Ένα από τα παραδοσιακά και δημοφιλή εδέσματα του Δωδεκάμερου, ιδιαιτέρως της Πρωτοχρονιάς αλλά συχνά και των Χριστουγέννων εδώ στο Πήλιο είναι η γεμιστή κότα. Φαγητό που συναντάμε και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος τούτες τις γιορτινές μέρες.Κι αν και πλέον η παραλλαγές στη γέμιση ποικίλλουν με τους διάφορους νεωτερισμούς, βασικό συστατικό νοστιμιάς αποτελεί πάντα το πηλιορείτικο κάστανο. Αλλά ας δούμε πως τη φτιάχνει μια φίλη, ακολουθώντας τη συνταγή που έμαθε από τη "μανιά" (γιαγιά) της:
Καταρχάς, η γέμιση:
"Τσιγαρίζουμε σ'ελαιόλαδο τα συκωτάκια και το στομαχάκι ψιλοκομμένα με κρεμμυδάκι. Προσθέτουμε αλατοπίπερο, λίγο μαϊντανό και τα κάστανα (ωμά, ξεφλουδισμένα φυσικά) να τσιγαριστούν κι αυτά και τέλος ρίχνουμε κομματάκια τυρί (φέτα)."
Όσο για την κότα, αφού την καθαρίζουμε και την πλένουμε καλά, "ράβουμε πρώτα το "γκαργκαλιάνο" (λάρυγγα) και την τρυπούλα που αφήνει η "γάσγα" ("σακουλάκι")
και μετά γεμίζουμε και ράβουμε από πίσω".
Κι είναι έτοιμη για βράσιμο.
Σε νεράκι με λίγο αλάτι, πιπέρι και λαδάκι την καπακώνουμε και τη βράζουμε όλη νύχτα σε χαμηλή φωτιά.
"Τη βράζαμε νύχτα όταν έσβηνε το τζάκι με λίγη φωτιά για να μην ανοίξει η "γιόμιση". Ένα δαυλί έπρεπε νά'χει από κάτω." 'Ετσι, σιγά-σιγά και σκεπασμένη ροδίζει.
Κι ύστερα το πρωί:
"Την βγάζεις την κότα και φτιάχνεις το ζουμάκι σουπίτσα με ρυζάκι ή μανεστρούλα. Ανοίγεις την κότα και σε μια πιατελίτσα δίπλα βάζεις τη γέμιση."
Σημειώνει κι ο πηλιορείτης λαογράφος μας Κώστας Λιάπης ("Διατροφή και μαγειρέματα στο παλιό παραδοσιακό Πήλιο"):
"Τα Χριστούγεννα, λοιπόν, συνήθιζαν να τρώνε κότα σούπα και ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού). Υπήρχε, όμως, κι εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο, ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι, μαγείρεμα που το έλεγαν μάλιστα "τ' Χριστού το φαϊ". Την Πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν και είναι να φτιάχνουν κότα ή και "κούρκο" (γαλοπούλα), γεμιστή με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρομμύδι, πιπέρι και μαϊδανό, όλα καβουρδισμένα."
Καταρχάς, η γέμιση:
"Τσιγαρίζουμε σ'ελαιόλαδο τα συκωτάκια και το στομαχάκι ψιλοκομμένα με κρεμμυδάκι. Προσθέτουμε αλατοπίπερο, λίγο μαϊντανό και τα κάστανα (ωμά, ξεφλουδισμένα φυσικά) να τσιγαριστούν κι αυτά και τέλος ρίχνουμε κομματάκια τυρί (φέτα)."
Όσο για την κότα, αφού την καθαρίζουμε και την πλένουμε καλά, "ράβουμε πρώτα το "γκαργκαλιάνο" (λάρυγγα) και την τρυπούλα που αφήνει η "γάσγα" ("σακουλάκι")
και μετά γεμίζουμε και ράβουμε από πίσω".
Κι είναι έτοιμη για βράσιμο.
