Για τον Άγιο Μόδεστο, προστάτη των ζώων έχω κάνει στο παρελθόν άλλες δύο αναρτήσεις, εδώ:
Άγιος Μόδεστος, ο προστάτης των ζώων
και εδώ:
`Αγιος Μόδεστος, ο προστάτης των ζώων...
Είναι, όμως, τόσο πλούσια τα λαογραφικά στοιχεία που διαρκώς ανευρίσκω για τα έθιμα που λαμβάνουν χώρα κατά την ημέρα της γιορτής του (η μνήμη του εορτάζεται στις 16 ή στις 18 Δεκεμβρίου*) και τόσο ενδιαφέρουσα έως και συγκινητική, πολλές φορές, η σχέση και αλληλοεξάρτηση του λαού μας με τα οικόσιτα ζώα του (με τα οποία συμβίωνε επί χιλιετίες) η οποία διαφαίνεται μέσα από τούτες τις παραδόσεις που, φέτος, θα του αφιερώσω μία ακόμη, ως συμπληρωματική των παλαιοτέρων.
Ξεκινάω από καταγραφές που αφορούν το Πήλιο, από το σπουδαίο λαογράφο μας Γιώργο Θωμά και τη μελέτη του "Ο πολιτισμός του Πηλίου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας" (Τα κείμενά του είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα: http://www.stavromana.gr/000menu.html):
"Στον αγιασμό για τα ζώα, του Αγίου Μοδέστου:
Πανηγυρική σύναξη, αντρών κυρίως, παρατηρούνταν σε όλα σχεδόν τα προαύλια των μητροπολιτικών ναών του Πηλίου και κατά τη «γιορτή των ζώων» το πρωινό του Αγίου Μοδέστου (18 Δεκεμβρίου). Είταν συνήθως οι ιδιοκτήτες (ή οι παραγιοί) μουλαριών, αλόγων (σπάνια και γαϊδουριών) και βοδιών (στα ποιμενικά χωριά του ΒΑ Πηλίου και γιδοπρόβατων), που οδηγούσαν ως εκεί τα ζώα τους να τ’αγιάσει ο παπάς(1). Γινόταν βέβαια πρώτα η λειτουργία κι ύστερα διαβαζόταν ο αγιασμός στο νάρθηκα του ναού ή στη μέση της ζωοσύναξης, αν το επέτρεπε ο καιρός. Με τον αγιασμό ραντίζονταν άνθρωποι και ζώα, ενώ ο παπάς και το άλλο εκκλησίασμα εύχονταν να είναι γερά και να ζήσουν τα τετράποδά τους. Έπαιρνε επίσης ο καθένας λίγο αγιασμό κι έβρεχε μ’αυτόν το στάβλο. Στην Άλλη Μεριά πήγαιναν στην εκκλησία και τις «κουλούρες των βοδιών» -όσα βόδια τόσες κουλούρες- να τις διαβάσει ο παπάς. Τις έπαιρναν κατόπι και τις κάρφωναν στα κέρατα των βοδιών τους, για να τις δώσουν στο τέλος να τις φάνε τα ίδια.
Οι κάτοικοι του Βένετου ωστόσο δεν αρκούνταν μόνο σ’αυτό τον αγιασμό. Άναβαν φωτιές και περνούσαν όλα τα ζώα τους (μουλάρια, γαϊδούρια, γίδες, πρόβατα κλπ.) μέσ’ απ’ τις φλόγες(2).
Στη συνοικία «Κουκουράβα» της Μακρινίτσας, ίσως και σε άλλες περιοχές, η εκδήλωση διατηρούσε τις προεκτάσεις της: Κάποιες νοικοκυρές που είχαν ζώα, έβραζαν σε καζανάκια φασόλια με ρύζι ή ρεβύθια με κοπανισμένο σιτάρι και πρόσφερναν από δυο πιάτα σ’ όλα τα σπίτια της περιοχής, «για το καλό των ζώων τους» και «για το καλό της μέρας». Συνήθιζαν επίσης μερικές γυναίκες να ρίχνουν και αγιασμό σ’αυτά τα φαγητά, απ’αυτόν που διάβαζε ο παπάς την ίδια μέρα(3).
Στην Τσαγκαράδα και την περιοχή της ο γιορτασμός των ζώων συνδυαζόταν και με γλέντι. Ύστερ’ απ’ τη λειτουργία (συλλείτουργο) στο ναό του Αγίου Στεφάνου, παρέες-παρέες οι άντρες, επισκέφτονταν τα σπίτια, όπου οι νοικοκυρές τούς κερνούσαν τσίπουρο με λουκουμάδες, που έφκιαναν επίτηδες. Κάποιες παρέες έπαιρναν και τα λαλούμενα μαζί και πήγαιναν όλοι τραγουδώντας στο δρόμο, μεταφέροντας το τραγούδι και την ευθυμία τους και μέσα στα σπίτια. Το μεσημέρι έτρωγαν σ’ένα απ’αυτά, κι ύστερα συνέχιζαν τις επισκέψεις τους έως το βράδι(4).
