(*) "Ο χοίρος είναι πιθανότατα μία ενσάρκωση του βλαστικού και γονιμικού δαίμονα, είτε, επειδή με την αδηφαγία του καταστρέφει τη βλάστηση είτε και εξαιτίας της πολυτοκίας του." (http://www.kentrolaografias.gr/default.asp?V_DOC_ID=2326)
Ενώ ο Κώστας Καραπατάκης ,μεταξύ άλλων, καταγράφει:
"Με τα οικόσιτα αυτά γουρούνια, που τα λέγανε και "χοιράδια" και "χοιροσφάια", όλα τα γεωργικά σπίτια εξασφάλιζαν το κρέας για το χειμώνα και το λίπος για όλη τη χρονιά. Ύστερα, δεν ήταν και τόσο δύσκολο να διατηρεί το κάθε σπίτι και από ένα "χοιράδι", γιατί με τη γεωργία και την κτηνοτροφία που ασχολούνταν οι πιο πολλοί Έλληνες, και γεννήματα είχαν να τα δώσουν, και τυρόγαλο έβγαζαν, και αποφάγια εξασφάλιζαν, που όλα αυτά, αντί να τα πετάνε, τα δίναν στα γουρούνια τους.
[...] Για νάναι τα γουρούνια τους "φαγουδερά", πριν τ'αγοράσουν, κοίταζαν τ'αυτιά τους να είναι μεγάλα και κρεμασμένα προς τα κάτω, ο "ζουρνάς" τους μικρός, οι τρίχες τους κατσαρές και τα κορμιά τους "ξεπλεμένα". Όσο πιο πολύ έτρωγε ένα γουρούνι, τόσο πιο πολύ λίπος έβαζε και τόσο πιο πολλούς τενεκέδες "λίγδα" έβγαζε το σπίτι.
[...] Στην Αγιοπηγή της Καρδίτσας, καθώς και στ'άλλα τα γύρω χωριά, την ώρα που κόβανε το κεφάλι του γουρουνιού, έπαιρνε ένας το φτυάρι με το λιβάνι και θυμιάτιζε όλους, όσοι ήταν εκεί κι' ύστερα τα κάρβουνα, μαζί με το λιβάνι, τάριχνε στο κομμένο μέρος του λαιμού, λέγοντας:
Αν η σπλήνα ήταν διπλωμένη, κάποιος θα παντρευόταν απ'το σπίτι και θα γινόταν διπλός. Αν η σπλήνα ήταν φαρδιά στο πίσω μέρος, τότε θα είχαν όψιμο χειμώνα. Αν ήταν στο μπροστινό, τότε ο χειμώνας θα ήταν πρώιμος. [...] Αν το συκώτι ήταν χωρισμένο σε περισσότερα κομμάτια από τα μέλη της οικογένειας, κάποιος θα παντρευόταν ή θα γεννιόταν στο σπίτι. Αν όμως ήταν λιγότερα, τότε ο χρησμοδότης σταματούσε να λαλεί.
Όλο αυτό το τελετουργικό, καθώς και η χρησμοδότηση και οι παρατηρήσεις των σπλάχνων, θυμίζανε λίγο τους βωμούς και τις θυσίες των αρχαίων.
Σαν τέλειωνε κι' αυτό, οι άντρες, τραβούσαν το γουρούνι μέσα στο σπίτι κι' η νοικοκυρά τηγάνιζε τα συκώτια και με δυνατή μεταβγαλμένη ρακή κερνούσε τους αυτοσχέδιους χασάπηδες, για να τους ευχαριστήσει."