Σε νεράκι με λίγο αλάτι, πιπέρι και λαδάκι την καπακώνουμε και τη βράζουμε όλη νύχτα σε χαμηλή φωτιά.
"Τη βράζαμε νύχτα όταν έσβηνε το τζάκι με λίγη φωτιά για να μην ανοίξει η "γιόμιση". Ένα δαυλί έπρεπε νά'χει από κάτω." 'Ετσι, σιγά-σιγά και σκεπασμένη ροδίζει.
Κι ύστερα το πρωί:
"Την βγάζεις την κότα και φτιάχνεις το ζουμάκι σουπίτσα με ρυζάκι ή μανεστρούλα. Ανοίγεις την κότα και σε μια πιατελίτσα δίπλα βάζεις τη γέμιση."
Σημειώνει κι ο πηλιορείτης λαογράφος μας Κώστας Λιάπης ("Διατροφή και μαγειρέματα στο παλιό παραδοσιακό Πήλιο"):
"Τα Χριστούγεννα, λοιπόν, συνήθιζαν να τρώνε κότα σούπα και ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού). Υπήρχε, όμως, κι εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο, ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι, μαγείρεμα που το έλεγαν μάλιστα "τ' Χριστού το φαϊ". Την Πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν και είναι να φτιάχνουν κότα ή και "κούρκο" (γαλοπούλα), γεμιστή με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρομμύδι, πιπέρι και μαϊδανό, όλα καβουρδισμένα."
Η κότα, όμως, τούτες τις μέρες πρωταγωνιστεί και αλλαχού. Άλλο αν ,πολλές φορές, εδώ και χρόνια, αντικαταστάθηκε με την ξενόφερτη γαλοπούλα. Παρατηρεί ο λαογράφος Δημήτρης Λουκάτος ("Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών"):
"Ήταν φυσικό, το ξενικό και καλοθρεμμένο αυτό πουλερικό (η γαλοπούλα) ν'αποτελεί κι ένα καλό δώρο (πεσκέσι) για φίλους ή ισχυρούς άρχοντες τις μέρες των Χριστουγέννων, που από παλιά απαιτούσαν στο γεύμα τους όρνιθα ή πετεινό. Οι παλιές παροιμίες έλεγαν: "Κότα πίτα τον Γενάρη (που είναι παχιά τα πουλερικά) και παπί τον Αλωνάρη." Ή, στον Πόντο: "Του Χριστού, όλ'αναλλάζουνε' και τα πετεινάρια σφάζουνε". [...]
Από την Κέρκυρα έχουμε περιγραφή, σχετικά πρόσφατη (1934), για τον αρχοντομαγείρευτο γάλο, που τον παραγέμιζαν με σταφίδες, κανέλα, γαρούφαλο, κουκουνάρα, και που τον "βάφτιζαν" τελετουργικά στο ζεστό νερό την παραμονή των Χριστουγέννων, φωνάζοντας τη λέξη "Χρίστος" (για να μην πουν Χριστός), καθιστώντας τον έτσι ευλογητικό φαγητό. Ο πολύς λαός όμως παντού εσυνέχιζε να περνά τα Χριστούγεννα με βραστή όρνιθα ή πετεινό (καπόνι), που έδιναν την εποχή αυτή και καλό ζουμί, και μόνο σε περίπτωση αρραβώνας προσπαθούσε να στείλει γαλόπουλο στο σπίτι της αρραβωνιαστικιάς."
Ο Ι.Κρίκελλος ("Το Δωδεκαήμερο στη Χαλκιδική") σημειώνει: "Στη Βάλτα μολονότι το κρέας αφθονούσε μετά τη σφαγή του γουρουνιού, εντούτοις έσφαζαν κι ένα μικρό πετεινάρι «για να ματώσ' του σπίτ'». Κατάλοιπο, προφανώς, των αρχαίων θυσιών, για εξευμενισμό των δαιμόνων, προκειμένου να χαρίσουν καλοχρονιά στους σπιτικούς."