Η πρώτη (χρονικά) περιγραφή της εκδήλωσης στο Πήλιο έγινε στα 1893 από το Ζωσιμά Εσφιγμενίτη στο περιοδικό του «Προμηθεύς» (Ιανουάριος 1893): «...ἀλλά καί ἐν τῶ νομῶ Λαρίσης ὑπάρχουσι πολλαί ἐκκλησίαι ἐπί ὀνόματι τοῦ ἁγίου Μοδέστου, ἀλλά τί πρός τοῦτο, ὅπου γίνεται καί ἀγρυπνία καί ὅλα τά ζῶα των μικρά καί μεγάλα οἱ πατέρες (δηλαδή οι παπάδες) συνάζουν ἐκεῖ εἰς ἕν μέρος καί τά ἁγιάζουσιν ἀφοῦ κάμουν τόν ἁγιασμόν καί οὐ μόνον ἐν τῶ Ἁγίω Ὂρει ἀλλά καί ἐν Θεσσαλία ἐν τῆ ἐπαρχία Δημητριάδος εἰς ὅλας τάς κωμοπόλεις τῆς Ζαγορᾶς (δηλαδή του Πηλίου) καί ἐν τῶ μοναστηρίω ὀνομαζομένω τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἧς ἡ μνήμη εἶναι τῆ 23 Αὐγουστου, εἰς στό χωρίον ὀνομαζόμενον Δράκιαν κείμενον ἔξωθεν τῆς Ζαγορᾶς, πανηγυρίξεται ὁ ἅγιος Μόδεστος».
(1) Οι ίδιοι φρόντιζαν να στολίσουν πιο πριν με άνθη την εικόνα του Αγίου Μοδέστου της εκκλησίας.
(2) Από προσωπική έρευνα στο χωριό το 1981.
(3) Αποστολίας Νάνου-Σκοτεινιώτη, Μακρινίτσα, όπ.π., σελ. 110-111. Το έθιμο διατηρήθηκε έως τα 1930 περίπου.
(4) Από προσωπική έρευνα στα 1978. Το έθιμο διατηρήθηκε ίσαμε τα 1920-1925."
(Γιώργου Θωμά, "Ο πολιτισμός του Πηλίου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας")
Η Αποστολία Νάνου-Σκοτεινιώτη στο βιβλίο της "Μακρυνίτσα" μας ταξιδεύει σ'αλλοτινές εποχές:
"Σκόρπιες μνήμες. Παιδικές αναμνήσεις που ξεπετάγονται συχνά ηλιοπρόσωπες, για να σε πάνε πίσω, στα αστραφτερά κι ανέμελα της πρωτονιότης χρόνια, και να σου θυμίσουν ανθρώπους και "συνήθια" που χάθηκαν, που ξεχάστηκαν και ξεχνιούνται, ενώ διαβαίνει η ζωή κι ο πολιτισμός και το σήμερα ανηφορίζουν καλντιρίμι, κατακτούν το χωριό και σβήνουν την παλιά ομορφιά.
Ένα απ'αυτά τα "συνήθια" ήταν κι η γιορτή του Άη-Μόδεστου άλλοτε στην Κουκουράβα. Πλάι στην εκκλησία της Αγίας Μαγδαληνής είναι και σήμερα ακόμη το παρεκκλήσι του Αγίου Μόδεστου. Ο Άγιος Μόδεστος, προστάτης των ζώων, γιορτάζεται οκτώ μέρες πριν απ'τα Χριστούγεννα, δηλαδή στις 18 Δεκεμβρίου και μάλιστα λέν' στο χωριό πως, ό,τι καιρό κάνει εκείνη την ημέρα κάνει και τα Χριστούγεννα.
Αυτή τη μέρα, λοιπόν, συνηθιζόταν στην Κουκουράβα ως μερικά χρόνια πριν απ'τον πόλεμο, να έρχονται έξω από το παρεκκλήσι όλα τα μεγάλα ζώα της συνοικίας (μουλάρια και άλογα) και να περιμένουν να τ'αγιάσει ο παπάς. Μετά τη λειτουργία στο παρεκκλήσι διαβαζόταν αγιασμός έξω στο νάρθηκα κι ο παπάς ράντιζε τα ζώα, και τα ευλογούσε. Ύστερα αυτοί που συνόδευαν τα ζώα συνήθως οι ιδιοκτήτες ή οι παραγιοί τα γύριζαν τρεις φορές γύρω από την εκκλησία και, αφού δέχονταν τις ευχές απ'όλους τους εκκλησιαζόμενους να τους ζήσουν και να είναι γερά τα ζώα τους, αποχωρούσαν.