Τέλος, ο λαογράφος μας Γεώργιος Αικατερινίδης, στη διδακτορική του διατριβή για τις "Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες", μας δίνει πλούσια στοιχεία σχετικά με το έθιμο τούτο:
"Τους χοίρους όχι σπάνια πριν ή κατά ή μετά το σφάξιμο, που κάποτε γίνεται με ξεχωριστό μαχαίρι, τους θυμιατίζουν και τους σταυρώνουν. Στους Βλαχόφωνους π.χ. της Πίνδου πριν γδάρουν το χοίρο, χαράσσουν με μαχαιράκι στην κοιλιά του, κοντά στον ομφαλό, ένα σταυρό και επάνω βάζουν αναμμένα κάρβουνα και θυμίαμα' συγχρόνως ένα παιδί απαγγέλει το "Πάτερ ημών". Το κάνουν για να καθαρισθεί ο χοίρος, τον οποίον θεωρούν ζώο ακάθαρτο, τον τρώγουν όμως, γιατί πιστεύουν ότι έτσι διακρίνονται οι Χριστιανοί από τους Εβραίους και τους Οθωμανούς. (σημ. Ανέκδοτη Θεσσαλική παράδοση δικαιολογεί αλλιώς τα χοιροσφάγια: "Τα Χ'στούγιννα σφάζ'μι τα γ'ρούνια, γιατί τα Χ'στούγιννα πήγινι η Παναγιά μι τουν Ιουσήφ και πίσου τα γ'ρούνια χαλούσαν τα χνάρια κι γι'αυτό τα κάνουμ' gουρbάν', τά'χουμι για του καλύτιρου gουρbάν'")
Στην περιοχή της Καλαμπάκας όταν σφάζουν το γουρούνι, με το οικογενειακό μαχαίρι, χαράσσουν στην κοιλιά και κοντά στον αφαλό του ένα σταυρό, και επάνω του βάζουν αναμμένα κάρβουνα με θυμίαμα και φύλλα δάφνης (σημ. Προβάλλει εδώ η ιερότητα της δάφνης και η χρήση της για αποτρεπτικούς σκοπούς.), ενώ ένα παιδί και εδώ λέει το "Πάτερ ημών". [...] Στον Κρόκο Κοζάνης πίστευαν ότι θυμιατίζουν το γουρούνι, γιατί είναι κουρμπάνι, υπήρχε δηλαδή η συνείδηση της προσφοράς της θυσίας' τη συνείδηση αυτή βρίσκομε και στη Γρατινή Κομοτηνής και στους Σαρακατσάνους. Στα χωριά των Γρεβενών δεν έβαζαν το χοίρο στο σπίτι, αν πρώτα δεν τον διάβαζε ο παπάς.[...]
Από το αίμα τωτου ζώου σχηματίζουν σταυρό στο μέτωπο των μικρών παιδιών ή και των ζώων, ή κάνουν και άλλες παρεμφερείς χρήσεις για θεραπευτικούς, μαγικούς ή αποτρεπτικούς σκοπούς.[...]
Για μαγικούς-αποτρεπτικούς σκοπούς χρησιμοποε'ιται επίσης και το ρύγχος του χοίρου: το καρφώνουν στον τοίχο ή πάνω από την πόρτα, για να απομακρύνουν τους καλλικαντζάρους, ή το κρεμούν στο αχούρι για να μη ζυγώσει αρρώστια τα ζώα, ή το βάζουν πίσω στην πόρτα για να ξορκλίζουν τις αρρώστιες. Για μαγικοθεραπευτικούς και μαντικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται ακόμα το λίπος ή άλλα όργανα του χοίρου: μέσα στην κύστη του χοίρου ρίχνουν τόσα ρεβύθια, όσα είναι τα ζώα που έχουν και την κρεμούν "στη σκέπο" (ταβάνι)' έτσι τα ζώα μένουν μαντρωμένα και δεν προκαλούν ζημιές. [...]
Ο καθαρά θυσιαστικός χαρακτήρας της χοιροσφαγίας δηλώνεται όχι μόνο από τις πολλαπλές χρήσεις του "καθαγιασμένου" αίματος, αλλά και από τα μαντεύματα που γίνονται τότε και από τις άλλες μαγικές ενέργειες, που είδαμε να συνδέονται με το σφάξιμο των γουρουνιών. Το χαρακτήρα αυτό τονίζει άριστα το κυπριακό έθιμο (περιοχή Μαραθάσας) να μοιράζουν τα Χριστούγεννα στην εκκλησία "χοίρειον κρέας προς κοινήν μετάληψιν, αντί ηυλογημένου άρτου"."
Μέρες Χριστουγέννων πλησιάζουν, κι ακόμη και σήμερα, στα χωριά του Πηλίου, όσα σπιτικά συντηρούν χοίρους αναμένουν τον άνθρωπο που θ'αναλάβει να τα σφάξει, για το απαραίτητο χοιρινό, συνήθως μαγειρεμένο πρασοσέλινο, αλλά και ως τηγανιά, του γιορτινού τραπεζιού. Κι αν είναι και κανένας μερακλής, μπορεί να φτιάξει και λουκάνικο!