Όσο για τη γεμιστή πρωτοχρονιάτικη κότα, σίγουρα η γέμισή της, πέραν της νοστιμιάς, κρύβει και έναν συμβολισμό για την υποδοχή της νέας χρονιάς. Εξάλλου, στο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι είθισται να παρατίθεται το πιο πλούσιο γεύμα, ώστε από τη χρονιά που θα ακολουθήσει να μη λείψει τίποτα. Μια κότα γεμιστή, θα μπορούσε να πει κανείς "εμπλουτισμένη", και μάλιστα με γέμιση που αποτελείται από καρπούς (κάστανα, καρύδια, κουκουνάρια, μύγδαλα, σταφίδες, κ.α., ανάλογα τον τόπο και την παραλλαγή) δε μπορεί να μην υποδηλώνει την ευχή της οικογένειας για ευκαρπία και την ελπίδα της ότι θα υποδεχτεί ένα νέον έτος πλούσιο σε κάθε λογής αγαθά.
"Ήταν φυσικό, το ξενικό και καλοθρεμμένο αυτό πουλερικό (η γαλοπούλα) ν'αποτελεί κι ένα καλό δώρο (πεσκέσι) για φίλους ή ισχυρούς άρχοντες τις μέρες των Χριστουγέννων, που από παλιά απαιτούσαν στο γεύμα τους όρνιθα ή πετεινό. Οι παλιές παροιμίες έλεγαν: "Κότα πίτα τον Γενάρη (που είναι παχιά τα πουλερικά) και παπί τον Αλωνάρη." Ή, στον Πόντο: "Του Χριστού, όλ'αναλλάζουνε' και τα πετεινάρια σφάζουνε". [...]
Από την Κέρκυρα έχουμε περιγραφή, σχετικά πρόσφατη (1934), για τον αρχοντομαγείρευτο γάλο, που τον παραγέμιζαν με σταφίδες, κανέλα, γαρούφαλο, κουκουνάρα, και που τον "βάφτιζαν" τελετουργικά στο ζεστό νερό την παραμονή των Χριστουγέννων, φωνάζοντας τη λέξη "Χρίστος" (για να μην πουν Χριστός), καθιστώντας τον έτσι ευλογητικό φαγητό. Ο πολύς λαός όμως παντού εσυνέχιζε να περνά τα Χριστούγεννα με βραστή όρνιθα ή πετεινό (καπόνι), που έδιναν την εποχή αυτή και καλό ζουμί, και μόνο σε περίπτωση αρραβώνας προσπαθούσε να στείλει γαλόπουλο στο σπίτι της αρραβωνιαστικιάς."
Ο Ι.Κρίκελλος ("Το Δωδεκαήμερο στη Χαλκιδική") σημειώνει: "Στη Βάλτα μολονότι το κρέας αφθονούσε μετά τη σφαγή του γουρουνιού, εντούτοις έσφαζαν κι ένα μικρό πετεινάρι «για να ματώσ' του σπίτ'». Κατάλοιπο, προφανώς, των αρχαίων θυσιών, για εξευμενισμό των δαιμόνων, προκειμένου να χαρίσουν καλοχρονιά στους σπιτικούς."
Όσο για τη γεμιστή πρωτοχρονιάτικη κότα, σίγουρα η γέμισή της, πέραν της νοστιμιάς, κρύβει και έναν συμβολισμό για την υποδοχή της νέας χρονιάς. Εξάλλου, στο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι είθισται να παρατίθεται το πιο πλούσιο γεύμα, ώστε από τη χρονιά που θα ακολουθήσει να μη λείψει τίποτα. Μια κότα γεμιστή, θα μπορούσε να πει κανείς "εμπλουτισμένη", και μάλιστα με γέμιση που αποτελείται από καρπούς (κάστανα, καρύδια, κουκουνάρια, μύγδαλα, σταφίδες, κ.α., ανάλογα τον τόπο και την παραλλαγή) δε μπορεί να μην υποδηλώνει την ευχή της οικογένειας για ευκαρπία και την ελπίδα της ότι θα υποδεχτεί ένα νέον έτος πλούσιο σε κάθε λογής αγαθά.