Ήταν μεγάλο πανηγύρι για το παιδομάνι τα παλιά χρόνια ο ερχομός των ζώων στον Άη-Μόδεστο. Ο νάρθηκας της ανατολικής πλευράς γέμιζε από παιδιά που χάζευαν τα ζώα. Και εκείνα όλα καλοπεριποιημένα, καλοσαϊασμένα με τα καλά τους σαμάρια ή τη σέλα, που επάνω τους φάνταζαν οι καινούριες γιάμπολες (=είδος στρωσιδιού) και τα μιτάφια (=υφαντά από τραγόμαλλο), άλλα φρούμαζαν και χτυπούσαν τα πόδια κι άλλα αδιάφορα κουνούσαν τα αυτιά και την ουρά τους και περίμεναν υπομονετικά. Έξω απ'τον Άγιο Μόδεστο στην Κουκουράβα μαζεύονταν τριάντα-σαράντα άλογα και μουλάρια, που μπορεί να ήταν περισσότερα την εποχή που ευημερούσε η συνοικία. Κι όλα αυτά τα ζώα άκουγαν στα ονόματα: Αράπω, Γκεσούλι, Καράς, Ψαρής, Σουράς, Γερμανός, κλπ.
Μετά την εκκλησία ορισμένες νοικοκυρές απ'αυτές που στα σπίτια τους είχαν ζώα, ετοίμαζαν ένα ιδιαίτερο φαγητό σε μεγάλα τεντζερέδια ή καζάνια για κείνη την ημέρα. Έβραζαν φασόλια και μέσα έριχναν στο τέλος και ρύζι. Ή έβραζαν ρεβύθια και έριχναν μέσα κοπανισμένο σιτάρι. Ήταν δυο πιάτα πολύ πολύ νόστιμα, που όλοι τα περίμεναν στο χωριό. Γιατί ήταν συνήθεια τα πιάτα αυτά είτε φασόλια με ρύζι ή ρεβύθια με σιτάρι, να ροεύονται (=μοιράζονται) σ'όλα τα σπίτια σε δίσκους, ο απόγευμα της ημέρας τ'Άη Μόδεστου ή και την παραμονή. Δυο μεγάλες κουταλιές φασόλια με ρύζι στο πιάτο, πιπέρι επάνω και πλάι μια φέτα φρεσκοζυμωμένο ψωμί ή ρεβύθια καλοβρασμένα με ωραίο χυλωμένο σιτάρι πιπέρι και ψωμί.
Όπως είπε μια νοικοκυρά της Κουκουράβας 80 χρόνων, η κυρά Ευδοξία Λαχανίκα που πάντα στο σπίτι της είχαν ζώα, έριχναν μέσα στο φαγητό που μοίραζαν για τα ζώα και αγιασμό που έπαιρναν το πρωί από την εκκλησία μετά τη λειτουργία. Και μοίραζαν το φαγητό για το καλό των ζώων τους, που τους δούλευαν και τους ζούσαν και για το καλό της μέρας. [...]"
( Αποστολία Νάνου-Σκοτεινιώτη, "Μακρυνίτσα")
Για τη λατρεία του Αγίου Μοδέστου στην Κρήτη καταγράφει, μεταξύ άλλων, ο Νίκος Ψιλάκης στο ανεκτίμητης αξίας έργο του "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη" (εκδόσεις Καρμάνωρ):
"Στις λαϊκές εικόνες του ο Άγιος Μόδεστος εικονίζεται εν μέσω των ζώων. Η λαϊκή πίστη εκφράζει συναξαρικές διηγήσεις που θέλουν τον άλλοτε Αρχιεπίσκοπο Ιερουσαλήμων, γεννημένο στα χρόνια των διωγμών να κάνει πληθώρα θαυμάτων και να θεραπεύει τα ζώα. [...]
Τα συναξαρικά κείμενα φαίνεται να αποτελούν και στην περίπτωση της Κρήτης, υπόβαθρο των λαϊκών διηγήσεων και των παραδόσεων που ακούγονται, όπως συμβαίνει και αλλού. Μια μεγάλη ομάδα σχετικών παραδόσεων αναφέρεται σε θαυματουργικές ιάσεις ζώων και άλλες εστιάζονατι στη ζωή και στα θαύματά του. Λέγεται ότι ο Μόδεστος ανάστησε το κοπάδι ενός φτωχού βοσκού του οποίου όλα τα ζώα είχαν ψοφήσει από το χιόνι, ενώ παλιότερα συνήθιζαν να τάζουν στον Άγιο άρτους για να βοηθήσει στην εξημέρωση των βοδιών που προορίζονταν για το ζυγό! [...]