"Άλλο έθιμο των Χριστουγέννων είναι το σφάξιμο του γουρουνόπουλου. Το γουρουνόπουλο αυτό το τρέφουν από πολύ καιρό στα χωριά της δυτικής θεσσαλομαγνησίας και όταν έρθουν οι μέρες των Χριστουγέννων το σφάζουν για να το φάνε τούτες τις χρονιάρες μέρες. Το πιο πολύ όμως το κάνουν λουκάνικα. Σχετικό είναι και το έθιμο όταν σφάζουν το γουρούνι να ρίχνουν στο κεφάλι του μπόλικο λεμόνι και θυμίαμα μαζί. Γιατί έτσι πιστεύουν πως διώχνουν μακριά τους καλλικαντζάρους, που έχουν ιδιαίτερη προτίμηση στο κρέας." ("Κοντά στις ρίζες μας", Μαθητική Κοινότητα στ' τάξης 11ου Δημοτικού Σχολείου Βόλου)
Φωτ. Νίκου Ψιλάκη, από "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη", εκδ. Καρμάνωρ |
Μας πληροφορεί κι ο Νίκος Ψιλάκης στο πολύτιμο βιβλίο του "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη" (εκδόσεις Καρμανωρ):
"Φωνές γροικώ στσι γειτονιές,
μουγκρές γροικώ στσι σταύλους
χαρούμενο συντάλαχο γροικώ στα καλντιρίμια.
Στσι γειτονιές ζυμώνουνε, στσι σταύλους μαχαιρώνου...
... και στα σιντεροτσίκαλα νερό στσ' αυλές τως βράζου,
τσι χοίρους τσι θροφάρηδες που σάξα να μαδήσου...
Οι στίχοι αυτοί του Κωστή Φραγκούλη (Δίφορα, βιβλίο Β) που αποκαλύπτουν όλη τη μαγεία της τελετουργίας των χοιροσφαγίων στον αγροτικό χώρο της Κρήτης θυμίζουν έντονα την αρχαία παροιμία "αι των χοίρων φωναί περί τας Καλάνδας". Ο Κρητικός ποιητής είναι πιο λυρικός και πιο περιγραφικός από την παροιμιώδη φράση' στην ουσία, όμως, και τα δύο αποσπάσματα λένε το ίδιο ακριβώς πράγμα κι ας τα χωρίζουν κάμποσοι αιώνες. Ίσως να μη χρειάζονταν καν για να καταδείξουν τη συνέχεια για ένα πανελλήνιο έθιμο που απηχεί παλαιότερες επιβιώσεις, το έθιμο της ρωμαϊκής χοιροθυσίας, τα χοιροσφάγια, όπως αναφέρονται μετά τον εκχριστιανισμό τους. Οι ρίζες του εθίμου πρέπει να αναζητηθούν στα πανάρχαια διαβατήρια έθιμα που έχουν ως στόχο να υποβοηθήσουν τη γονιμότητα ενεργοποιώντας, μέσω της θυσίας, τις ευνοϊκές για την περίσταση δυνάμεις. Εκτός απ'αυτή τη διάσταση, όμως, πρέπει να αναζητηθεί και η σχέση του ίδοου του χίρου με τη βλάστηση, μια σχέση που έχει επισημανθεί από σύγχρονους εθνολόγους, αλλά φαίνεται πως χρειάζεται να ερμηνευτεί περισσότερο. Ο Α. Ρουσουνίδης συνδέει το βλαστικό και γονιμικό χαρακτήρα του χοίρου με την ιδιότητα του αγριόχοιρου να καταστρέφει "περισσότερον εις τας πρωτογόνους εποχάς, την βλάστησιν, αγρίαν και ήμερον." (*)
Η αρχαία συνήθεια της θυσίας χοίρου κατά τις τελευταίες ημέρες του χρόνου καταφέρνει να επιβιώσει πολύ εύκολα στα βυζαντινά χρόνια και να παραμείνει μέχρι και το τρίτο τέταρτο του 20ου αιώνα ως κυρίαρχο στοιχείο του χριστουγεννιάτικου εθιμολογίου. Ο Ιωάννης Λαυρέντιος Λυδός, που στο "Περί Μηνών" έργο του διασώζει σημαντικές πληροφορίες για το ρωμαϊκό εορτολόγιο και τους θρύλους που συνδέονται με την τελετουργία, σημειώνει:
(*) "Ο χοίρος είναι πιθανότατα μία ενσάρκωση του βλαστικού και γονιμικού δαίμονα, είτε, επειδή με την αδηφαγία του καταστρέφει τη βλάστηση είτε και εξαιτίας της πολυτοκίας του." (http://www.kentrolaografias.gr/default.asp?V_DOC_ID=2326)
Ενώ ο Κώστας Καραπατάκης ,μεταξύ άλλων, καταγράφει:
"Με τα οικόσιτα αυτά γουρούνια, που τα λέγανε και "χοιράδια" και "χοιροσφάια", όλα τα γεωργικά σπίτια εξασφάλιζαν το κρέας για το χειμώνα και το λίπος για όλη τη χρονιά. Ύστερα, δεν ήταν και τόσο δύσκολο να διατηρεί το κάθε σπίτι και από ένα "χοιράδι", γιατί με τη γεωργία και την κτηνοτροφία που ασχολούνταν οι πιο πολλοί Έλληνες, και γεννήματα είχαν να τα δώσουν, και τυρόγαλο έβγαζαν, και αποφάγια εξασφάλιζαν, που όλα αυτά, αντί να τα πετάνε, τα δίναν στα γουρούνια τους.