Ο πιο γνωστός ναός του Αγίου Μοδέστου στην Κρήτη ανήκει στην ενορία Βαγιωνιάς Μονοφατσίου. Και η γιορτή που γίνεται εκεί είναι από τις πιο χαρακτηριστικές ίσως και ολοκλήρου του ορθοδόξου κ΄σομου. η προσφορά ζώων και τα κάθε λογής τάματα συνθέτουν μια σπάνια λατρυετική εικόνα σε συνδυασμό με τους ευχαριστήριους άρτους, τη λιτάνευση της εικόνας, ακόμα και την τελετουργική περιφορά των ζώων γύρω από τον ναό. [...] Οι προσκυνητές από τη Βαγιωνιά και τα κοντινά χωριά άρχιζαν να κατάφτάνουν από το πρωί. Είκοσι περίπου από αυτούς έφεραν μαζί τους ζώα, άλλοι μέσα σε σκεπασμένα καλάθια, σε τσουβάλια, ή σέρνοντάς τα με σκοινιά. Τα περισσότερα ήατν κουνέλια και κοτόπουλα. Η λατρευτική εικόνα του Αγίου ήταν τοποθετημένη έξω από την είσοδο του ναού, κάτω από υπ΄σοτεγο που κατασκευάστηκε επειδή συχνά βρέχει την ημέρα της γιορτής. Μερικοί από τους προσκυνητές πήγαιναν στην εικόνα με τα ζώα, προσκυνούσαν χωρίς να τα αφήνουν από τα χέρια τους ή τα άφηναν για λίγο πάνω στο εικονοστάσι πριν τα παραδώσουν στην ενοριακή επιτροπή. Άλλοι περιέφεραν τα ζώα γύρω από την εκκλησία τρεις φορές και μετά τα παρέδιναν στον επίτροπο. Μερικοί από αυτούς αναρτούσαν χαρτονομίσματα στην εικόνα, πάνω από τα μεταλλικά τάματα στα οποία απεικονίζονατι κάθε λογής ζώα αλλά και άνθρωποι, και ανθρώπινα μέλη σημάδι πως τα τάματα που γίνονται στον Άγιο δεν αφορούν μόνο τα ζώα. Οι εορταστικοί άρτοι τοποθετήθηκαν κατά την επικρατούσα συνήθεια πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι για να ευλογηθούν. Ανάμεσά τους όμως υπήρχαν ασφράγιστα αρτίδια ασυνήθιστου ακανόνιστου σχήματος. Τα αρτίδια αυτά ζυμώνονται με συνεισφορά αλεύρου από πολλά σπίτια του χωριού.
"Από παλιά συνηθίζουν να τάζουν τα ζώα τους στον Άγιο Μόδεστο και μερικοί τάζουν άρτους ζυμωμένους με αλεύρι από πολλά σπίτια. Από κάθε σπίτι παίρνουν ένα φλιτζάνι αλεύρι. Όσο αλεύρι μαζευτεί ζυμώνεται όλο. Πρέπει όμως να ζητήσουν αλεύρι από πολλά σπίτια για να μαζέψουν πολλές ντροπές."
Μετά τη λειτουργία ο επίτροπος έβγαλε στη δημοπρασία τα ζώα. Μέσα σε λίγη ώρα πουλήθηκαν όλα σε τιμές κατά πολύ ακριβότερες από τις πραγματικές. Οι πλειοδότες που ρωτήθηκαν ήξεραν πως πλήρωναν παραπάνω χρήματα, δεν αντιμετώπιζαν όμως τη συναλλαγή σαν εμπορική πράξη. Πίστευαν πως το ζώο που αγόρασαν δεν ανήκε σε κάποιον προηγούμενο ιδιοκτήτη, αλλά στον ίδιο τον Άγιο. Αιτιολόγησαν, μάλιστα, αυτήν την πεποίθηση τονίζοντας ότι το ζώο-τάμα παύει να αποτελεί κτήμα του ιδιοκτήτη του όχι από τη στιγμή που το παραδίδει στον επίτροπο του ναού, αλλά από τη στιγμή που γίνεται το τάξιμο. Απλώς, πιστεύουν, ο Άγιος το εμπιστεύεται στα χέρια του αφιερωτή για να το φροντίζει μέχρι να έρθει η ώρα της επίσημης (και τελετουργικής βέβαια) παράδοσης στα χέρια των ανθρώπων της εκκλησίας. Η πίστη αυτή ενισχύεται από μια μεγάλη σειρά παραδόσεων που ακούγονται όχι μόνο στην Κρήτη αλλά σε ολόκληρο το βαλκανικό χώρο και κάνουν λόγο για ζώα-τάματα τα οποία μεταβαίνουν μόνα τους στην εκκλησία σε περίπτωση που ο αφιερωτής αλλάξει γνώμη ή αποφασίσει να τα αντικαταστήσει με άλλα. Οι πλειοδότες θεωρούσαν ευλογία να έχουν στο σπίτι, στο στάβλο ή στο κοπάδι τους ζώα τα οποία αγοράστηκαν από τον Άγιο. [...]
Στον Άγιο Μόδεστο η πιο συνηθισμένη ευχή που απηύθυναν σε αυτούς ήταν: "Να βλέπει η χάρη του κι εσένα και το βιος και τα παιδιά σου." Στο τέλος μετά τη λειτουργία στρώθηκε πρόχειρο τραπέζι κάτω από το υπόστεγο με μπακαλιάρο, σουπιές και άλλα νηστίσιμα.[...]
Κατά την ημέρα της εορτής οι βοσκοί και οι κάτοικοι οικόσιτων ζώων βάζουν κάτω από την εικόνα μικρά σακιά με ρόβι, σιτάρι, κριθάρι ή άλλους καρπούς. Μετά τη λειτουργία τα παίρνουν, τα αποθηκεύουν και τα δίνουν στα ζώα τους. Πιστευούν ότι με αυτόν τον τρόπο μεταφέρουν την ευλογία του Αγίου.[...]"
(Νίκου Ψιλάκη, "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη, εκδόσεις Καρμάνωρ)
Για την Κρήτη μας πληροφορεί κι ο Δημήτριος Λουκάτος ("Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης"):
"Στην Κρήτη τηρούν αυστηρά την αργία του, με μια συγκινητική μέριμνα,
να μην κουράσουν και τα ζώα, την ημέρα εκείνη. Σταματούν το όργωμα ή
και τα βαριά κουβαλήματα, αν πρόκειται να ταλαιπωρήσουν τα ζώα και να
θυμώσει ο άγιος."
και, κατόπιν, αναφέρει μια πολύ ενδιαφέρουσα καταγραφή του φοιτητή του Ε.Ψωμά (το1980) στο χωριό Εξάντη Ρεθύμνης:
"Στο Χωριό Αχλαδέ, γύρω στα 1930, κάποιος βγήκε να οργώσει με τα
βόδια του, την ημέρα τ'αγίου Μόδεστου, στην πλαγιά. Εκεί που όργωνε
αδιάφορος, ξεκόλλησε απ'την κορφή του βουνού ένας πελώριος βράχος και
άρχισε να κατρακυλά προς τον άνθρωπο. Την τελευταία στιγμή ο βράχος
πήδησε και ξανασκέλισε τα βόδια κι έπεσε, ίσα-ίσα, πίσω από το αλέτρι. Ο
άγιος λυπήθηκε τα ζώα. Ο γεωργός φοβήθηκε, και μόλις εσώθηκε, αμόλησε
τα ζώα κι εσταμάτησε το όργωμα... Το βράδυ στο χωριό διηγήθηκε τι έγινε,
που όλοι το θεώρησαν θαύμα, και πιο πολύ που στάθηκε ο βράχος και δεν
προχώρησε πιο χαμηλά. Από τότε, όλες οι οικογένειες κάνουν, στη γιορτή
του αγίου, αρτοκλασίες."
(Δημήτριος Λουκάτος, "Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης", εκδόσεις Φιλιππότη)
Καθώς τα παλιότερα χρόνια που δεν υπήρχαν μηχανήματα και τρακτέρ οι γεωργοί στηρίζονται κατά κύριο λόγο στη βοήθεια των ζώων για την καλλιέργεια των κτημάτων τους και για τη γενικότερη επιβίωσή τους, ο Άγιος Μόδεστος δε θα μπορούσε να μην είναι κατ'επέκταση και προστάτης των γεωργών, όπως και των κτηνοτρόφων. Για αυτό και ο Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας") αναφέρει ότι ο Άγιος Μόδεστος λατρευόταν από τους γεωργούς και ότι ανήμερα της γιορτής του:
"όπως λέγουν, τότε "γιορτάζουν τα βόδια" και γίνεται, με κοινόν έρανο των γεωργών συλλείτουργο με κόλυββα και αγιασμό στην εκκλησία. Κόλυββα και αγιασμό δίνουν και στα ζώα που οργώνουν.
Στη Λήμνο οι ζευγάδες κάνουν κόλλυβα για τα ζώα τους, τα πηγαίνουν στην εκκλησία και τα διαβάζει ο παππάς. Στην ταγή για τα βόδια ρίχνουν κι αυτά τα κόλλυβα."