[...] Για νάναι τα γουρούνια τους "φαγουδερά", πριν τ'αγοράσουν, κοίταζαν τ'αυτιά τους να είναι μεγάλα και κρεμασμένα προς τα κάτω, ο "ζουρνάς" τους μικρός, οι τρίχες τους κατσαρές και τα κορμιά τους "ξεπλεμένα". Όσο πιο πολύ έτρωγε ένα γουρούνι, τόσο πιο πολύ λίπος έβαζε και τόσο πιο πολλούς τενεκέδες "λίγδα" έβγαζε το σπίτι.
[...] Στην Αγιοπηγή της Καρδίτσας, καθώς και στ'άλλα τα γύρω χωριά, την ώρα που κόβανε το κεφάλι του γουρουνιού, έπαιρνε ένας το φτυάρι με το λιβάνι και θυμιάτιζε όλους, όσοι ήταν εκεί κι' ύστερα τα κάρβουνα, μαζί με το λιβάνι, τάριχνε στο κομμένο μέρος του λαιμού, λέγοντας:
"Μέλι, ζάχαρη και με γεια να ξοδευτεί!"
Μετά το σφάξιμο, η πρώτη τους δουλειά ήταν ν'ανοίξουν την κοιλιά και να βγάλουν τα σπλάχνα του. Τα "μέσα" του κάτι λέγανε για το τυχερό του σπιτιού, που έπρεπε να το ξέρουν όλοι και ιδαιίτερα ο νοικοκύρης του σπιτιού.Αν η σπλήνα ήταν διπλωμένη, κάποιος θα παντρευόταν απ'το σπίτι και θα γινόταν διπλός. Αν η σπλήνα ήταν φαρδιά στο πίσω μέρος, τότε θα είχαν όψιμο χειμώνα. Αν ήταν στο μπροστινό, τότε ο χειμώνας θα ήταν πρώιμος. [...] Αν το συκώτι ήταν χωρισμένο σε περισσότερα κομμάτια από τα μέλη της οικογένειας, κάποιος θα παντρευόταν ή θα γεννιόταν στο σπίτι. Αν όμως ήταν λιγότερα, τότε ο χρησμοδότης σταματούσε να λαλεί.
Όλο αυτό το τελετουργικό, καθώς και η χρησμοδότηση και οι παρατηρήσεις των σπλάχνων, θυμίζανε λίγο τους βωμούς και τις θυσίες των αρχαίων.
Σαν τέλειωνε κι' αυτό, οι άντρες, τραβούσαν το γουρούνι μέσα στο σπίτι κι' η νοικοκυρά τηγάνιζε τα συκώτια και με δυνατή μεταβγαλμένη ρακή κερνούσε τους αυτοσχέδιους χασάπηδες, για να τους ευχαριστήσει."