Στο Δρυμό της Μακεδονίας οι γεωργοί "υψώνουν" και το ύψωμα το δίνουν εις τα ζώα να το φάνε και τα εύχονται να ζήσουν χρόνια πολλά.
Στα Τελώνια της Λέσβου παίρνουν τον αγιασμό και πάνε στα χωράφια, για να γλιτώσουν από τις αρρώστιες, τις ακρίδες, απ'ούλα. Σκόλη τό'χουνε κείνη την ημέρα για να κάνουν μόδια πολλά."
( Γεώργιος Μέγας, "Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας")
Εξάλλου, και το ίδιο το όνομά του - που λέγεται ότι του δόθηκε από κάποιον Ρωμαίο Συγκλητικό που τον υιοθέτησε και συνεπώς ετυμολογείται από το λατινικό modestus ως άνθρωπος του μέτρου, σεμνός
(Δ.Λουκάτος) - πάντα θύμιζε στους γεωργούς μας το
"μόδι" (μέτρο χωρητικότητας για τα σιτηρά) κι επομένως οι ιδιότητες τούτου του αγίου επεκτάθηκαν και ως προς την προστασία της καλλιέργειας και την αύξηση της συγκομιδής. Χαρακτηριστική η ευχή
"Χίλια μόδια!" που συνήθιζαν να ανταλλάσσουν οι χωρικοί την ημέρα της γιορτής του. Προστάτης, λοιπόν, των ζώων, των γεωργών και των κτηνοτρόφων!
|
Θεόφιλου |
Αλλά πολύτιμες πληροφορίες (πολλές από πονήματα του λαογράφου Στεφάνου Ημέλλου) για τον Άγιο Μόδεστο συγκεντρώνει και η Α.Οικονόμου στο άρθρο της "Πολιτισμικές και κοινωνικές όψεις της εξημέρωσης των ζώων στην ελληνική παραδοσιακή κοινωνία":
"...Η λαϊκή πίστη, εκτός από προστάτη και θεραπευτή των αροτριώντων ζώων, γιατί χωρίς αυτά δε μπορούσαν να καλλιεργήσουν τη γη, και κατ'επέκταση προστάτη των γεωργών και πρωτοκαλλιεργητή όπως πιστεύουν και στα Τελώνια της Λέσβου: "Αυτός ο Άγιος εκαλλιέργησε πρώτος τη γη. Ήταν πρωτοζευγάς. Κάθε ισνάφ' έχει τον αρχηγός τ'. Σε μας τον έχουνε οι ζευγάδες." (Ήμελλος, 1992)
Τον Άγιο Μόδεστο τον τιμούν με αργία, συλλείτουργα, κόλλυβα, παρασκευή άρτων τα οποία καλούνται ζευτά, προσφορά και τάξιμο ζώων και άλλες αναίμακτες προσφορές. Π.χ. στην Νάξο "του Αγίου Μοδέστου εκάνανε οι νοικοκυράδες ζευτά. Είναι προς χάρη του βοδιού. Κάνουνε δύο πούλοι και τσοι ενώνουν με ζύμες και τσοι πάνε στα βόδια και τα γλείφουνε... Ύστερα που το γλείφουνε το παίρνουνε στο σπίτι και το τρώνε. Τα ζευτά τα δίνουν και τα τρώνε τα βόδια, γιατί τα προστατεύει ο Άγιος." (Ήμελλος, 1992) [...] Στην Νάξο, που είναι ένα ιδιαίτερα αγροτικό νησί, χαρακτηριστική είναι η παρακάτω θρησκευτική παράδοση, η οποία αναφέρεται στην εξημέρωση των ζώων από τον Άγιο Μόδεστο: "Αυτά τα βούδια που λέμε την παλιά εποχή ήταν άγρια και δεν ημπορούσανε να τα ζέψουνε ούτε στ'αλώνι ούτε στο ζευγάρι. Επήγαινε ο διάβολος και τ'αγκύλωνε και δεν τ'άφηνε να κάνουνε δουλειά. Ετότε ο Άγιος Μόδεστος τον επικάλεσεν ο κόσμος και επήγε και τα σταύρωσε και τον έκανε ζυόλουρο και τό'βαλε στο ζυό και ζεύλες στο ζυό και έφτειαξε το σταυρό και στο ζυόλουρο και στις ζεύλες. Και έτσι εμερέψανε τα βούδια και έκανε ο άνθρωπος τις δουλειές. Μερέψανε προς χάρι του Αγίου Μοδέστου." (Ήμελλος 1992, 61)"
(Α.Οικονόμου, "Πολιτισμικές και κοινωνικές όψεις της εξημέρωσης των ζώων στην ελληνική παραδοσιακή κοινωνία", περιοδικό της ελληνικής κτηνιατρικής εταιρίας 2011)
|
"Ο ζευγάς"- Νώντας Ρεντζής
|
Αλλά, σύμφωνα με τον Δημήτριο Λουκάτο και:
"στη Λέσβο ιδιαίτερα επίστευαν (και πιστεύουν) ότι ο "ανθρώπινος" άγιος Μόδεστος ήταν πρωτοκαλλιεργητής της γης και πρωτοζευγάς. Για αυτό και οι ζευγάδες του νησιού τον έχουν προστάτη στο ισνάφι τους (προσωπική μου καταγραφή στο χωριό Τελώνια το 1940). Διαβάζω αργότερα στο βιβλίο Χρ.Ι.Τραγέλλη, "Τα λαογραφικά της Καλλονής Λέσβου", ότι κάθε χρόνο στη γιορτή του Αγίου, ένας πρωτοζευγάς του τόπου (με τη σειρά του) ετοίμαζε άφθονους ζεστούς λουκουμάδες (χειμώνας σε ελαιοπαραγωγικό νησί) και τους εμοίραζε στα σπίτια και στα καφενεία."
Στη Θεσσαλία τον τιμούσαν επίσης πολύ. Είχε δε και παλιό Μοναστήρι,
στην Πύρρα των Τρικάλων (Κοκκίνης, 39). Στα χωριά της Καλαμπάκας,
συγκέντρωναν οι κτηνοτρόφοι τα ζώα τους έξω από το χωριό (Καλομοίρα) κι ο
παπάς τα ράντιζε με τον αγιασμό της ημέρας.
Και στην Κύπρο ο άγιος Μόδεστος προστατεύει τα ζώα. Στη γιορτή του
νοικοκυρές κάνουν κόλλυβα και τα πάνε στην εκκλησία να ευλογηθούν.
Απ'αυτά δίνουν στα ζώα τους να φάνε, για να γλιτώνουν τις αρρώστιες και
για να δίνουν (οι αγελάδες και τα πρόβατα) περισσότερο γάλα. (Μαρία
Παρασκευοπούλου, "Recherches sur les Fetes religieuses pop. de Chypre")"
(Δημήτριος Λουκάτος, "Συμπληρωματικά του χειμώνα και της άνοιξης")
|
"Ο μικρός ζευγάς"- Έκτωρ Δούκας
|
Ο Γεώργιος Αικατερινίδης στο έργο του "Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες" σημειώνει πως για τον Άγιο Μόδεστο οι όποιες προσφορές είναι αναίμακτες και πως:
"Η είδηση από την Λήμνο κάνει λόγο για προσφορές, από όσους έχουν τάξιμο, γιδιών και αρνιών, που εκποιούνται με τον συνηθισμένο τρόπο υπέρ της εκκλησίας. Με πιο εξασθενημένη τη θυσιαστική μορφή η κρητική αναφέρει προσφορές στον Άγιο, διαζευκτικά, γάλακτος ή αρνιών." (Γεωργίου Αικατερινίδη,
"Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες")
|
"Όργωμα"- Βάλιας Σεμερτζίδης
|
*Οι δύο διαφορετικές ημερομηνίες εορτασμού του Αγίου Μοδέστου (16 και 18 Δεκεμβρίου αντίστοιχα), ουσιαστικά αφορούν δύο ομώνυμους Αγίους, Πατριάρχες Ιεροσολύμων, και μια σύγχυση που επήλθε μεταξύ των προσώπων αυτών. Ο Δημήτριος Λουκάτος μας κατατοπίζει σχετικά:
"Ο Άγιος Μόδεστος [...] έγινε ονομαστός για τη δραστηριότητα και τα θαύματά του. Ένα από τα θαύματα αυτά συνετέλεσε να θεωρείται έκτοτε ο Άγιος, προστάτης των ζώων και των κτηνοτρόφων. Σε κάποιον, λέει, μεγαλοκτηματία, γύρω από τα Ιεροσόλυμα, ψοφούσαν τα ζώα από δηλητηρίαση. Ο Άγιος Μόδεστος διαπίστωσε, ότι το κακό προερχόταν από φαρμακερό φίδι, που έπινε απ'το κοινό νερό και το εμόλυνε. Με την παρέμβαση του Αγίου, τα άρρωστα ζώα συνήλθαν, και το μεγάλο φίδι εξοντώθηκε (μια "δρακοντοκτονία" κι εδώ). [...] Στις παλιότερες ακολουθίες του Αγίου Μοδέστου που είχαν υπόψη την παραδοσιακή βιογραφία του, οι διάφοροι ύμνοι μιλούσαν για την ιδιότητά του, του θεραπευτή των ζώων. Η νεότερη όμως σύνθεση (1952) υμνεί άλλον Μόδεστο του 7ου αιώνα που τον λέγει απλώς "ποιμένα" της εκκλησίας [...] Παρ'όλον όμως τον παραμερισμό του παλιού συναξαρικού Αγίου το επίσημο Αγιασματάριο της Εκκλησίας κρατεί τη σχετική παράδοση και περιλαμβάνει ευχή "εις κτήνη", που υποτίθεται ότι την απαγγέλλει ο ίδιος ο Άγιος Μόδεστος (συνθεμένη από τον Νικόδημο Αγιορείτη περί το 1800) [...]
"Κὑριε, ᾽Ιησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλεήμων πανάγαθος [...] Σὺ γὰρ εἶ ὁ
καὶ δι’ ἐμοῦ τοῦ ἀναξίου δούλου σου, τὸν μὲν ὄφιν θανατώσας, τὸν τὴν
πηγὴν τοῦ ὕδατος τῷ ἑαυτοῦ ἰῷ διαφθείραντα, τὰ δὲ ἐξ αὐτοῦ πιόντα ζῷα
καὶ νεκρωθέντα, τῇ ζωοποιῷ δυνάμει σου ἀναστήσας [...] Ἐπάκουσον ταύτης
μου τῆς δεήσεως καὶ ἀπέλασον πᾶσαν θανατηφόρον ἀσθένειαν καὶ βλάβην ἀπὸ
τῶν Βοῶν, Ἵππων, Ὄνων, Ἡμιόνων, Προβάτων, Αἰγῶν, Μελισσῶν, καὶ τῶν
λοιπῶν ζῴων τῶν εἰς χρείαν ὄντων τῆς ζωῆς τῶν δούλων σου, τῶν
ἐπικαλουμένων σὲ τὸν δοτῆρα πάντων τῶν ἀγαθῶν καὶ τὸ ἐμὸν ὄνομα. Καὶ
δός, Κύριε, πᾶσι τοῖς τὴν ἐμὴν μνήμην ἐπιτελοῦσι καὶ μετὰ πίστεως
προστρέχουσι τοῖς λειψάνοις, εἰρήνην σταθεράν, πληθυσμὸν ζῴων, ἀφθονίαν
σίτου, οἵνου καὶ ἐλαίου, ἐπὶ πᾶσιν δὲ ἄφεσιν ἀμαρτιῶν, σωμάτων ὑγείαν
καὶ τὴν τῶν ψυχῶν αἰώνιον σωτηρίαν. Ναὶ, Κύριε, ᾽Ιησοῦ Χριστέ, τοῖς
ἰδίοις σπλάγχνοις ἐπικαμπτόμενος, οἴκτειρον τὰ πάσχοντα ζῷα, τῇ δρεπάνῃ
τοῦ θανάτου ἀγεληδὸν θεριζόμενα καὶ ὡς λόγον μὴ ἕχοντα, μόνοις τοῖς
μυκηθμοῖς καὶ ταῖς γοεραῖς καὶ ἀνάρθροις φωναῖς τὸ πάθος καὶ τὴν ὀδύνην
αὐτῶν ἐλεεινῶς ἐξαγγέλοντα, ὥστε καὶ τοὺς λογικοὺς εἰς συμπάθειαν τούτων
ἕλκεσθαι. «Εἰ γὰρ δίκαιος οἰκτείρει ψυχὰς κτηνῶν αὐτοῦ» κατὰ τὸ
γεγραμμένον, πῶς οὑκ οἰκτειρήσῃς ταῦτα, ὁ τούτων ποιητὴς καὶ προνοητὴς;
Σὺ γάρ, εὔσπλαγχνε, καὶ τῶν ἐν τῇ κιβωτῷ ζῴων ἐμνήσθης, ὑπὸ τῆς οἰκείας
χρηστότητος καὶ τῶν οἰκτιρμῶν σου νικώμενος. ῞Ινα, διὰ τῆς εὐεξίας καὶ
τοῦ πληθυσμοῦ τῶν βοῶν καὶ λοιπῶν τετραπόδων ζῳων, καλλιεργῆται μὲν ἡ γῆ
αὐξάνωσι δὲ οἱ καρποὶ καὶ ἀφθόνως οἱ δοῦλοί σου οἱ ὲπικεκλημένοι τὸ
ὅνομά σου ἀπολαύωσι τῶν ἰδίων γεωργιῶν· ἐκ τούτων δὲ πᾶσαν αὐτάρκειαν
ἕχοντες, περισσεύωσιν εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν· καὶ δοξάζωσι μέν, Σὲ τὸν
χορηγὸν παντὸς ἀγαθοῦ [...]"