Τέλος, ο λαογράφος μας Γεώργιος Αικατερινίδης, στη διδακτορική του διατριβή για τις "Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες", μας δίνει πλούσια στοιχεία σχετικά με το έθιμο τούτο:
"Τους χοίρους όχι σπάνια πριν ή κατά ή μετά το σφάξιμο, που κάποτε γίνεται με ξεχωριστό μαχαίρι, τους θυμιατίζουν και τους σταυρώνουν. Στους Βλαχόφωνους π.χ. της Πίνδου πριν γδάρουν το χοίρο, χαράσσουν με μαχαιράκι στην κοιλιά του, κοντά στον ομφαλό, ένα σταυρό και επάνω βάζουν αναμμένα κάρβουνα και θυμίαμα' συγχρόνως ένα παιδί απαγγέλει το "Πάτερ ημών". Το κάνουν για να καθαρισθεί ο χοίρος, τον οποίον θεωρούν ζώο ακάθαρτο, τον τρώγουν όμως, γιατί πιστεύουν ότι έτσι διακρίνονται οι Χριστιανοί από τους Εβραίους και τους Οθωμανούς. (σημ. Ανέκδοτη Θεσσαλική παράδοση δικαιολογεί αλλιώς τα χοιροσφάγια: "Τα Χ'στούγιννα σφάζ'μι τα γ'ρούνια, γιατί τα Χ'στούγιννα πήγινι η Παναγιά μι τουν Ιουσήφ και πίσου τα γ'ρούνια χαλούσαν τα χνάρια κι γι'αυτό τα κάνουμ' gουρbάν', τά'χουμι για του καλύτιρου gουρbάν'")
Στην περιοχή της Καλαμπάκας όταν σφάζουν το γουρούνι, με το οικογενειακό μαχαίρι, χαράσσουν στην κοιλιά και κοντά στον αφαλό του ένα σταυρό, και επάνω του βάζουν αναμμένα κάρβουνα με θυμίαμα και φύλλα δάφνης (σημ. Προβάλλει εδώ η ιερότητα της δάφνης και η χρήση της για αποτρεπτικούς σκοπούς.), ενώ ένα παιδί και εδώ λέει το "Πάτερ ημών". [...] Στον Κρόκο Κοζάνης πίστευαν ότι θυμιατίζουν το γουρούνι, γιατί είναι κουρμπάνι, υπήρχε δηλαδή η συνείδηση της προσφοράς της θυσίας' τη συνείδηση αυτή βρίσκομε και στη Γρατινή Κομοτηνής και στους Σαρακατσάνους. Στα χωριά των Γρεβενών δεν έβαζαν το χοίρο στο σπίτι, αν πρώτα δεν τον διάβαζε ο παπάς.[...]
Από το αίμα τωτου ζώου σχηματίζουν σταυρό στο μέτωπο των μικρών παιδιών ή και των ζώων, ή κάνουν και άλλες παρεμφερείς χρήσεις για θεραπευτικούς, μαγικούς ή αποτρεπτικούς σκοπούς.[...]
Για μαγικούς-αποτρεπτικούς σκοπούς χρησιμοποε'ιται επίσης και το ρύγχος του χοίρου: το καρφώνουν στον τοίχο ή πάνω από την πόρτα, για να απομακρύνουν τους καλλικαντζάρους, ή το κρεμούν στο αχούρι για να μη ζυγώσει αρρώστια τα ζώα, ή το βάζουν πίσω στην πόρτα για να ξορκλίζουν τις αρρώστιες. Για μαγικοθεραπευτικούς και μαντικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται ακόμα το λίπος ή άλλα όργανα του χοίρου: μέσα στην κύστη του χοίρου ρίχνουν τόσα ρεβύθια, όσα είναι τα ζώα που έχουν και την κρεμούν "στη σκέπο" (ταβάνι)' έτσι τα ζώα μένουν μαντρωμένα και δεν προκαλούν ζημιές. [...]
Ο καθαρά θυσιαστικός χαρακτήρας της χοιροσφαγίας δηλώνεται όχι μόνο από τις πολλαπλές χρήσεις του "καθαγιασμένου" αίματος, αλλά και από τα μαντεύματα που γίνονται τότε και από τις άλλες μαγικές ενέργειες, που είδαμε να συνδέονται με το σφάξιμο των γουρουνιών. Το χαρακτήρα αυτό τονίζει άριστα το κυπριακό έθιμο (περιοχή Μαραθάσας) να μοιράζουν τα Χριστούγεννα στην εκκλησία "χοίρειον κρέας προς κοινήν μετάληψιν, αντί ηυλογημένου άρτου"."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου